Keresés

Részletes keresés

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.18 0 0 476

σύριγξ, σύριγγα του Πάνα· φλογέρα του βοσκού. Ο ήχος παράγεται από φύσημα κατευθείαν μέσα στην οπή, που έχει ανοιχτεί στο επάνω άκρο, χωρίς την παρεμβολή γλωσσίδας γλωττίς, το γλωσσίδι του αυλού που κατασκευαζόταν από ειδικής και ξεχωριστής ποιότητας καλάμι.. Συρίζω (και συρίττω) σήμαινε παίζω τη σύριγγα· επίσης, παράγω έναν συρίζοντα ήχο. Το όνομα της σύριγγας εμφανίζεται στην Ιλιάδα και στον Ύμνο στον Ερμή 512- Ίλ. Κ 13: "αυλών συριγγών τ' ένοπήν" ([ο Αγαμέμνονας, κοιτάζοντας προς το στρατόπεδο των Τρώων, θαύμαζε τις πολλές φωτιές που έκαιαν μπροστά στο Ίλιο] και τον ήχο των αυλών και των συριγγών). Βλ. επίσης Σ 526.
Γενικά, μπορεί να ειπωθεί πως ο όρος σύριγγα (σύριγξ) χρησιμοποιούνταν συχνά για όλα τα πνευστά όργανα χωρίς γλωσσίδα, ενώ για εκείνα που είχαν γλωσσίδα (απλή ή διπλή) χρησιμοποιούνταν ο όρος αυλός αυλός, το πιο σημαντικό πνευστό όργανο της αρχαίας Ελλάδας. Παίζονταν συνήθως σε ζευγάρια (δίαυλος). Αποτελούνταν από τον βόμβυκα (κύριο σώμα) με τα τρήματα (τρύπες), το υφόλμιο και τον όλμο, πάνω στον οποίο προσαρμοζόταν η γλωττίς. Η καταγωγή του δεν έχει τελείως αποσαφηνιστεί..
Υπήρχαν βασικά δύο είδη σύριγγας: η μονοκάλαμος και η πολυκάλαμος· Αγιοπ. (Vincent Notices 263): "Σύριγγος είδη δύο· το μεν εστι μονοκάλαμον, το δε πολυκάλαμον, ό φασιν εύρημα Πανός". Και στις δύο περιπτώσεις, η σύριγγα κατασκευαζόταν από καλάμι.
Ο τόνος της μονοκάλαμης ήταν ελαφρός, γλυκός και λιγάκι συριστικός· η έκτασή της ήταν περιορισμένη στην υψηλή περιοχή, σε αντίθεση με τον αυλό, που συχνά επονομαζόταν βαρύφθογγος (βαρύτονος). Το όργανο ήταν κατακόρυφο (ίσιο) και είχε λίγες οπές. Η πολυκάλαμη ήταν η γνωστή σύριγξ του Πανός ή σύριγγες του Πανός. Τα καλάμια (σωλήνες) ήταν συνήθως επτά, με διαφορετικό μέγεθος· σχημάτιζαν, όμως, μια οριζόντια γραμμή στο επάνω άκρο, χωρίς οπές, και ήταν συνδεδεμένα με κερί. Πολυδ. (IV, 69): "στη σύριγγα ο ήχος παράγεται με φύσημα· είναι ένα σύνολο από καλάμια (σωλήνες) δεμένα με λινάρι και κερί... πολλά καλάμια με βαθμιαία σμικρυνόμενο μέγεθος". Ο Πολυδεύκης μιλεί και για μια πεντασύριγγα (VIII, 72), ενώ ο Αγιοπολίτης για δεκακάλαμη (σ. 260). Η σύριγγα του Πάνα ήταν όργανο ποιμενικό (ο Πάνας ήταν ποιμενικός θεός, προστάτης των δασών, των κοπαδιών και των βοσκών) και δε χρησιμοποιούνταν ποτέ για καλλιτεχνικούς σκοπούς· πρβ. Ομ. Ιλ. Σ 526: "νομήες τερπόμενοι σύριγξι" (βοσκοί τερπόμενοι με τις σύριγγες).
Στην περίπτωση ισομεγεθών καλαμιών, συνήθιζαν να γεμίζουν ένα τμήμα κάθε σωλήνα με κερί, μικραίνοντας έτσι βαθμιαία την αέρινη στήλη που παλλόταν.
Κατά τον Διόδωρο Σικελιώτη (Γ', 58, 2), η Κυβέλη εφεύρε την πολυκάλαμη σύριγγα: "πολυκάλαμον σύριγγα πρώτην [Κυβέλην] επινοήσαι". Ο Πολυδεύκης Πολυδεύκης, Ιούλιος· γραμματικός και λεξικογράφος του 2ου αι. μ.Χ., γενικά γνωστός ως Pollux. Το σπουδαιότερο έργο του είναι το Ονομαστικόν, ένα λεξικό που αποτελείται από δέκα βιβλία, στο οποίο περιέχονται γνώσεις για κάθε άποψη της ζωής, και στο οποίο οι λέξεις δεν είναι ταξινομημένες αλφαβητικά, αλλά κατά θέματα. Το τέταρτο βιβλίο περιέχει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τη μουσική, γεγονός που καθιστά το λεξικό αυτό σπουδαία πηγή για την αρχαία ελληνική μουσική, καθώς και για την όρχηση και το θέατρο· (IV, 77), όμως, λέει πως είχε κελτική προέλευση: "η δε εκ καλάμων σύριγξ Κελτοίς προσήκει και τοις εν ωκεανώ νησιώταις" (η πολυκάλαμη σύριγγα αρμόζει στους Κέλτες και σε όσους κατοικούν στα νησιά του ωκεανού).






Σύμφωνα με το μύθο, ο Πάνας αγάπησε μια νύμφη από την Αρκαδία, την κόρη του ποταμού Λάδωνα Σύριγγα. Η νύμφη τρομαγμένη από την καταδίωξη του θεού ικέτευσε τον Δία να τη σώσει. Έτσι, τη στιγμή που ο Πάνας την έπιασε, εκείνη μεταμορφώθηκε σε καλαμιά· τρελός από θυμό και απογοήτευση ο Πάνας έσπασε την καλαμιά σε κομμάτια. Γρήγορα, όμως, κατάλαβε πως έκοβε το σώμα της νύμφης, και μετανιωμένος άρχισε να κλαίει και να φιλά τα κομμάτια της καλαμιάς. Ακούγοντας τους ήχους που έβγαιναν, καθώς φυσούσε κλαίοντας, οδηγήθηκε στην κατασκευή της σύριγγας.
Ο επικός ποιητής Ευφορίων (Αθήν. Δ', 184Α, 82), στο βιβλίο του Περί μελοποιϊών (ή μελοποιών) λέει πως ο Ερμής επινόησε τη μονοκάλαμη σύριγγα, ο Σειληνός την πολυκάλαμη και την κηρόδετη ο Μαρσύας Μαρσύας, μυθικός βοσκός και μουσικός, γιος του Ύαγνι. Σύμφωνα με κάποιον μύθο, ήταν ο εφευρέτης του αυλού. Ανταγωνίστηκε και έχασε σε μουσικό αγώνα με τον Απόλλωνα, ο οποίος τον έγδαρε.: "την μεν μονοκάλαμον σύριγγα Ερμήν ευρεΐν, την δε πολυκάλαμον Σειληνόν, Μαρσύαν δε την κηρόδετον". ’λλοι αποδίδουν την εφεύρεση της μονοκάλαμης σύριγγας στον Σεύθη και τον Ρωνάκη, από τη θρακική φυλή των Μαιδών.
Γενικά, μπορεί να λεχθεί πως η πολυκάλαμη σύριγγα υπήρξε ο κυριότερος πρόδρομος της ύδραυλης ύδραυλις, όργανο με πλήκτρα στο οποίο ο ήχος παραγόταν με υδραυλική πίεση του αέρα. Ήταν εφεύρεση του μηχανικού Κτησίβιου από την Αλεξάνδρεια (αλλά ίσως και του Αρχιμήδη) και ήταν ο πρόδρομος του εκκλησιαστικού οργάνου..
Η σύριγγα συνδεόταν, επίσης, με τη μαγεία· ο Πλούταρχος Πλούταρχος, (46/48 μ.Χ. περίπου - μετά το 120 μ.Χ.) φιλόσοφος, βιογράφος και ιστορικός. Τα έργα του διαιρούνται σε δύο μεγάλες ομάδες, τους Βίους Παραλλήλους και τα Ηθικά, στα οποία υπάρχουν συχνές αναφορές στη μουσική. Υπάρχουν όμως και δύο εκτεταμένες μελέτες του ειδικά για τη μουσική, η Περί της εν Τιμαίω ψυχογονίας, σχόλια στις μουσικές θεωρίες του Πλάτωνα στον Τίμαιο, και ο διάλογος Περί μουσικής, μια πραγματεία που περιέχει πολλές πληροφορίες σχετικές κυρίως με την ιστορία αλλά και τη θεωρία της αρχαίας ελληνικής μουσικής. (Πότερα των ζώων φρονιμότερα... 961Ε, 3) αναφέρει: "κηλούνται μεν γαρ έλαφοι και ίπποι σύριγξι και αυλοίς" (τα ελάφια και τα άλογα μαγεύονται [γοητεύονται] με τις σύριγγες και τους αυλούς). Στο εδάφιο αυτό η λέξη κηλούμαι θα μπορούσε να έχει απλώς τη σημασία του θέλγομαι.

Σύριγξ λεγόταν και το επιστόμιο του αυλού με μονή γλωσσίδα (πρβ. Κ. Schlesinger The Greek Aulos 54). Κατά τη θεωρία του Α. Α. Howard (βλ. Macran Αριστόξενος 243), η σύριγξ ήταν μια οπή κοντά στο επιστόμιο του αυλού, που βοηθούσε, όπως και στο κλαρινέτο, στην παραγωγή των αρμονικών (βλ. Αριστόξ. Αρμ. Ι, 21, 1 Mb, και Πλούτ. Ότι ουδ' ηδέως ζην εστιν κατ' Επίκουρον 1096Α και Περί μουσ. 1138Α).

Η λέξη σύριγξ χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του σφυρίγματος (LSJ).

Για την έκφραση "κατασπάν" και "ανασπάν την σύριγγα" βλ. Macran Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. 243-244 και Κ. Schlesinger, 54 κε.· επίσης, Weil και Reinach Plut. De la Mus. 82-83, σημ. 196.

Βιβλιογραφία:

Th. Reinach, "Syrinx" DAGR VIII (1908), .σσ. 1596-1600.
H. Abert, "Syrinx", Pauly RE 2η Σειρά, IV, στήλ. 1779.
Κ. Sachs, "Pan-pipes" Hist. (1940), σσ. 142-143.
M. Wegner, Das Musikleben der Griechen (1949), σσ. 58-60.

