spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 437

γένος, όρος που σήμαινε τη διάφορη διάταξη των διαστημάτων διάστημα, διάστημα, η απόσταση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς στο ύψος φθόγγους. στη σύσταση ενός τετραχόρδου τετράχορδον, το σύνολο τεσσάρων συνεχών χορδών ή φθόγγων που σχηματίζουν μια καθαρή τετάρτη. Το τετράχορδο υπήρξε το πρώτο σύστημα της προϊστορικής Ελλάδας. Υπήρχαν τρία γένη του τετράχορδου: το διατονικό, το χρωματικό και το εναρμόνιο. ή ενός πιο μεγάλου συστήματος σύστημα, ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους θεωρητικούς. Το πρώτο καλά οργανωμένο σύστημα, που κατόπι χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τα Τέλεια Συστήματα, ήταν το τετράχορδο., του οποίου το τετράχορδο είναι συστατικό μέρος.
Όλοι οι αρχαίοι θεωρητικοί καθορίζουν το γένος με τα ίδια σχεδόν λόγια· ο Αριστείδης Αριστείδης, θεωρητικός και συγγραφέας μουσικής. Πιστεύεται ότι έζησε ανάμεσα στον 1ο και 3ο αι. μ.Χ. Έχει γράψει ένα σημαντικό σύγγραμμα για τη μουσική με τον τίτλο Περί μουσικής, διαιρεμένο σε τρία βιβλία. (1, 18 Mb, R.P.W.-Ι.15) καθορίζει: "Γένος δέ εστι ποιά τετραχόρδου διαίρεσις" (Γένος είναι κάποια διαίρεση του τετραχόρδου). Ο Κλεονείδης Κλεονείδης, θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου. (Εισ. C.v.J. 180, Mb 1): "Γένος είναι κάποια διαίρεση τεσσάρων φθόγγων"· πρβ. Βακχ. Εισ. (C.v.J. 298, Mb 8), Πτολεμ. (Ι, 12).

Τα γένη ήταν τρία: το διατονικόν ή διάτονον διάτονον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον. Ήταν μάλλον το αρχαιότερο από τα τρία γένη και, κατά γενική παραδοχή, το πιο απλό και πιο φυσικό, αλλά και "πιο ανδροπρεπές και αυστηρότερο", το χρωματικόν χρωματικόν, το γένος στο οποίο ένα διάστημα ενός τόνου και μισού χρησιμοποιούνταν ως χαρακτηριστικό συστατικό στοιχείο· έτσι, το χρωματικό τετράχορδο θα προχωρούσε με ημιτόνιο, ημιτόνιο και ενάμιση τόνο: mi - fa - fa δί. - la ή mi - fa - sol ύφ. - la. Υπήρχαν τρεις χρόες στο χρωματικό: (α) το χρωματικό μαλακό, (β) το ημιόλιο και (γ) το τονιαίο ή σύντονο. ή χρώμα και το εναρμόνιον εναρμόνιον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τετάρτων του τόνου. H επινόησή του αποδιδόταν στον Όλυμπο. Το τετράχορδο στο εναρμόνιο γένος προχωρεί με τον ακόλουθο τρόπο: mi mi1/4 fa la. Ο όρος αρμονία πολύ συχνά αντικαθιστούσε τον όρο εναρμόνιο γένος από την εποχή του Αριστόξενου και κατόπι. ή αρμονία. Το καθένα από αυτά συζητείται χωριστά (βλ. τα αντίστοιχα, λ.).