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.18 0 0 475

συριγμός, σύριγμα, σφύριγμα. Ο Gevaert (ΙΙ, 268) υποστηρίζει πως οι όροι συριγμός και σύρμα σήμαιναν κάτι παρόμοιο με τους αρμονικούς (της άρπας)· βλ. λ. διάληψις διάληψις, το άγγιγμα μιας χορδής της κιθάρας ή της λύρας ελαφρά στο μέσο του μήκους της, που έδινε την 8η (αρμονικός φθόγγος)..
Ο Πτολεμαίος Πτολεμαίος, Κλαύδιος· (85 ή 108 μ.Χ. - περ. 163-168 μ.Χ.) μεγάλος γεωγράφος, αστρονόμος, μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής. Εκτός από τα πολυάριθμα και σημαντικά βιβλία του για την αστρονομία, τη γεωγραφία και τα μαθηματικά, έγραψε ένα σημαντικότατο επιστημονικό έργο για τη μουσική, τα Αρμονικά, σε τρία βιβλία (Αρμονικών βιβλία τρία). Το έργο αυτό αποτελεί μια πολύτιμη εκτίμηση, ερμηνεία και ανάπτυξη των πυθαγόρειων δογμάτων και αρχών για τη μουσική. χρησιμοποιεί τον όρο σύρμα, με παρόμοια ίσως, σημασία (Αρμ. ΙΙ, 12): "καταπλοκής σύρματος" κτλ.
Ο Λύσανδρος Λύσανδρος, (6ος αι. π.Χ.;)· μουσικός και κιθαριστής από τη Σικυώνα. Ίσως ο πρώτος που καθιέρωσε την ψιλοκιθαριστική, χρησιμοποίησε την έναυλο κιθάριση, και έπαιζε στην κιθάρα πολύ χρωματικές συνθέσεις. ο Σικυώνιος, κατά τον Φιλόχορο, ήταν ο πρώτος που εισήγαγε το συριγμό, ανάμεσα σε άλλες καινοτομίες· τον ονομάζει μάγαδιν (Αθήν. ΙΔ', 638Α, 42): "και μάγαδιν, τον καλούμενον συριγμόν". Ο Νικόμαχος Νικόμαχος, (2ος αι. μ.Χ.)· Πυθαγόρειος μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής· γεννήθηκε στην πόλη Γέρασα της Συρίας. Έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο Αρμονικής Εγχειρίδιον (ή Αρμονικόν Εγχειρίδιον), στο οποίο εκθέτει και διασαφηνίζει, τις πυθαγόρειες αρχές πάνω στη μουσική. (Excerpta 6) χρησιμοποιεί τις λέξεις σιγμός (σύριγμα) και ποππυσμός πόππυσμα, σύριγμα που ακούγεται από αδέξιο φύσημα στον αυλό., για να αποδώσει τους διαπεραστικούς, δυσάρεστους και κακόφωνους ήχους. Η λέξη σύριγμα απαντά και με τη σημασία του διαπεραστικού ήχου ενός σωλήνα (Πολυδ. IV, 83: "μέλη αυλημάτων, κρούματα, συρίγματα"). Νόνν. (Διονυσιακά XL, 232): "ών από μυρομένων σκολιόν σύριγμα κομάων θρήνον" (από τους θρήνους και τα συρίγματα των μαλλιών τους).
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.18 0 0 474

συρίγγιον, υποκοριστικό του σύριγξ σύριγξ, σύριγγα του Πάνα· φλογέρα του βοσκού. Ο ήχος παράγεται από φύσημα κατευθείαν μέσα στην οπή, που έχει ανοιχτεί στο επάνω άκρο, χωρίς την παρεμβολή γλωσσίδας. Γενικά, μπορεί να ειπωθεί πως ο όρος σύριγγα (σύριγξ) χρησιμοποιούνταν συχνά για όλα τα πνευστά όργανα χωρίς γλωσσίδα, ενώ για εκείνα που είχαν γλωσσίδα (απλή ή διπλή) χρησιμοποιούνταν ο όρος αυλός. Υπήρχαν βασικά δύο είδη σύριγγας: η μονοκάλαμος και η πολυκάλαμος.· μια μικρή σύριγγα, μικρός σωλήνας που χρησίμευε και ως τονοδότης.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.18 0 0 473

σύριγγες, το πέμπτο μέρος του κιθαριστικού κιθαριστική, η τέχνη του κιθαριστή· ιδιαίτερα της εκτέλεσης σόλο κιθάρας. πυθικού νόμου, κατά τον Στράβωνα (Θ', 421).

Βλ. τα λ. πυθικός νόμος πυθικός νόμος, ο πιο σημαντικός αυλητικός νόμος· επινοήθηκε από τον Σακάδα, που υπήρξε ο σπουδαιότερος αυλητής - συνθέτης της εποχής του. Ο πυθικός νόμος υπήρξε το πρώτο γνωστό είδος προγραμματικής μουσικής και σκοπό είχε την περιγραφή του αγώνα του Απόλλωνα με το δράκοντα Πύθωνα. Αποτελούνταν από πέντε μέρη, τα οποία, κατά τον Πολυδεύκη, ήταν τα ακόλουθα: πείρα, κατακελευσμός, ιαμβικόμ σπονδείον, καταχόρευσις. Αποτέλεσε το πρότυπο για τον αντίστοιχο κιθαριστικό νόμο. και σύριγξ σύριγξ, σύριγγα του Πάνα· φλογέρα του βοσκού. Ο ήχος παράγεται από φύσημα κατευθείαν μέσα στην οπή, που έχει ανοιχτεί στο επάνω άκρο, χωρίς την παρεμβολή γλωσσίδας. Γενικά, μπορεί να ειπωθεί πως ο όρος σύριγγα (σύριγξ) χρησιμοποιούνταν συχνά για όλα τα πνευστά όργανα χωρίς γλωσσίδα, ενώ για εκείνα που είχαν γλωσσίδα (απλή ή διπλή) χρησιμοποιούνταν ο όρος αυλός. Υπήρχαν βασικά δύο είδη σύριγγας: η μονοκάλαμος και η πολυκάλαμος..
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 472

παρθένιος, (επίθ.)· παρθένιος αυλός· ο ψηλότερος σε έκταση αυλός αυλός, το πιο σημαντικό πνευστό όργανο της αρχαίας Ελλάδας. Παίζονταν συνήθως σε ζευγάρια (δίαυλος). Αποτελούνταν από τον βόμβυκα (κύριο σώμα) με τα τρήματα (τρύπες), το υφόλμιο και τον όλμο, πάνω στον οποίο προσαρμοζόταν η γλωττίς. Η καταγωγή του δεν έχει τελείως αποσαφηνιστεί.. Στην τάξη (κατηγορία) των παρθενίων αυλών ανήκαν ο γίγγρας γίγγρας, 1. το όνομα του ’δωνη στη φοινικική γλώσσα.
2. Μικρός αυλός (αυλίσκος) φοινικικής καταγωγής με διαπεραστικό τόνο και χαρακτήρα θρηνώδη και πένθιμο· πήρε το ονομά του από τον ’δωνη.
3. το όνομα ενός αυλήματος (σόλο αυλού) για τον αυλό γίγγρα.
4. είδος χορού συνοδευμένου από τον αυλό γίγγρα.
5. επιφώνημα σε συμπόσια, γλέντια, ο φώτιγξ φώτιγξ, πλαγίαυλος, κατασκευασμένος από ξύλο λωτού, αιγυπτιακής προέλευσης. και ο αιάζων αυλός. Ο Πολυδεύκης Πολυδεύκης, Ιούλιος· γραμματικός και λεξικογράφος του 2ου αι. μ.Χ., γενικά γνωστός ως Pollux. Το σπουδαιότερο έργο του είναι το Ονομαστικόν, ένα λεξικό που αποτελείται από δέκα βιβλία, στο οποίο περιέχονται γνώσεις για κάθε άποψη της ζωής, και στο οποίο οι λέξεις δεν είναι ταξινομημένες αλφαβητικά, αλλά κατά θέματα. Το τέταρτο βιβλίο περιέχει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τη μουσική, γεγονός που καθιστά το λεξικό αυτό σπουδαία πηγή για την αρχαία ελληνική μουσική, καθώς και για την όρχηση και το θέατρο· (IV, 81) λέει ότι "παρθένες συνήθιζαν να χορεύουν με συνοδεία παρθενίων αυλών".
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 471

τρόπος, υπήρξε κάποια σύγχυση στη χρήση του όρου αυτού σε μερικά αρχαία κείμενα· συχνά εμφανίζεται ως συνώνυμο του όρου τόνος τόνος, όρος με διάφορες, και κάποτε όχι ολότελα ξεκαθαρισμένες, σημασίες στην αρχαία ελληνική μουσική.

1. τάση (τάσις· ύψος).
2. διάστημα κατά το οποίο η 5η ξεπερνά την 4η, η μεγάλη 2η.
3. κλίμακα τοποθετημένη σ' ένα ορισμένο ύψος.
4. Ο Κλεονείδης δίνει μια τέταρτη σημασία· τη σημασία του φθόγγου (ήχου, τόνου), π.χ. επτάτονος φόρμιγξ.
5. Ο όρος τόνος συχνά χρησιμοποιείται και για την αρμονία.. Ο Αριστείδης Αριστείδης, θεωρητικός και συγγραφέας μουσικής. Πιστεύεται ότι έζησε ανάμεσα στον 1ο και 3ο αι. μ.Χ. Έχει γράψει ένα σημαντικό σύγγραμμα για τη μουσική με τον τίτλο Περί μουσικής, διαιρεμένο σε τρία βιβλία. (Περί μουσ. 136 Mb) λέει: "τρόπους, ους και τόνους εκαλέσαμεν". Ο Αλύπιος (Εισ. 3) γράφει κατά παρόμοιο τρόπο: "εις τους λεγόμενους τρόπους τε και τόνους, όντας πεντεκαίδεκα τον αριθμόν" (στους λεγόμενους τρόπους και τόνους, που είναι δεκαπέντε τον αριθμό)· βλ. στο λ. τόνος τους δεκαπέντε τόνους.
Στον Πλούταρχο Πλούταρχος, (46/48 μ.Χ. περίπου - μετά το 120 μ.Χ.) φιλόσοφος, βιογράφος και ιστορικός. Τα έργα του διαιρούνται σε δύο μεγάλες ομάδες, τους Βίους Παραλλήλους και τα Ηθικά, στα οποία υπάρχουν συχνές αναφορές στη μουσική. Υπάρχουν όμως και δύο εκτεταμένες μελέτες του ειδικά για τη μουσική, η Περί της εν Τιμαίω ψυχογονίας, σχόλια στις μουσικές θεωρίες του Πλάτωνα στον Τίμαιο, και ο διάλογος Περί μουσικής, μια πραγματεία που περιέχει πολλές πληροφορίες σχετικές κυρίως με την ιστορία αλλά και τη θεωρία της αρχαίας ελληνικής μουσικής. οι όροι τόνος, τρόπος και αρμονία αρμονία, γενική σημασία της λέξης: σύνδεση, συναφή.
1. Σύμφωνα με τους παλιούς θεωρητικούς σήμαινε την ογδόη και τη διαφορετική διάταξη των φθόγγων μέσα στην ογδόη ή μέσα σ' ένα σύστημα με τα μέρη του συνδεμένα έτσι που να σχηματίζουν ένα τέλειο σύνολο. Συνήθως αναφέρονται επτά αρμονίες. Μετά την εποχή του Αριστόξενου, ο όρος δια πασών αντικατέστησε τον όρο αρμονία σε πολλά κείμενα
2. Στην εποχή του Αριστόξενου και κατόπιν ο όρος αρμονία χρησιμοποιούνταν πολύ συχνά με τη σημασία "εναρμόνιο γένος", μαζί με τον όρο εναρμόνιος παρουσιάζονται συχνά ως συνώνυμοι. Ει πρεσβυτέρω πολιτευτέον (793Α, 18): "πολλών τόνων και τρόπων υποκειμένων φωνής, ους αρμονίας οι μουσικοί καλούσι" (αφού υπάρχουν πολλοί τόνοι και τρόποι της φωνής, που οι μουσικοί ονομάζουν αρμονίες). Επίσης, Περί του Ε του εν Δελφοίς (389Ε, 10): "και πέντε τους πρώτους είτε τόνους ή τρόπους είθ' αρμονίας χρή καλείν" (και οι πρώτοι πέντε τόνοι ή τρόποι ή αρμονίες, όπως και αν πρέπει να τους ονομάζει κανείς).
Ο Πορφύριος Πορφύριος, (232/233 Τύρος-304/305 μ.Χ. Ρώμη;)· το αρχικό του όνομα ήταν Μάλχος (στα αραβικά Malik=βασιλιάς). Τη συμβολή του στη μελέτη της μουσικής αποτελούν τα Σχόλιά του στα Αρμονικά του Πτολεμαίου. (Comment. Wallis 258, I.D. 82, 5-6), εξετάζοντας τις διάφορες σημασίες του όρου τόνος, λέει ότι "τόνος είναι επίσης ο τόπος [η έκταση] που, κατά τον Αριστόξενο, μπορεί να δεχτεί ένα τέλειο σύστημα, όπως είναι ο δώριος και ο φρύγιος και οι παραπλήσιοι τρόποι".
Πολύ συχνά ο όρος τρόπος απαντά με τη σημασία του στιλ (τεχνοτροπίας στη σύνθεση)· Αριστόξ. (Αρμον. II, 40, 21 Mb): "ούτε τους των μελοποιϊών τρόπους" (ούτε τα στιλ [τεχνοτροπίες] της μελωδικής σύνθεσης). Ο Αριστείδης (ό.π. 30 Mb, 30 R.P.W.-I.), επίσης, λέει: "τρόποι μελοποιΐας", δηλ. στιλ [τεχνοτροπίες] μελωδικής σύνθεσης.

Βλ. λ. γένος γένος, 1. όρος που σήμαινε τη διάφορη διάταξη των διαστημάτων στη σύσταση ενός τετραχόρδου ή ενός πιο μεγάλου συστήματος, του οποίου το τετράχορδο είναι συστατικό μέρος. Τα γένη ήταν τρία: το διατονικόν ή διάτονον, το χρωματικόν ή χρώμα και το εναρμόνιον ή αρμονία.
2. Τα γένη στη Ρυθμική καθορίζονται, κατά τον Αριστόξενο, από τη σχέση της θέσης προς την άρση. Υπήρχαν τρία ρυθμικά γένη: το δακτυλικό, το ιαμβικό και το παιωνικό. Σύμφωνα με τον Αριστείδη, μερικοί προσθέτουν και το επίτριτο.
3. Σε μερικές περιπτώσεις η λέξη γένος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του στιλ, όπως η λέξη τρόπος..
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 470

ανάρμοστος, μη αρμοσμένος (ηρμοσμένος ηρμοσμένος, κανονισμένος (τακτοποιημένος, ρυθμισμένος) σύμφωνα με τους νόμους της μουσικής.), μη κανονισμένος σύμφωνα με τους νόμους της αρμονίας (της μουσικής), διάφωνος· σχεδόν το ίδιο με το εκμελής εκμελής, αντίθετος προς τους νόμους του μέλους· εκείνος που παραβιάζει αυτούς τους νόμους· κακόηχος· μη μελωδικός.. Αντίθ. ευάρμοστος ευάρμοστος, καλά τονισμένος, καλά κουρδισμένος, καλά αρμοσμένος. και ηρμοσμένος. "Εκμελής τε και ανάρμοστος (φωνή)" = (φωνή) μη μελωδική και διάφωνη· βλ. όλη τη φράση στο λ. εκμελής εκμελής, αντίθετος προς τους νόμους του μέλους· εκείνος που παραβιάζει αυτούς τους νόμους· κακόηχος· μη μελωδικός.. Βλ. επίσης Αριστόξ. Αρμ. Ι, 18, 24, ΙΙ, 52, 25 Mb· Αριστοτ. Προβλ. XIX, 20 και 36.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 469

λέξις, λόγος, λέξη. Στη μουσική, συχνά χρησιμοποιείται σε αντιδιαστολή προς το κρούσις κρούσις, Η κρούση ενός εγχόρδου οργάνου· συνεκδοχικά μουσική για έγχορδα. (οργανική, έγχορδη μουσική) ή προς το ωδή ωδή, μελοποιημένο ποίημα, τραγούδι. Φαίνεται πως σε παλιές εποχές γράφονταν ποιήματα για να ταιριάσουν σε μελωδίες που προϋπήρχαν.
Ειδικά, το μικρά λυρικά αποσπάσματα με μουσική (λυρική ποίηση) του Αλκαίου, της Σαπφούς και του Ανακρέοντα, αλλά και πιο εκτεταμένες συνθέσεις όπως τα επινίκια του Πινδάρου. Η φόρμα τους ήταν τριμερής (στροφή, αντιστροφή, επωδός). (τραγούδι).
Ανώνυμος (Bell. 78, 68): "Διπλούς ο χαρακτήρ των φθόγγων είληπται, επειδή και διπλήν έχει την χρήσιν· επί λέξεως γαρ και κρούσεως" (Η γραφή των φθόγγων είναι διπλή στο χαρακτήρα, γιατί εξυπηρετεί διπλό σκοπό: [να δηλώνει] το κείμενο [τις λέξεις] και το οργανικό μέρος). Πλάτων (Νόμοι, 816D): "κατά λέξιν τε και ωδήν και κατά όρχησιν" (σύμφωνα με τη λέξη [τις λέξεις], το τραγούδι και την όρχηση).
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 468

προσωδία, (α) ένα τραγούδι με συνοδεία οργάνου. Πολυδ. (IV, 64): "και γαρ Πλάτων... τας προς κιθάραν ωδάς προσωδίας αρέσκει καλείν" (και ο Πλάτων... προτιμά [αρέσκεται] να ονομάζει προσωδίες τις ωδές με συνοδεία κιθάρας). Ησ. : "προσωδία μετ' οργάνου ωδή". Πρβ. Ε.Μ. 690.
(β) Προσωδία (συχνά στον πληθ., προσωδίαι)· ο ιδιαίτερος τονισμός των λέξεων κατά την ομιλία· η παραλλαγή σε ύψος της φωνής που μιλεί (LSJ). Αριστόξ. (Αρμον. Ι, 18, 14 Mb): "λέγεται γαρ και λογώδές τι μέλος, το συγκείμενον εκ των προσωδιών των εν τοις ονόμασιν" (γιατί υπάρχει και ένα είδος μελωδίας στην ομιλία, που εξαρτάται από τους τονισμούς των λέξεων).
Βλ. λ. λογώδες μέλος λογώδες μέλος, μελωδία που μιλιέται, της ομιλίας..
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 467

υπερβατόν, διαβατό με πήδημα, δηλ. με διάστημα μη συνεχές, μεγαλύτερο της 2ας· αντίθ. του εξής εξής, συνεχώς.
1. Εξής φθόγγοι, νότες που ακολουθούν η μια την άλλη στο υψος.
2. εξής τετράχορδα· συνεχή τετράχορδα, τετράχορδα που ακολουθούν το ένα το άλλο, ανεξάρτητα αν είναι συνημμένα ή διεζευγμένα.
3. εξής διαστήματα· διαστήματα που ακολουθούν το ένα το άλλο στο ύψος· εκείνα που τα άκρα τους είναι εξής, δηλ. συνεχή· π.χ. do - mi, fa - la..
υπερβατόν διάστημα· οποιοδήποτε διάστημα μεγαλύτερο της δευτέρας (στο διατονικό διάτονον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον. Ήταν μάλλον το αρχαιότερο από τα τρία γένη και, κατά γενική παραδοχή, το πιο απλό και πιο φυσικό, αλλά και "πιο ανδροπρεπές και αυστηρότερο" γένος)· διάστημα διαβατό με πήδημα. Το ρ. υπερβαίνω στη μουσική σήμαινε πηδώ, διαβαίνω, περνώ (ή τραγουδώ) με πηδήματα, περνώ πάνω από μια απόσταση δύο φθόγγων με πήδημα, δηλ. διάστημα μεγαλύτερο της δευτέρας (στο διατονικό γένος).
υπερβατόν σύστημα ήταν το σύστημα σύστημα, ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους θεωρητικούς. Το πρώτο καλά οργανωμένο σύστημα, που κατόπι χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τα Τέλεια Συστήματα, ήταν το τετράχορδο. στο οποίο η πορεία της μελωδίας γινόταν με πηδήματα, αντί με συνεχείς βαθμίδες. Αριστόξ. (Αρμ. Ι, 17, 30 Mb): "παν γαρ σύστημα ήτοι. συνεχές ή υπερβατόν εστι" (γιατί κάθε σύστημα είναι ή συνεχές ή υπερβατό).

Πρβ. Κλεον. Εισαγ. 10 και Αριστείδης Περί μουσ. 16 Mb.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 466

μικτός, (α) μικτόν σύστημα· το σύστημα σύστημα, ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους θεωρητικούς. Το πρώτο καλά οργανωμένο σύστημα, που κατόπι χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τα Τέλεια Συστήματα, ήταν το τετράχορδο. στο οποίο και τα δύο τετράχορδα τετράχορδον, το σύνολο τεσσάρων συνεχών χορδών ή φθόγγων που σχηματίζουν μια καθαρή τετάρτη. Το τετράχορδο υπήρξε το πρώτο σύστημα της προϊστορικής Ελλάδας. Υπήρχαν τρία γένη του τετράχορδου: το διατονικό, το χρωματικό και το εναρμόνιο., συνημμένων και διεζευγμένων, συνδυάζονται. Ο Αριστόξενος (Αρμον. Ι, 17, 26 Mb): "παν γαρ σύστημα, από τινος μεγέθους αρξάμενον, ή συνημμένον ή διεζευγμένον ή μικτόν, εξ αμφοτέρων γίγνεται" (κάθε σύστημα οποιασδήποτε έκτασης γίνεται ή συνημμένον ή διεζευγμένον ή συνδυάζει και τα δύο).

(β) μικτόν μέλος· το μέλος μέλος, γενικά, μέλος, τμήμα. Στη μουσική, χορικό ή λυρικό τραγούδι· μελωδία γενικά. Στη φωνητική μουσική αποτελείται από τρία στοιχεία: τους φθόγγους, το ρυθμό και τα λόγια. στο οποίο δύο ή τρία γένη αναμιγνύονταν. Ονομαζόταν και "κοινόν" σε αύτα τα γένη. Σχετικά, ο Αριστόξενος γράφει (Αρμον. ΙΙ, 44, 26 Mb): "πάν μέλος έσται, ήτοι διάτονον, ή χρωματικόν, ή εναρμόνιον, ή μικτόν εκ τούτων ή κοινόν τούτων"· (κάθε μελωδία [μέλος] πρέπει να είναι ή διατονική, ή χρωματική, ή εναρμόνια, ή μεικτή από αυτά ή κοινή σε αυτά [τα γένη]).

Πρβ. και Κλεον. Εισ. 6.



spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 465

διάζευξις, όρος που καθόριζε το χώρισμα δύο τετραχόρδων τετράχορδον, το σύνολο τεσσάρων συνεχών χορδών ή φθόγγων που σχηματίζουν μια καθαρή τετάρτη. Το τετράχορδο υπήρξε το πρώτο σύστημα της προϊστορικής Ελλάδας. Υπήρχαν τρία γένη του τετράχορδου: το διατονικό, το χρωματικό και το εναρμόνιο., δηλ. όταν ένας ολόκληρος τόνος χώριζε το τέλος ενός τετραχόρδου από την αρχή του επόμενου:
mi-re-do-si - la-sol-fa-mi ή mi-fa-sol-la - si-do-re-mi

Οι διαζεύξεις ήταν δύο: (α) ανάμεσα στο τετράχορδο μέσων και το τετράχορδο διεζευγμένων, δηλ. ανάμεσα στη μέση μέση, η κεντρική νότα του επτάχορδου συστήματος ή η πρώτη νότα του δεύτερου (χαμηλότερου) τετράχορδου στο οχτάχορδο σύστημα (στις μεταγραφές: la) και η αντίστοιχη χορδή της λύρας ή της κιθάρας. και την παραμέση παραμέση, η νότα και η χορδή "παρά" τη μέση (la), μία μεγάλη δευτέρα πιο πάνω (si) (στο σύστημα Τέλειον Μείζον) (la- si):




(β) ανάμεσα στο τετράχορδο συνημμένων και το τετράχορδο υπερβολαίων, δηλ. ανάμεσα στη νήτη νήτη, 1. η χορδή που βρισκόταν πιo κοντά στον εκτελεστή (νήτη = κατώτατη).
2. η ψηλότερη νότα ή χορδή. Στην επτάχορδη κλίμακα η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου συνημμένων (re) και στην οκτάχορδη η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου διεζευγμένων (mi)· συνημμένων (re) και τη νήτη νήτη, 1. η χορδή που βρισκόταν πιo κοντά στον εκτελεστή (νήτη = κατώτατη).
2. η ψηλότερη νότα ή χορδή. Στην επτάχορδη κλίμακα η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου συνημμένων (re) και στην οκτάχορδη η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου διεζευγμένων (mi)· διεζευγμένων (mi) (πρβ. Βακχ. Εισ. 39, Mb 10):