Το διατονικό διάτονον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον. Ήταν μάλλον το αρχαιότερο από τα τρία γένη και, κατά γενική παραδοχή, το πιο απλό και πιο φυσικό, αλλά και "πιο ανδροπρεπές και αυστηρότερο" ήταν το πρώτο που χρησιμοποιήθηκε· θεωρούνταν το πιο φυσικό και μπορούσε να τραγουδηθεί ακόμη κι από εκείνους που ήταν τελείως απαίδευτοι (Αριστείδης, 19 Mb, 16 R.P.W.-Ι). Το χρωματικό χρωματικόν, το γένος στο οποίο ένα διάστημα ενός τόνου και μισού χρησιμοποιούνταν ως χαρακτηριστικό συστατικό στοιχείο· έτσι, το χρωματικό τετράχορδο θα προχωρούσε με ημιτόνιο, ημιτόνιο και ενάμιση τόνο: mi - fa - fa δί. - la ή mi - fa - sol ύφ. - la. Υπήρχαν τρεις χρόες στο χρωματικό: (α) το χρωματικό μαλακό, (β) το ημιόλιο και (γ) το τονιαίο ή σύντονο. χρησιμοποιήθηκε αργότερα και θεωρούνταν το πιο τεχνικό ("τεχνικώτατον") και μπορούσε να εκτελεστεί μονάχα από μορφωμένους (καλλιεργημένους μουσικά) ανθρώπους. Δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ στην τραγωδία· αλλά ήταν σε πλατιά χρήση στη μουσική για κιθάρα κιθάρα, έγχορδο όργανο, πιο τελειοποιημένο και πιο επεξεργασμένο από τη λύρα. Διέφερε από αυτήν ως προς το ηχείο, το μέγεθος και την ηχητικότητα. Ήταν το όργανο των επαγγελματιών. Στους προκλασικούς χρόνους η κιθάρα είχε από τρεις ως επτά χορδές· η επτάχορδη κιθάρα ήταν μια καινοτομία του Τέρπανδρου (7ος αι. π.Χ.). Στον 6ο αι. προστέθηκε 8η χορδή και στον 5ο αι. χρησιμοποιήθηκαν κιθάρες με 9, 10, 11 και 12 χορδές.. Ο Πλούταρχος (Περί μουσ. 1137Ε, 20) γράφει σχετικά: "και η κιθάρα, αρχαιότερη κατά πολλές γενεές από την τραγωδία, χρησιμοποιούσε [το χρωματικό γένος] από την αρχή. Και ότι το χρώμα [χρωματικό] είναι προγενέστερο του εναρμόνιου είναι επίσης καλά γνωστό".
Το εναρμόνιον εναρμόνιον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τετάρτων του τόνου. H επινόησή του αποδιδόταν στον Όλυμπο. Το τετράχορδο στο εναρμόνιο γένος προχωρεί με τον ακόλουθο τρόπο: mi mi1/4 fa la. Ο όρος αρμονία πολύ συχνά αντικαθιστούσε τον όρο εναρμόνιο γένος από την εποχή του Αριστόξενου και κατόπι. γένος ήταν το τελευταίο που χρησιμοποιήθηκε και, κατά τον Αριστόξενο Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων., εφευρέτης του ήταν ο Όλυμπος Όλυμπος, όνομα πολλών μουσικών και ποιητών της αρχαίας Ελλάδας.
1. Μυθικός, περισσότερο, μουσικός από τη Φρυγία, μαθητής του Μαρσύα, που ανήκει στην τριάδα (Ύαγνις, Μαρσύας και Όλυμπος) της φρυγικής μουσικής. Κατά τον Αριστόξενο, πολλοί μουσικοί πίστευαν ότι ο Όλυμπος ήταν ο εφευρέτης του εναρμόνιου γένους και δημιουργός του αρμάτειου νόμου, του νόμου της Αθηνάς, του πολυκέφαλου νόμου και των θρηνητικών νόμων.
2. ο νεώτερος, από τη Μυσία της Μ. Ασίας (επονομαζόμενος Μυσός)· τοποθετείται στον 7ο αι. π.Χ. (Πλούτ. 1134F, 11). Θεωρούνταν εξαιρετικά δύσκολο, χρειαζόταν σημαντική πρακτική εξάσκηση ("δυσμελωδικώτατον, πολλής τριβής δεόμενον": Μ. Ψελλός, 27), και ήταν σχεδόν αδύνατο για τους πολλούς. Βλ. για το ήθος των γενών στο λ. ήθος ήθος, στη μουσική η λέξη σήμαινε τον ηθικό χαρακτήρα που τείνει να εμπνεύσει στην ψυχή η μουσική. Οι νότες, οι αρμονίες, τα γένη, το μέλος γενικά και οι ρυθμοί είχαν, κατά την άποψη πολλών αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, ηθικό σκοπό και δύναμη..