Βλ. επίσης τα λ. υποδιάζευξις υποδιάζευξις, σχηματίζεται όταν δύο τετράχορδα χωρίζονται από διάστημα πέμπτης και οι ακρινές νότες τους βρίσκονται σε απόσταση ογδόης., παραδιάζευξις παραδιάζευξις, υποδιάζευξη. Σχηματίζεται όταν ανάμεσα σε δύο τετράχορδα, τοποθετημένα το ένα πλάι στο άλλο, υπάρχει απόσταση ενός τόνου, και υπερδιάζευξις υπερδιάζευξις, σχηματίζεται όταν δύο τετράχορδα χωρίζονται από μια ογδόη. Γίνεται ανάμεσα στο τετράχορδο υπατών (si - do - re - mi) και στο τετράχορδο υπερβολαίων (mi - fa - sol - la)..


spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 464

Ο Θησαυρός της Ελληνικής Μουσικής είναι μια πολυμεσική εφαρμογή, που αναπτύχθηκε με στόχο να αποτελέσει την πλατφόρμα μέσα στην οποία θα καταχωρηθούν εποπτικά ορολογία, ονομασίες και πληροφορίες που σχετίζονται με τον Ελληνικό Μουσικό Πολιτισμό.
συναφή, σύζευξη, ειδικά δύο τετραχόρδων τετράχορδον, το σύνολο τεσσάρων συνεχών χορδών ή φθόγγων που σχηματίζουν μια καθαρή τετάρτη. Το τετράχορδο υπήρξε το πρώτο σύστημα της προϊστορικής Ελλάδας. Υπήρχαν τρία γένη του τετράχορδου: το διατονικό, το χρωματικό και το εναρμόνιο.. Όταν δύο συνεχή τετράχορδα έχουν ένα κοινό φθόγγο φθόγγος, ήχος, φωνή. Στη μουσική, ένας ήχος με καθορισμένο ύψος που παραγόταν από φωνή ή οποιοδήποτε μουσικό όργανο., δηλ. όταν η ψηλότερη νότα του χαμηλότερου τετραχόρδου είναι ταυτόχρονα και η πρώτη του ψηλότερου τετραχόρδου. Υπάρχουν τρεις συναφές,
(1) εκείνη που ενώνει το τετράχορδο υπατών με το τετράχορδο μέσων,
(2) εκείνη που ενώνει το τετράχορδο μέσων με το τετράχορδο των συνημμένων,
(3) εκείνη που ενώνει το τετράχορδο διεζευγμένων με το τετράχορδο των υπερβολαίων:



Η πρώτη συναφή (1) λεγόταν βαρυτάτη, η δεύτερη (2) μέση και η τρίτη (3) οξυτάτη (πρβ. Βακχ. Εισαγ. 81· Μαν. Βρυέν. Wallis III, 504).

Ο κοινός φθόγγος των δύο τετραχόρδων ονομαζόταν συναπτών φθόγγος.


spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 463

εναρμόνιον, γένος· το γένος γένος, 1. όρος που σήμαινε τη διάφορη διάταξη των διαστημάτων στη σύσταση ενός τετραχόρδου ή ενός πιο μεγάλου συστήματος, του οποίου το τετράχορδο είναι συστατικό μέρος. Τα γένη ήταν τρία: το διατονικόν ή διάτονον, το χρωματικόν ή χρώμα και το εναρμόνιον ή αρμονία.
2. Τα γένη στη Ρυθμική καθορίζονται, κατά τον Αριστόξενο, από τη σχέση της θέσης προς την άρση. Υπήρχαν τρία ρυθμικά γένη: το δακτυλικό, το ιαμβικό και το παιωνικό. Σύμφωνα με τον Αριστείδη, μερικοί προσθέτουν και το επίτριτο.
3. Σε μερικές περιπτώσεις η λέξη γένος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του στιλ, όπως η λέξη τρόπος. στο οποίο γινόταν χρήση τετάρτων του τόνου τόνος, όρος με διάφορες, και κάποτε όχι ολότελα ξεκαθαρισμένες, σημασίες στην αρχαία ελληνική μουσική.

1. τάση (τάσις· ύψος).
2. διάστημα κατά το οποίο η 5η ξεπερνά την 4η, η μεγάλη 2η.
3. κλίμακα τοποθετημένη σ' ένα ορισμένο ύψος.
4. Ο Κλεονείδης δίνει μια τέταρτη σημασία· τη σημασία του φθόγγου (ήχου, τόνου), π.χ. επτάτονος φόρμιγξ.
5. Ο όρος τόνος συχνά χρησιμοποιείται και για την αρμονία.. Το τετράχορδο τετράχορδον, το σύνολο τεσσάρων συνεχών χορδών ή φθόγγων που σχηματίζουν μια καθαρή τετάρτη. Το τετράχορδο υπήρξε το πρώτο σύστημα της προϊστορικής Ελλάδας. Υπήρχαν τρία γένη του τετράχορδου: το διατονικό, το χρωματικό και το εναρμόνιο. στο εναρμόνιο γένος προχωρεί με τον ακόλουθο τρόπο:

mi mi fa la
1/4 1/4 2

Το διάστημα του διτόνου δίτονον, διάστημα που περιέχει δύο τόνους. (fa - la) πρέπει να ιδωθεί σαν απλό διάστημα (μη σύνθετο, όχι πήδημα, όχι διάστημα τρίτης όπως φαίνεται), γιατί καμιά άλλη νότα δεν μπορεί να υπάρξει, στο εναρμόνιο γένος, ανάμεσα στην τρίτη (fa) και την τετάρτη (la) νότα του τετράχορδου. Τα ονόματα των φθόγγων (ή χορδών) παραμένουν τα ίδια, όπως στο διατονικό διάτονον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον. Ήταν μάλλον το αρχαιότερο από τα τρία γένη και, κατά γενική παραδοχή, το πιο απλό και πιο φυσικό, αλλά και "πιο ανδροπρεπές και αυστηρότερο", σύμφωνα με τη σειρά τους στο τετράχορδο:
(α) διατονικό γένος (β) εναρμόνιο γένος





Ο Αριστείδης Αριστείδης, θεωρητικός και συγγραφέας μουσικής. Πιστεύεται ότι έζησε ανάμεσα στον 1ο και 3ο αι. μ.Χ. Έχει γράψει ένα σημαντικό σύγγραμμα για τη μουσική με τον τίτλο Περί μουσικής, διαιρεμένο σε τρία βιβλία. υποστηρίζει ότι το εναρμόνιο ήταν ακριβέστερο και έγινε δεκτό από τους επιφανέστερους ανθρώπους στη μουσική ("παρά γάρ τοις επιφανεστάτοις εν μουσική τετύχηκε παραδοχής"· πρβ. Περί μουσ. I, Mb 19, R.P.W.-I. 16). Επίσης, ότι ήταν πολύ δύσκολο να εκτελεστεί από τον πολύ κόσμο ("τοις δε πολλοίς έστιν αδύνατον").
Ο όρος αρμονία αρμονία, γενική σημασία της λέξης: σύνδεση, συναφή.
1. Σύμφωνα με τους παλιούς θεωρητικούς σήμαινε την ογδόη και τη διαφορετική διάταξη των φθόγγων μέσα στην ογδόη ή μέσα σ' ένα σύστημα με τα μέρη του συνδεμένα έτσι που να σχηματίζουν ένα τέλειο σύνολο. Συνήθως αναφέρονται επτά αρμονίες. Μετά την εποχή του Αριστόξενου, ο όρος δια πασών αντικατέστησε τον όρο αρμονία σε πολλά κείμενα
2. Στην εποχή του Αριστόξενου και κατόπιν ο όρος αρμονία χρησιμοποιούνταν πολύ συχνά με τη σημασία "εναρμόνιο γένος", μαζί με τον όρο εναρμόνιος πολύ συχνά αντικαθιστούσε τον όρο εναρμόνιο γένος από την εποχή του Αριστόξενου Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. και κατόπι (Αρμον. Ι, σ. 2, 9· σ. 23, 21 κτλ.· Κλεον. Εισ. 3, C.v.J. 181, Mb 3).
Συχνά και οι δύο όροι χρησιμοποιούνται στο ίδιο κείμενο (πρβ. Αριστόξ. I, Mb 2, 9 και 12, 7 κτλ.· Αριστείδης I, Mb 18 και 19).

Σημείωση: Το επίθ. εναρμόνιος χρησιμοποιούνταν συχνά με τη σημασία του μελωδικός, εμμελής, λ.χ. εναρμόνιον άσμα, μελωδικό τραγούδι. Επίσης, εναρμόνιος φθόγγος (Θέων Σμυρναίος Θέων, (2ος αι. μ.Χ.)· πλατωνικός φιλόσοφος και μαθηματικός. Είναι ο συγγραφέας ενός έργου που ασχολείται με τις μαθηματικές επιστήμες (αριθμητική, γεωμετρία, στερεομετρία, αστρονομία και μουσική)., σ. 47). Επίσης, και με τη σημασία του αρμοσμένου, του σύμφωνου (λ.χ. στο χορό [χορωδία]). Αθήν. (ΙΔ', 628A, 24): "εναρμονίων γαρ όντων των ασμάτων" (αφού τα τραγούδια τραγουδιούνται ταιριασμένα στο χορό [αρμονικά όπως θα λέγαμε σήμερα]).

Βλ. Martin Vogel, "Enharmonik der Griechen", ORPHEUS Schriftenreihe zu Grundfragen der Musik), Dusseldorf 1963, τόμ. 3 και 4.

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 462

χρωματικόν, γένος ή, απλώς, χρώμα· το γένος στο οποίο ένα διάστημα ενός τόνου και μισού χρησιμοποιούνταν ως χαρακτηριστικό συστατικό στοιχείο· έτσι, το χρωματικό τετράχορδο τετράχορδον, το σύνολο τεσσάρων συνεχών χορδών ή φθόγγων που σχηματίζουν μια καθαρή τετάρτη. Το τετράχορδο υπήρξε το πρώτο σύστημα της προϊστορικής Ελλάδας. Υπήρχαν τρία γένη του τετράχορδου: το διατονικό, το χρωματικό και το εναρμόνιο. θα προχωρούσε με ημιτόνιο, ημιτόνιο και ενάμιση τόνο: mi - fa - fa δί. - la ή mi - fa - sol ύφ. - la.
Τα ονόματα των συστατικών φθόγγων του τετραχόρδου πρέπει να λαμβάνονται σύμφωνα με τη γενική τους σειρά στο τετράχορδο (το διάστημα μεταξύ λιχανού λιχανός, 1. ως αρσ., το δάχτυλο δείκτης
2. ως θηλ., η χορδή (και η νότα που παράγεται από τη χορδή), που παίζεται με το δείκτη, το λιχανό.
Λιχανός ήταν η τρίτη από κάτω του επταχόρδου και του οκταχόρδου, ονομαζόταν και διάτονος. και μέσης μέση, η κεντρική νότα του επτάχορδου συστήματος ή η πρώτη νότα του δεύτερου (χαμηλότερου) τετράχορδου στο οχτάχορδο σύστημα (στις μεταγραφές: la) και η αντίστοιχη χορδή της λύρας ή της κιθάρας. θεωρείται απλό, όχι σύνθετο ή πήδημα τρίτης όπως θα λέγαμε σήμερα)· συγκρίνετε, στο ακόλουθο παράδειγμα, τα ονόματα των φθόγγων και στα δύο τετράχορδα, διατονικό διάτονον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον. Ήταν μάλλον το αρχαιότερο από τα τρία γένη και, κατά γενική παραδοχή, το πιο απλό και πιο φυσικό, αλλά και "πιο ανδροπρεπές και αυστηρότερο" και χρωματικό:



Υπήρχαν τρεις χρόες στο χρωματικό: (α) το χρωματικό μαλακό, (β) το ημιόλιο και (γ) το τονιαίο ή σύντονο.

Κατά τον Ανώνυμο (Bell. 57-59, 53): (α) το μαλακό είναι εκείνο το τετράχορδο στο οποίο το πυκνόν (όταν το σύνολο των δύο μικρών διαστημάτων [mi -fa - fa δί. στο παράδειγμα] είναι μικρότερο από το υπόλοιπο του τετραχόρδου [fa δί. - la]) είναι ίσο προς τρεις εναρμόνιες διέσεις μείον 1/12 του τόνου· δηλαδή, αφού ή εναρμόνια δίεση είναι 1/4 (δηλ. 3/12) του τόνου, το χρωματικό πυκνό θα είναι ίσο προς 3 x 1/4= 3/4 ή 9/12 μείον 1/12= 8/12 του τόνου. Έτσι, το μαλακό χρωματικό θα προχωρούσε με τον ακόλουθο τρόπο:



(β) το ημιόλιο είναι εκείνο στο οποίο το πυκνό είναι ίσο προς ένα ημιτόνιο και μια εναρμόνια δίεση, δηλαδή 1/2+1/4=3/4 = 9/12 του τόνου:



(γ) Το σύντονο είναι εκείνο στο οποίο το πυκνό αποτελείται από δύο ημιτόνια (mi - fa - fa δί.) και το υπόλοιπο είναι ένας και μισός τόνος (fa δί. - la):



Οι παραπάνω ορισμοί έχουν την προέλευσή τους στον Αριστόξενο Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. (Αρμον. Στοιχ. II, 50-51 Mb), ο οποίος δίνει τους ακόλουθους ορισμούς: (α) το μαλακό χρωματικό είναι το τετράχορδο στο οποίο το πυκνό αποτελείται από δύο ελάχιστες χρωματικές διέσεις ("εκ δύο χρωματικών διέσεων ελαχίστων"), δηλαδή 4/12+4/12= 8/12, και το υπόλοιπο είναι ένα ημιτόνιο παρμένο τρεις φορές (δηλ. 1/2 x 3= 3/2 ή 18/12) συν μία χρωματική δίεση (4/12), δηλ. 18/12+4/12 = 22/12· Έτσι, το μαλακό χρωματικό του Αριστόξενου είναι το ίδιο με εκείνο του Ανώνυμου που δώσαμε παραπάνω (4/12+4/12+22/12)·

(β) Το ημιόλιο χρωματικό είναι εκείνο στο οποίο το πυκνό είναι μιάμιση φορά το εναρμόνιο πυκνό (1/4+1/4=1/2 = 6/12 εναρμ. πυκνό· πλέον το μισό του 3/12) δηλ. 6/12+3/12=9/12· Έτσι, τα δύο πρώτα διαστήματα του χρωματικού τετραχόρδου, αν ληφθούν ως πυκνό, θα είναι, κατά τον ’ριστόξενο, 9/12 του τόνου, ακοιβώς όπως και εκείνο του Ανώνυμου που αναφέρθηκε παραπάνω. Το υπόλοιπο του τετραχόρδου θα είναι 21/12, δηλ. συνολικά (4 1/2 /12) + (4 1/2 / 12) +21/12.
(γ) Το τονιαίο είναι το σύντονο του Ανώνυμου. Το σύντονο ορίζεται από τον Ανώνυμο (σ. 59) ως "εκείνο στο οποίο το πυκνό είναι ένα ημιτόνιο". Αυτό είναι ένα φανερό λάθος, γιατί το πυκνό στο σύντονο είναι δύο ημιτόνια.
Ο Κλεονείδης Κλεονείδης, θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου. (Εισαγ. 7) ορίζει τις τρεις χρόες του χρωματικού τετραχόρδου με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, μολονότι η φρασεολογία διαφέρει ελαφρά.
Ο Αριστείδης Αριστείδης, θεωρητικός και συγγραφέας μουσικής. Πιστεύεται ότι έζησε ανάμεσα στον 1ο και 3ο αι. μ.Χ. Έχει γράψει ένα σημαντικό σύγγραμμα για τη μουσική με τον τίτλο Περί μουσικής, διαιρεμένο σε τρία βιβλία. (18 Mb, R.P.W.-I. 16) αναφέρει πως το χρώμα ονομάζεται έτσι, γιατί τεντώνεται με ημιτόνια ("το δι' ημιτονίων συντεινόμενον"). Ο Ανώνυμος (σσ. 30-31), από την άλλη πλευρά, υποστηρίζει: "χρωμα δε, ήτοι παρά το τετράφθαι πως εκ του διατονικού, ή παρά το χρώζειν μεν αυτό τα άλλα συστήματα... έστι δε ήδιστόν τε και γοερώτατον" (το χρώμα ονομάζεται έτσι, γιατί απομακρύνεται κάπως από το διατονικό ή γιατί χρωματίζει τα άλλα συστήματα· ...και είναι γλυκύτατο και πολύ θρηνητικό).


spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 461

διάτονον, και διατονικόν γένος· το γένος γένος, 1. όρος που σήμαινε τη διάφορη διάταξη των διαστημάτων στη σύσταση ενός τετραχόρδου ή ενός πιο μεγάλου συστήματος, του οποίου το τετράχορδο είναι συστατικό μέρος. Τα γένη ήταν τρία: το διατονικόν ή διάτονον, το χρωματικόν ή χρώμα και το εναρμόνιον ή αρμονία.
2. Τα γένη στη Ρυθμική καθορίζονται, κατά τον Αριστόξενο, από τη σχέση της θέσης προς την άρση. Υπήρχαν τρία ρυθμικά γένη: το δακτυλικό, το ιαμβικό και το παιωνικό. Σύμφωνα με τον Αριστείδη, μερικοί προσθέτουν και το επίτριτο.
3. Σε μερικές περιπτώσεις η λέξη γένος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του στιλ, όπως η λέξη τρόπος. στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Διάτονος (από το ρ. διατείνω, τεντώνω) τεντωμένος.
Ο Νικόμαχος Νικόμαχος, (2ος αι. μ.Χ.)· Πυθαγόρειος μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής· γεννήθηκε στην πόλη Γέρασα της Συρίας. Έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο Αρμονικής Εγχειρίδιον (ή Αρμονικόν Εγχειρίδιον), στο οποίο εκθέτει και διασαφηνίζει, τις πυθαγόρειες αρχές πάνω στη μουσική. (Εγχ. 12) γράφει ότι λέγεται διατονικό, γιατί μόνο αυτό από όλα τα γένη προχωρεί με τόνους ("διατονικόν καλείται έκ του προχωρείν διά των τόνων μονώτατον των άλλων"). Και ο Ανώνυμος Bell. 30, 25: "ει μεν προς ημιτόνιον και τόνον προκόπτοι τα της μελωδίας, το καλούμενον διάτονον ποιεί γένος" (αν η μελωδία προχωρεί με ημιτόνιο και τόνο, κάνει το λεγόμενο διάτονο γένος).
Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον·
(α) το μαλακόν είναι εκείνο στο οποίο η σειρά και τα είδη των διαστημάτων (από κάτω προς τα πάνω) είναι κατά τον ακόλουθο τρόπο: υπάτη, 1/2 τόνος - παρυπάτη, 3/4 ή 9/12 του τόνου [τρεις διέσεις] - λιχανός, 5/4 ή 15/12 του τόνου [πέντε διέσεις] - μέση (βλ. το παράδ. α', κάτω)·
(β) το σύντονον είναι εκείνο στο οποίο τα διαστήματα είναι: ημιτόνιο-τόνος-τόνος (β' κάτω).
Ο Ανώνυμος Bell. 59-61, 54, καθορίζει τα διαστήματα του μαλακού: ημιτόνιο, 9/12 (και επομένως 15/12 για το υπόλοιπο). Και τα δύο διαστήματα του μαλακού πρέπει να λογαριάζονται ως απλά διαστήματα, με την έννοια ότι ανάμεσα σε κάθε δύο νότες τους καμιά άλλη νότα δεν μπορεί να υπεισέλθει στο ίδιο γένος (βλ. τα λ. σύνθετος σύνθετος, διάστημα που περιέχεται ανάμεσα σε μη συνεχείς νότες· αντίθ. ασύνθετον. Πολλά διαστήματα ήταν δυνατό να είναι σύνθετα σ' ένα γένος και απλά σε ένα άλλο., ασύνθετος ασύνθετος, μη σύνθετος, απλός.
1. ασύνθετον διάστημα· απλό διάστημα· εκείνο που δεν περιέχει ανάμεσα στα άκρα του άλλη νότα στο ίδιο γένος.
2. ασύνθετος χρόνος· αδιαίρετος χρόνος.
3. ασύνθετον μέτρον· απλό μέτρο.).

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 460

ασύνθετος, μη σύνθετος, απλός,

(α) ασύνθετον διάστημα· απλό διάστημα διάστημα, διάστημα, η απόσταση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς στο ύψος φθόγγους.· εκείνο που δεν περιέχει ανάμεσα στα άκρα του άλλη νότα στο ίδιο γένος γένος, 1. όρος που σήμαινε τη διάφορη διάταξη των διαστημάτων στη σύσταση ενός τετραχόρδου ή ενός πιο μεγάλου συστήματος, του οποίου το τετράχορδο είναι συστατικό μέρος. Τα γένη ήταν τρία: το διατονικόν ή διάτονον, το χρωματικόν ή χρώμα και το εναρμόνιον ή αρμονία.
2. Τα γένη στη Ρυθμική καθορίζονται, κατά τον Αριστόξενο, από τη σχέση της θέσης προς την άρση. Υπήρχαν τρία ρυθμικά γένη: το δακτυλικό, το ιαμβικό και το παιωνικό. Σύμφωνα με τον Αριστείδη, μερικοί προσθέτουν και το επίτριτο.
3. Σε μερικές περιπτώσεις η λέξη γένος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του στιλ, όπως η λέξη τρόπος.. Έτσι, mi - fa (καθώς επίσης και fa - sol και sol - fa) είναι απλό διάστημα στο διατονικό διάτονον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον. Ήταν μάλλον το αρχαιότερο από τα τρία γένη και, κατά γενική παραδοχή, το πιο απλό και πιο φυσικό, αλλά και "πιο ανδροπρεπές και αυστηρότερο" γένος, γιατί καμιά άλλη νότα δεν μπορεί να μπει ανάμεσά τους (στο ίδιο γένος)



Αλλά το διάστημα mi - fa είναι σύνθετο στο εναρμόνιον εναρμόνιον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τετάρτων του τόνου. H επινόησή του αποδιδόταν στον Όλυμπο. Το τετράχορδο στο εναρμόνιο γένος προχωρεί με τον ακόλουθο τρόπο: mi mi1/4 fa la. Ο όρος αρμονία πολύ συχνά αντικαθιστούσε τον όρο εναρμόνιο γένος από την εποχή του Αριστόξενου και κατόπι. γένος, γιατί ανάμεσα στις δύο αυτές νότες υπάρχει η νότα mi+1/4



Κατά τον ίδιο τρόπο το διάστημα fa - la είναι σύνθετο στο διατονικό γένος (βλ. 1 πιο πάνω) και απλό στο εναρμόνιο (βλ. 2 πιο πάνω). Έτσι, μιλώντας γενικά, ασύνθετο είναι ένα διάστημα που δεν μπορεί να υποδιαιρεθεί (στο ίδιο γένος) σε μικρότερα διαστήματα. Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. (Αρμ. III, 60, 10 Mb): "ασύνθετον δ' εστί διάστημα το υπό των έξης φθόγγων περιεχόμενον" (απλό είναι το διάστημα που περιέχεται ανάμεσα σε συνεχείς φθόγγους [δηλ. συνεχείς βαθμίδες στο ίδιο γένος]).

(β) ασύνθετος χρόνος· αδιαίρετος χρόνος. Βλ. λ. χρόνος χρόνος, στην ποίηση και τη μετρική, η διάρκεια, η ποσότητα (σε χρόνο) μιας συλλαβής.
Στη μουσική, το βασικό στοιχείο του ρυθμού, το στοιχείο της μέτρησης..