Τα γένη στη Ρυθμική ρυθμική, η επιστήμη του ρυθμού. Πρέπει να διακρίνεται από τη μετρική, της οποίας τα πλαίσια είναι πιο περιορισμένα. (την επιστήμη του ρυθμού) καθορίζονται, κατά τον Αριστόξενο, από τη σχέση της θέσης θέσις, με την ίδια περίπου σημασία που έχει ο όρος σήμερα. Κατά τον Αριστείδη, άρση είναι μια κίνηση προς τα πάνω ενός μέρους του σώματος και θέση μια κίνηση προς τα κάτω του ίδιου μέρους. προς την άρση άρσις-θέσις, Κατά τον Αριστείδη, άρση είναι μια κίνηση προς τα πάνω ενός μέρους του σώματος και θέση μια κίνηση προς τα κάτω του ίδιου μέρους.. Υπήρχαν τρία ρυθμικά γένη: το δακτυλικό (σχέση 1 προς 1, ή 2 προς 2· ίση θέση προς την άρση), το ιαμβικό (1 προς 2, άρση προς διπλάσια θέση) και το παιωνικό (3 προς 2). Σύμφωνα με τον Αριστείδη Αριστείδης, θεωρητικός και συγγραφέας μουσικής. Πιστεύεται ότι έζησε ανάμεσα στον 1ο και 3ο αι. μ.Χ. Έχει γράψει ένα σημαντικό σύγγραμμα για τη μουσική με τον τίτλο Περί μουσικής, διαιρεμένο σε τρία βιβλία. (Mb 35), μερικοί προσθέτουν και ένα τέταρτο ρυθμικό γένος, το επίτριτο (4 προς 3).
Σε μερικές περιπτώσεις η λέξη γένος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του στιλ, όπως η λέξη τρόπος τρόπος, όρος με διάφορες σημασίες ανάλογα με την περίσταση και την εποχή, αλλά συχνά συνώνυμο του όρου τόνος, ενώ στον είναι Πλούταρχο, συνώνυμος και με την αρμονία. Επίσης, στιλ (τεχνοτροπία στη σύνθεση).· π.χ. Πλούτ. (1142C, 31): "και διαπειρώμενον αμφοτέρων των τρόπων, του τε Πινδαρείου και Φιλοξενείου, μη δύνασθαι κατορθούν εν τω Φιλοξενείω γένει" (και προσπαθώντας [ο Τελεσίας Τελεσίας, (4ος αι. π.Χ.)· μουσικός από τη Θήβα, σύγχρονος του Αριστόξενου. Μνημονεύεται από τον Αριστόξενο ως τυπικό παράδειγμα της επίδρασης που ασκείται από την εκπαίδευση, καθώς, μελετώντας τις συνθέσεις του Πινδάρου, του Λάμπρου, του Πρατίνα και άλλων λυρικών ποιητών, έγινε ένας θαυμάσιος αυλητής και απέκτησε μια στέρεη μουσική κατάρτιση.] να συνθέσει και στα δύο στιλ, σ' αυτό του Πίνδαρου Πίνδαρος, (περ. 522-446 π.Χ.)· γεννήθηκε στις Κυνός Κεφαλές, κοντά στη Θήβα, και πέθανε στο ’ργος. Ο πιο μεγάλος λυρικός ποιητής της αρχαίας Ελλάδας· σπούδασε μουσική αρχικά με τον πατέρα του Δαΐφαντο και τον θείο του Σκοπελίνο, και αργότερα με τον Λάσο τον Ερμιονέα. Συνέθεσε ύμνους, παιάνες, διθυράμβους, προσόδια, παρθένεια, υπορχήματα, εγκώμια, θρήνους και πάνω απ' όλα επίνικους. Ως μουσικός παρέμεινε συντηρητικός, πιστός στην παράδοση, μένοντας αδιάφορος στις καινοτομίες της εποχής του. Το απλό και συγκρατημένο κλασικό ύφος (στιλ) του είχε γενική απήχηση στους Έλληνες. [που ήταν "παραδοσιακός" συνθέτης] και σ' αυτό του Φιλόξενου Φιλόξενος, (435-380/379 π.Χ.)· συνθέτης διθυράμβων από τα Κύθηρα. Αιχμαλωτίστηκε και πουλήθηκε δούλος, παιδί ακόμη, σε κάποιον Αγεσύλα, και αό αυτόν στον ποιτή Μελανιππίδη που τον απελευθέρωσε και του δίδαξε μουσική. Έγραψε 24 διθυράμβους, που εγκωμιάστηκαν από μερικούς για την πρωτοτυπία στην έκφραση, τη μελωδική δροσιά και ποικιλία, και επικρίθηκαν από άλλους για το πολύ διακοσμητικό στιλ τους και τις τολμηρές καινοτομίες τους. [που ήταν από τους "καινοτόμους" συνθέτες του 5ου/4ου αι. π.Χ.], απέτυχε στο φιλοξένειο στιλ). Ο Πλούταρχος στο παραπάνω απόσπασμα μεταχειρίζεται τις λέξεις τρόπος και γένος με την ίδια σημασία, δηλ. του στιλ, της τεχνοτροπίας.