(γ) ασύνθετον μέτρον· απλό μέτρο μέτρον, 1. ένα σύστημα ποδών συνθεμένο από ανόμοιες συλλαβές σε συμμετρικό μήκος. Ο Αριστείδης αναγνωρίζει εννιά μέτρα ως απλά.
2. το ποσό, το μέτρο των διαστημάτων, παρμένου ως μιας μονάδας.
3. στην όρχηση, κάθε βήμα ή κίνηση του χορευτή, που γίνεται σύμφωνα με το ρυθμό της μουσικής.. Βλ. λ. πους πους, η κύρια ρυθμική μονάδα, αποτελούμενη από δύο ή περισσότερες συλλαβές ή χρόνους..
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 459

σύνθετος, και σύνθετον διάστημα· διάστημα που περιέχεται ανάμεσα σε μη συνεχείς νότες· αντίθ. ασύνθετον. Κλεον. (Εισ. 5): "σύνθετα δε τα υπό των μη εξής [περιεχόμενα], οίον μέσης και παρυπάτης, μέσης και νήτης" (και σύνθετα [διαστήματα] είναι εκείνα που περιέχονται από μη συνεχείς φθόγγους, όπως το διάστημα μέσης και παρυπάτης [la - fa], μέσης και νήτης [la - re] κτλ.).
Πολλά διαστήματα ήταν δυνατό να είναι σύνθετα σ' ένα γένος γένος, 1. όρος που σήμαινε τη διάφορη διάταξη των διαστημάτων στη σύσταση ενός τετραχόρδου ή ενός πιο μεγάλου συστήματος, του οποίου το τετράχορδο είναι συστατικό μέρος. Τα γένη ήταν τρία: το διατονικόν ή διάτονον, το χρωματικόν ή χρώμα και το εναρμόνιον ή αρμονία.
2. Τα γένη στη Ρυθμική καθορίζονται, κατά τον Αριστόξενο, από τη σχέση της θέσης προς την άρση. Υπήρχαν τρία ρυθμικά γένη: το δακτυλικό, το ιαμβικό και το παιωνικό. Σύμφωνα με τον Αριστείδη, μερικοί προσθέτουν και το επίτριτο.
3. Σε μερικές περιπτώσεις η λέξη γένος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του στιλ, όπως η λέξη τρόπος. και απλά σε ένα άλλο, δηλ. ήταν κοινά και στα σύνθετα και στα ασύνθετα. Το ημιτόνιο (η δευτέρα) mi - fa είναι ασύνθετο στο διατονικό διάτονον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον. Ήταν μάλλον το αρχαιότερο από τα τρία γένη και, κατά γενική παραδοχή, το πιο απλό και πιο φυσικό, αλλά και "πιο ανδροπρεπές και αυστηρότερο" και το χρωματικό χρωματικόν, το γένος στο οποίο ένα διάστημα ενός τόνου και μισού χρησιμοποιούνταν ως χαρακτηριστικό συστατικό στοιχείο· έτσι, το χρωματικό τετράχορδο θα προχωρούσε με ημιτόνιο, ημιτόνιο και ενάμιση τόνο: mi - fa - fa δί. - la ή mi - fa - sol ύφ. - la. Υπήρχαν τρεις χρόες στο χρωματικό: (α) το χρωματικό μαλακό, (β) το ημιόλιο και (γ) το τονιαίο ή σύντονο., αλλά σύνθετο στο εναρμόνιο εναρμόνιον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τετάρτων του τόνου. H επινόησή του αποδιδόταν στον Όλυμπο. Το τετράχορδο στο εναρμόνιο γένος προχωρεί με τον ακόλουθο τρόπο: mi mi1/4 fa la. Ο όρος αρμονία πολύ συχνά αντικαθιστούσε τον όρο εναρμόνιο γένος από την εποχή του Αριστόξενου και κατόπι. γένος· στην πρώτη περίπτωση είναι απλό, γιατί και οι δύο του νότες είναι συνεχείς στο κάθε γένος: (α) διατονικό: mi - fa - sol - la και (β) χρωματικό: mi - fa - fa δίεση - la. Στη δεύτερη περίπτωση είναι σύνθετο, γιατί ανάμεσα στις δύο νότες του υπάρχει άλλος φθόγγος, στο ίδιο γένος, σε απόσταση 1/4 του τόνου: (γ) εναρμόνιο: mi - mi1/4 - fa - la.

Αντίθετα, το δίτονο δίτονον, διάστημα που περιέχει δύο τόνους. fa - la είναι απλό στο εναρμόνιο γένος: mi - mi1/4 - fa - la και σύνθετο στο διατονικό: mi - fa - sol - la και στο χρωματικό: mi - fa - fa δίεση - la.
Η άποψη αυτή για τα σύνθετα και ασύνθετα διαστήματα εξετάζεται πλατιά από τον Αριστόξενο Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. στα Αρμονικά Στοιχεία (III, 60, 10 - 61, 5).
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 458

διαφωνία, ο Κλεονείδης Κλεονείδης, θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου. (Εισ. 6, C.v.J. 188, Mb 8) την καθορίζει ως άρνηση, αδυναμία δύο φθόγγων να συνδυαστούν, έτσι που να προκαλούν ενόχληση στην ακοή ("διαφωνία δε τουναντίον δύο φθόγγων αμιξαί [στον Mb αμιξία], ώστε μη κραθήναι, αλλά τραχυνθήναι την ακοήν").
διάφωνοι φθόγγοι· (ή ήχοι), που δε συνταιριάζουν, που δε συμφωνούν. Ο Γαυδέντιος Γαυδέντιος, (2ος/3ος αι. μ.Χ.;)· θεωρητικός της μουσικής. Επονομάζεται "ο φιλόσοφος" και είναι γνωστός για το βιβλίο του Αρμονική Εισαγωγή, ένα εκλεκτικό έργο που ασχολείται με τους ήχους, τα διαστήματα, τα συστήματα, τα γένη κτλ.· ο Γαυδέντιος ακολουθεί μερικά τις αριστοξενικές και μερικά τις πυθαγορικές αντιλήψεις. (Εισαγ. 8, C.v.J. 337-338, Mb 11) δίνει τον ακόλουθο ορισμό των διάφωνων φθόγγων: "αλλά όταν διάφωνοι ήχοι παιχθούν (σε όργανα ή αυλούς) ταυτόχρονα ("άμα κρουομένων ή αυλουμένων") φαίνεται πως τίποτε δεν υπάρχει ως συγγένεια (ταυτότητα) ανάμεσα στη χαμηλότερη και την ψηλότερη νότα, ή την ψηλότερη προς τη χαμηλότερη" ("ουδέν τι φαίνεται του μέλους είναι του βαρύτερου προς το οξύ ή του οξύτερου προς το βαρύ το αυτό").
Βλ. επίσης Βακχ. 59 και Αριστείδης (Mb 12, R.P.W.-Ι. 10). Επειδή οι αρχαίοι Έλληνες δέχονταν ως σύμφωνα συμφωνία, 1. συμφωνία· το ταίριασμα δύο φθόγγων, συμφωνία (με την έννοια όχι της συνήχησης, αλλά της καλής αρμονικής σχέσης μεταξύ δύο φθόγγων). Οι συμφωνίες που αναγνώριζαν οι Έλληνες ήταν η καθαρή τετάρτη, η καθαρή πέμπτη, η ογδόη (δια πασών), και τα σύνθετα της ογδόης με κάποια από αυτές.
2. σύνολο οργάνων.
3. το όνομα ενός κρουστού οργάνου (είδος μικρού ταμπουρίνου). διαστήματα διάστημα, διάστημα, η απόσταση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς στο ύψος φθόγγους. την 8η, την 4η και την 5η (και τη σύνθετη 8η, 4η, 5η), όλα τα άλλα ήταν διάφωνα.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 457

συμφωνία, και σύμφωνος· (α) συμφωνία· το ταίριασμα δύο φθόγγων, συμφωνία (με την έννοια όχι της συνήχησης, αλλά της καλής αρμονικής σχέσης μεταξύ δύο φθόγγων). Σύμφωνος· αυτός που είναι σε συμφωνία (ταιριάζει αρμονικά) με άλλο.
Οι συμφωνίες που αναγνώριζαν οι Έλληνες ήταν η καθαρή τετάρτη, η καθαρή πέμπτη, η ογδόη (δια πασών), η διπλή ογδόη, η τετάρτη και πέμπτη σύνθετες με την ογδόη (δις δια τεσσάρων δια τεσσάρων, το διάστημα καθαρής 4ης, που οι Πυθαγόρειοι το ονόμαζαν συλλαβή συλλαβή, το διάστημα της καθαρής τετάρτης, όπως ονομαζόταν από τους Πυθαγορικούς· γενικά γνωστό ως δια τεσσάρων. Προσδιορίζεται από τον μαθηματικό λόγο 4/3. ή συλλαβά (λόγος 4:3)., δις δια πέντε) και με τη διπλή ογδόη (τρις δια τεσσάρων, τρις δια πέντε δια πέντε, το διάστημα της 5ης καθαρής.).
Οι Πυθαγορικοί θεωρούσαν σύμφωνα εκείνα τα διαστήματα που εκφράζονταν με τους απλούστερους λόγους, δηλ. την ογδόη (2:1), την πέμπτη (3:2), την τετάρτη (4:3), τη σύνθετη πέμπτη (3:1), τη διπλή ογδόη (4:1) και τη σύνθετη τετάρτη (8:3).
Ο Πτολεμαίος Πτολεμαίος, Κλαύδιος· (85 ή 108 μ.Χ. - περ. 163-168 μ.Χ.) μεγάλος γεωγράφος, αστρονόμος, μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής. Εκτός από τα πολυάριθμα και σημαντικά βιβλία του για την αστρονομία, τη γεωγραφία και τα μαθηματικά, έγραψε ένα σημαντικότατο επιστημονικό έργο για τη μουσική, τα Αρμονικά, σε τρία βιβλία (Αρμονικών βιβλία τρία). Το έργο αυτό αποτελεί μια πολύτιμη εκτίμηση, ερμηνεία και ανάπτυξη των πυθαγόρειων δογμάτων και αρχών για τη μουσική. διακρίνει τους ομόφωνους ομοφωνία, 1. ομοφωνία είναι η ταυτοφωνία και κατ' επέκταση η ογδόη, η διπλή ογδόη κτλ.
2. ομόφωνοι είναι εκείνοι οι ήχοι που όταν παιχτούν μαζί δίνουν ακουστικά την εντύπωση ενός ήχου, όπως είναι οι όγδοες και οι σύνθετες από αυτές. (ταυτοφωνία, ογδόη, διπλή ογδόη) από τους άλλους σύμφωνους (την πέμπτη και την τετάρτη και τις σύνθετες πέμπτη και τετάρτη)· στην πρώτη θέση τοποθετεί τους ομόφωνους και μετά από αυτούς τους σύμφωνους, οι οποίοι είναι οι πλησιέστεροι προς τους ομόφωνους (Πτολεμ. Αρμον. Ι, 7· επίσης, Πορφύρ. Comment, έκδ. I.D., σ. 118, Wallis III, σ. 292).
Ο Κλεονείδης Κλεονείδης, θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου. (Εισαγ. 5) δίνει τον ακόλουθο ορισμό της συμφωνίας: "έστι δε συμφωνία μεν κράσις δύο φθόγγων οξυτέρου και βαρύτερου" (συμφωνία είναι η ανάμειξη δύο φθόγγων, από τους οποίους ο ένας είναι ψηλότερος και ο άλλος χαμηλότερος).
Ο Πορφύριος Πορφύριος, (232/233 Τύρος-304/305 μ.Χ. Ρώμη;)· το αρχικό του όνομα ήταν Μάλχος (στα αραβικά Malik=βασιλιάς). Τη συμβολή του στη μελέτη της μουσικής αποτελούν τα Σχόλιά του στα Αρμονικά του Πτολεμαίου. μνημονεύει, τον ορισμό του Αιλιανού (από το έργο του Τίμαιος): "Συμφωνία είναι σύμπτωση και ανάμειξη ("επί το αυτό πτώσις και κράσις") δύο φθόγγων διαφορετικών ως προς την οξύτητα και τη βαρύτητα", δηλ. διαφορετικών στο ύψος. Προσθέτει πως ο Πτολεμαίος Πτολεμαίος, Κλαύδιος· (85 ή 108 μ.Χ. - περ. 163-168 μ.Χ.) μεγάλος γεωγράφος, αστρονόμος, μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής. Εκτός από τα πολυάριθμα και σημαντικά βιβλία του για την αστρονομία, τη γεωγραφία και τα μαθηματικά, έγραψε ένα σημαντικότατο επιστημονικό έργο για τη μουσική, τα Αρμονικά, σε τρία βιβλία (Αρμονικών βιβλία τρία). Το έργο αυτό αποτελεί μια πολύτιμη εκτίμηση, ερμηνεία και ανάπτυξη των πυθαγόρειων δογμάτων και αρχών για τη μουσική. δεχόταν έξι συμφωνίες (αυτές που λέει ομοφωνίες), ενώ άλλοι θεωρητικοί, όπως ο Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων., ο Διονύσιος Διονύσιος, 1. (τέλη 5ου / αρχές 4ου αι. π.Χ.)· λυρικός ποιητής και μουσικός από τη Θήβα. Ως μουσικός θεωρούνταν ίσος με τον Δάμωνα και, σύμφωνα με τον Th. Reinach, δίδαξε στον Επαμεινώνδα την κιθαριστική και την κιθαρωδία.
2. μουσικός αβέβαιης εποχής, στον οποίο αποδίδονται oι Ύμνοι στη Μούσα (Καλλιόπη) και στον Ήλιο· η σύνθεσή τους τοποθετείται στον 2ο αι. μ.Χ.
3. ο Αλικαρνασσεύς (1ος αι. π.Χ.)· Ιστορικός και δάσκαλος της ρητορικής. Το έργο του Περί συνθέσεως ονομάτων περιέχει πλούσιο μουσικό υλικό.
4. Αλικαρνασσεύς ο Μουσικός (2ος αι. μ.Χ.)· σοφιστής και μουσικός που έζησε τον καιρό της βασιλείας του Αδριανού
5. ο Ίαμβος (3ος αι. π.Χ.)· γραμματικός και ποιητής.
6. Διονύσιος (4ος αι. μ.Χ.)· μουσικός της εποχής του Κωνσταντίνου. Έγραψε ένα βιβλίο Περί μουσικής τέχνης.
7. μουσικός που αναφέρεται από τον Πορφύριο ως συγγραφέας ενός βιβλίου Περί ομοιοτήτων, όπου εξετάζεται η επίδραση του αριθμού στη ρυθμική και της ρυθμικής στη μελοποιία. και ο Ερατοσθένης Ερατοσθένης, (275-195/4 π.Χ.)· γεννήθηκε στην Κυρήνη και πέθανε στην Αλεξάνδρεια. Λόγιος και επιστήμονας μεγάλης φήμης, διευθυντής της περίφημης Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας. Στα πολυάριθμα έργα του (φιλοσοφικά, γεωγραφικά, ιστορικά, μαθηματικά, αστρονομικά κτλ.) υπάρχουν πολλές αναφορές στη μουσική., δέχονταν οκτώ. Ο Γαυδέντιος Γαυδέντιος, (2ος/3ος αι. μ.Χ.;)· θεωρητικός της μουσικής. Επονομάζεται "ο φιλόσοφος" και είναι γνωστός για το βιβλίο του Αρμονική Εισαγωγή, ένα εκλεκτικό έργο που ασχολείται με τους ήχους, τα διαστήματα, τα συστήματα, τα γένη κτλ.· ο Γαυδέντιος ακολουθεί μερικά τις αριστοξενικές και μερικά τις πυθαγορικές αντιλήψεις. δεχόταν εξι.
Ο Νικόμαχος Νικόμαχος, (2ος αι. μ.Χ.)· Πυθαγόρειος μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής· γεννήθηκε στην πόλη Γέρασα της Συρίας. Έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο Αρμονικής Εγχειρίδιον (ή Αρμονικόν Εγχειρίδιον), στο οποίο εκθέτει και διασαφηνίζει, τις πυθαγόρειες αρχές πάνω στη μουσική. (Εγχειρ. 12) υποστηρίζει ότι σύμφωνα συστήματα (=που προέρχονται από την ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων) είναι εκείνα των οποίων οι συστατικοί φθόγγοι, όταν παιχθούν μαζί ("άμα κρουσθέντες"), αναμειγνύονται ο ένας με τον άλλο με τέτοιο τρόπο, ώστε δίνουν την εντύπωση ενός μόνο ήχου ("ενοειδή φωνήν") (πρβ. Αριστείδης Περί μουσ. 12 Mb και Γαυδ. Εισαγ. 8).
Ο Αριστοτέλης Αριστοτέλης, (384-322 π.Χ.)· γεννήθηκε στα Στάγειρα της Χαλκιδικής και πέθανε στη Χαλκίδα της Ευβοίας. Υπήρξε μαθητής του Πλάτωνα στην Ακαδημία στην Αθήνα, όπου αργότερα και δίδαξε. Μολονότι είχε πολύ καλή γνώση της θεωρίας και της πρακτικής της μουσικής, δεν έγραψε κανένα σύγγραμμα ειδικά για τη μουσική· αλλά πολύ συχνά αναφέρεται στη μουσική στα κείμενά του. Όπως ο Πλάτων, υποστηρίζει την ηθική αξία της μουσικής και εξετάζει λεπτομερειακά τη σημασία της στην εκπαίδευση των νέων. (Προβλ. XIX, 38) υποστηρίζει πως "ο λόγος για τον οποίο απολαμβάνουμε τη συμφωνία είναι το ότι είναι ανάμειξη αντιθέτων [φθόγγων] που έχουν σχέση ο ένας με τον άλλο"· και στα Μουσικά Προβλήματα XIX, 35, λέει ότι η ογδόη είναι η πιο ωραία συμφωνία.
Οι συμφωνίες διαιρούνταν σε απλές και σύνθετες. Απλές ήταν, κατά τους αρχαίους συγγραφείς ("τους παλαιούς"), η τετάρτη και η πέμπτη. Σύνθετες θεωρούνταν όλες οι άλλες, επειδή ήταν σύνθετες από απλές συμφωνίες. Κατά τον Πορφύριο, ο Θράσυλος περιλάμβανε και την ογδόη στις απλές συμφωνίες.

(β) Ο όρος συμφωνία απαντά, επίσης, και με τη σημασία ενός συνόλου οργάνων· συμφωνία ήταν και το όνομα ενός κρουστού κρουστά, Όργανα που παράγουν ήχο με κρούση. Έτσι γενικά ονομάζονταν τα έγχορδα, αλλά ο Νικόμαχος χρησιμοποιεί καθαρά τον όρο με τη σημασία των κρουστών οργάνων, όπως τα εννοούμε σήμερα. οργάνου (είδος μικρού ταμπουρίνου). Ο Πολύβιος (Αθήν. ΙΔ', 615D, 4) αναφέρει: "ορχησταί δύο εισήγοντο μετά συμφωνίας εις την ορχήστραν" (δύο χορευτές έμπαιναν στην ορχήστρα με ταμπουρίνα [κατ' άλλους "καστανιέτες"]).

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.16 0 0 456

δίεσις, (από το ρ. διίημι, διαπερνώ, αφήνω κάτι να περάσει)· κοινώς, διαβίβαση, διέλευση.
Στη μουσική ήταν όρος με πολλές σημασίες. Για πολλούς θεωρητικούς σήμαινε το τέταρτο τόνου, και ονομαζόταν δίεσις τεταρτημόριος. Ο Θέων ο Σμυρναίος Θέων, (2ος αι. μ.Χ.)· πλατωνικός φιλόσοφος και μαθηματικός. Είναι ο συγγραφέας ενός έργου που ασχολείται με τις μαθηματικές επιστήμες (αριθμητική, γεωμετρία, στερεομετρία, αστρονομία και μουσική). (87, 2) λέει: "δίεσις, σύμφωνα με τη σχολή του Αριστόξενου, είναι το τέταρτο τόνου, ενώ για τους Πυθαγόρειους δίεσις ονομαζόταν το ημιτόνιο"· βλ. επίσης Μ. Ψελλός, Σύνταγμα, Μουσικής Σύνοψις ηκριβωμένη (Παρίσι 1545, σ. 22).
Από πολλούς συγγραφείς η λ. δίεση χρησιμοποιούνταν γενικά για κάθε διάστημα μικρότερο από το ημιτόνιο ή για το μικρότερο δυνατό διάστημα. Ο Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. (Ι, 14 Mb) γράφει: "η φωνή δεν μπορεί να διακρίνει, ούτε η ακοή να ξεχωρίσει, οποιοδήποτε διάστημα μικρότερο από την πιο μικρή δίεση"· αυτό σημαίνει ότι, κατά τον Αριστόξενο, δίεση είναι το ελάχιστο διάστημα που μπορεί να εκτελέσει η φωνή και να συλλάβει το αυτί.
Και ο Αριστείδης Αριστείδης, θεωρητικός και συγγραφέας μουσικής. Πιστεύεται ότι έζησε ανάμεσα στον 1ο και 3ο αι. μ.Χ. Έχει γράψει ένα σημαντικό σύγγραμμα για τη μουσική με τον τίτλο Περί μουσικής, διαιρεμένο σε τρία βιβλία. (Mb 14, R.P.W.-1.12) επίσης λέει: "δίεση ήταν το ελάχιστο διάστημα της φωνής". Σ' ένα αρχαίο απόσπασμα (Vincent Notices 235-236) καθορίζεται ότι το ελάχιστο διάστημα που μπορεί να γίνει αντιληπτό είναι η δίεση, περίπου ένα τέταρτο τόνου, αλλά σε λόγο 33/32· και είναι ένα διάστημα εξαιρετικά δύσκολο ("χαλεπώτατον") να τραγουδηθεί και όχι από τον καθένα. Σύμφωνα με την εκτίμηση του Δίδυμου Δίδυμος, (περ. 63 π.Χ.-10 μ.Χ.)· γραμματικός από την Αλεξάνδρεια, επονομαζόμενος Χαλκέντερος και Βιβλιολάθας. Του αποδίδεται ο καθορισμός του "Διδύμειου κόμματος" ή "κόμματος του Διδύμου", που είναι η διαφορά μεταξύ ενός μεγάλου ("μείζονος") τόνου (9:8) και ενός "ελάσσονος" τόνου (10:9), δηλ. 81:80. αυτό θα ήταν κάτι μεταξύ 32/31 και 31/30.

Εναρμόνιος δίεσις· η δίεση που χρησιμοποιείται στο εναρμόνιο γένος εναρμόνιον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τετάρτων του τόνου. H επινόησή του αποδιδόταν στον Όλυμπο. Το τετράχορδο στο εναρμόνιο γένος προχωρεί με τον ακόλουθο τρόπο: mi mi1/4 fa la. Ο όρος αρμονία πολύ συχνά αντικαθιστούσε τον όρο εναρμόνιο γένος από την εποχή του Αριστόξενου και κατόπι.. Κατά τον Νικόμαχο Νικόμαχος, (2ος αι. μ.Χ.)· Πυθαγόρειος μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής· γεννήθηκε στην πόλη Γέρασα της Συρίας. Έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο Αρμονικής Εγχειρίδιον (ή Αρμονικόν Εγχειρίδιον), στο οποίο εκθέτει και διασαφηνίζει, τις πυθαγόρειες αρχές πάνω στη μουσική. (Εγχ. 12) είναι το μισό του ημιτονίου: "εναρμόνιος δίεσις, όπερ εστίν ημιτονίου ήμισυ"· και ο Γαυδέντιος Γαυδέντιος, (2ος/3ος αι. μ.Χ.;)· θεωρητικός της μουσικής. Επονομάζεται "ο φιλόσοφος" και είναι γνωστός για το βιβλίο του Αρμονική Εισαγωγή, ένα εκλεκτικό έργο που ασχολείται με τους ήχους, τα διαστήματα, τα συστήματα, τα γένη κτλ.· ο Γαυδέντιος ακολουθεί μερικά τις αριστοξενικές και μερικά τις πυθαγορικές αντιλήψεις. (Εισαγ. 5) λέει ότι η εναρμόνιος δίεση είναι ίση προς το τέταρτο του τόνου· και άλλοι θεωρητικοί συμφωνούν σ' αυτό.

Χρωματική δίεσις· η δίεση που χρησιμοποιείται στο χρωματικό γένος χρωματικόν, το γένος στο οποίο ένα διάστημα ενός τόνου και μισού χρησιμοποιούνταν ως χαρακτηριστικό συστατικό στοιχείο· έτσι, το χρωματικό τετράχορδο θα προχωρούσε με ημιτόνιο, ημιτόνιο και ενάμιση τόνο: mi - fa - fa δί. - la ή mi - fa - sol ύφ. - la. Υπήρχαν τρεις χρόες στο χρωματικό: (α) το χρωματικό μαλακό, (β) το ημιόλιο και (γ) το τονιαίο ή σύντονο.. Ο Γαυδέντιος, ακολουθώντας τον Αριστόξενο, εκτιμά (καθορίζει) την ελάχιστη χρωματική δίεση (δίεσις χρωματική ελαχίστη) ως ίση προς το 1/3 του τόνου (δίεσις τριτημόριος)· βλ. στο λ. χρωματικόν χρωματικόν, το γένος στο οποίο ένα διάστημα ενός τόνου και μισού χρησιμοποιούνταν ως χαρακτηριστικό συστατικό στοιχείο· έτσι, το χρωματικό τετράχορδο θα προχωρούσε με ημιτόνιο, ημιτόνιο και ενάμιση τόνο: mi - fa - fa δί. - la ή mi - fa - sol ύφ. - la. Υπήρχαν τρεις χρόες στο χρωματικό: (α) το χρωματικό μαλακό, (β) το ημιόλιο και (γ) το τονιαίο ή σύντονο. γένος τις απόψεις του Αριστόξενου· επίσης, Αρμ. Στοιχ. II, 50 Mb.

Ημιόλιος δίεσις· η δίεση που χρησιμοποιείται στο ημιόλιο χρωματικό γένος· είναι ίση προς μία και μισή εναρμόνια δίεση, δηλ. αφού η εναρμόνια δίεση είναι 1/4 του τόνου, η ημιόλια θα είναι 1/4 + 1/8 = 3/8 του τόνου. Ο Mart. Cap. (De Mus. Mb 179) επίσης λέει ότι η ημιόλια δίεση είναι ίση προς 1/4 του τόνου και το μισό του 1/4 (1/8), δηλ. 3/8 ή 9/24 του τόνου.
Ο Κλεονείδης Κλεονείδης, θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου. (Εισαγ. 7) λέει: "ας υποθέσουμε πως ο τόνος διαιρείται σε δώδεκα ελάχιστα μόρια, το καθένα από τα οποία ονομάζεται δωδεκατημόριο (1/12) ... το ημιτόνιο θα είναι 6/12, και η δίεση, η λεγόμενη τεταρτημόριος (ένα τέταρτο του τόνου) θα έχει 3/12 και η τριτημόριος (ένα τρίτο του τόνου) θα έχει 4/12"·

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.16 0 0 455

οργανική, · η επιστήμη των οργάνων· η τέχνη της εκτέλεσης οργάνων· ο Αριστόξενος θεωρεί την οργανική ως ένα από τα εφόδια του μουσικού, όπως η αρμονική και η ρυθμική και η μετρική (Αρμ. ΙΙ, 32, 7-8 Mb).
οργανικός, επίθετο· οργανική φωνή, οργανικός ήχος (φωνή, ήχος οργάνου). Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. (ό.π. Ι, 14, 4-5 Mb): "απάσης γαρ φωνής οργανικής τε και ανθρωπικής ωρισμένος εστί τις τόπος" (για κάθε οργανική και ανθρώπινη φωνή υπάρχει μια ορισμένη έκταση).
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.16 0 0 454

διάστασις, διάστημα διάστημα, διάστημα, η απόσταση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς στο ύψος φθόγγους., η απόσταση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς στο ύψος φθόγγους. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τον Αριστόξενο (Αρμον. Στοιχ. Ι, 3, 35 Mb): "Περί της του βαρέος τε και οξέος διαστάσεως" (Για το διάστημα, ανάμεσα στο χαμηλό και το ψηλό [στο ύψος]). Βλ. ακόμα, ό.π. Ι, σ. 13, 32, σ. 14, 9, σ. 18, 30 κτλ. διάστημα· η απόσταση ανάμεσα σε δύο νότες με διαφορετικό ύψος.
Μερικοί ορισμοί των παλιών θεωρητικών Κλεον. (Εισαγ. 1, C.v.J. 179, Mb 1): "διάστημα δε το περιεχόμενον υπό δύο φθόγγων άνομοίων οξύτητι και βαρύτητι" (διάστημα [είναι] η απόσταση που περιλαμβάνεται ανάμεσα σε δύο νότες διαφορετικές στο ύψος και στο βάθος). Ο ίδιος ορισμός και στον Βακχείο.
Ο Ανώνυμος (Bell. 30, 22) λέει: "διάστημα δ' εστί το περιεχόμενον υπό δύο φθόγγων ανομοίων τη τάσει, του μεν οξυτέρου, του δε βαρυτέρου" (διάστημα είναι εκείνο που περιλαμβάνεται ανάμεσα σε [ή περικλείεται από] δύο νότες διαφορετικές στο ύψος [βλ. λ. τάσις τάσις, τέντωμα μιας χορδής, επομένως ύψος, μια νότα.], από τους οποίους ο ένας είναι ψηλότερος και ο άλλος χαμηλότερος). Σ' ένα απόσπασμα χειρογράφου (Vincent Notices 234) ο ορισμός διατυπώνεται έτσι: "Διάστημα δ' είναι μέγεθος φωνής υπό δυοίν περιεχόμενον φθόγγων" (Διάστημα είναι η έκταση της φωνής που περιέχεται ανάμεσα σε δύο φθόγγους).
Ο Νικόμαχος Νικόμαχος, (2ος αι. μ.Χ.)· Πυθαγόρειος μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής· γεννήθηκε στην πόλη Γέρασα της Συρίας. Έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο Αρμονικής Εγχειρίδιον (ή Αρμονικόν Εγχειρίδιον), στο οποίο εκθέτει και διασαφηνίζει, τις πυθαγόρειες αρχές πάνω στη μουσική. (Εγχειρ. 12, C.v.J. 261, Mb 24) χρησιμοποιεί τον όρο μεταξύτης (η): "Διάστημα, γράφει, δ' εστί δυοίν φθόγγων μεταξύτης" (Διάστημα. είναι ό,τι υπάρχει ανάμεσα σε δύο φθόγγους)· μεταξύτης = ό,τι είναι ανάμεσα, μεταξύ· στη μουσική η απόσταση, το διάστημα.

Ανάμεσα στα διαστήματα υπήρχαν πολλές διαφορές:
(α) ως προς το μέγεθος·
(β) ως προς το γένος·
(γ) ως προς τη συμφωνία και διαφωνία
(δ) ανάμεσα σε σύνθετα και απλά·
(ε) ανάμεσα σε ρητά και άλογα.

Πρβ. Αριστόξ. Ι, 16, 22-30 Mb· Κλεον. 5, Mb 8, C.v.J. 187· Ανώνυμος Bell. 71-32, 58, κτλ.

Τα διαστήματα ονομάζονταν άρτια και περιττά, ανάλογα με τον αριθμό των διέσεων που περιλάμβαναν· λ.χ. το ημιτόνιο και ο τόνος ήταν άρτια, γιατί περιείχαν αντίστοιχα δύο και τέσσερις διέσεις (κάθε δίεση ίση προς ένα τέταρτο τόνου· βλ. λ. δίεσις δίεσις, για τον Θέωνα τον Σμυρναίο, το τέταρτο του τόνου. Για του Πυθαγόρειους το ημιτόνιο. για πολλούς άλλους συγγραφείς η λ. δίεξη χρησιμοποιούνταν γενικά για κάθε διάστημα μικρότερο από το ημιτόνιο ή για το μικρότερο δυνατό διάστημα. Υπήρχαν διαφορετικές διέσεις στα τρία γένη.). Το διάστημα ανάμεσα στην παρυπάτη και τη λιχανό στο μαλακό διάτονον διάτονον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον. Ήταν μάλλον το αρχαιότερο από τα τρία γένη και, κατά γενική παραδοχή, το πιο απλό και πιο φυσικό, αλλά και "πιο ανδροπρεπές και αυστηρότερο" (δηλ. τρία τέταρτα του τόνου) ήταν περιττό, γιατί περιείχε τρεις διέσεις.

συν. διάστημα
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.16 0 0 453

Aristoxenus Mus. : Elementa harmonica : Page 19, line 1

βαρέος
ὀξέος
διατάσεως
ἄπειρος
πεπερασμένη
φωνὴν
φωνῆς ὀργανικῆς
ἀνθρωπικῆς
τόπος
μελῳδοῦσα
μέγιστος
ἐλάχιστος
φθεγγόμενον
κρῖνον
ἀκοή
διατάσεως.
φωνὴ διέσεως
ἐλαχίστης ἔλαττον ἔτι διάστημα
διέσεως
διαστημάτων
μέλους
φωνῆς πτῶσις
φθόγγος
ἡρμοσμένον
τάσεως
διάστημα
διαφορά
τόπος δεκτικὸς
σύστημα σύνθετόν
φθόγγου
διαστήματος
συστήματος
διαιρέσεις
διαστημάτων διαίρεσις
μεγέθει
σύμφωνα
διαφώνων
σύνθετα
ἀσυνθέτων
γένος
ῥητὰ
ἀλόγων
διάτονα
χρωματικὰ
ἐναρμόνια
συναφὴν
διάζευξιν καὶ
συνημμένον
διεζευγμένον
μικτὸν
ὑπερβατὸν
συνεχὲς
ἁπλοῦν
διπλοῦν
πολλαπλοῦν διαίρεσιν
διαστηματικὴν
λογώδους
λογῶδές τι μέλος
προσῳδιῶν
ἡρμοσμένον μέλος
σύνθεσίν
λέξεως
μέλους
μουσικὸν μέλος
ἀναρμόστου
διημαρτημένου
τρόπος
ἡρμοσμένου
γένη
διάτονόν
χρωματικὸν
ἐναρμόνιον.

διαφωνία
συμφωνία
διὰ τεσσάρων
διὰπασῶν
μείζονος
ἐλάττονος
διὰ πέντε
δὶς διὰ πασῶν
τρὶς διὰ πασῶν
παρθενίων αὐλῶν
ὑπερτελείων
σύριγγος
συρίττοντος
αὐλοῦντος
βαρύτατον μεῖζον
παιδὸς φωνὴ
ἀνδρὸς φωνὴν
τονιαῖον διάστημα
τόνος
πρώτων συμφώνων
δίεσις ἐναρμόνιος ἐλαχίστη
δίεσις χρωματικὴ ἐλαχίστη
ἡμιτόνιον.
κινούμενά
ἠρεμοῦντα
μέσης
ὑπάτην
περιέχοντες φθόγγοι
ἀκίνητοί
συγχορδιῶν
διὰ τεσσάρων
μέσης
λιχανοῦ
παρυπάτης
ὑπάτης
γενῶν διαφορὰς
λιχανοῦ τονιαῖος τόπος
ἔλαττον ι μέσης τονιαίου
μεῖζον διτόνου
μελοποιΐα
διτόνου λιχανοῦ
λιχανοῦ τόπος τονιαῖος
παρυπάτης διέσεως ἐλαχίστης
διέσεως
ἡμίσεος τόνου
τόποι
πέρας
συναφή,
βαρὺ παρυπάτη
ὀξὺ λιχανοῦ
χρόας
ἐλαττόνων διαστημάτων
ἀσύμμετρον,
διὰ συμφωνίας
πυκνὸν
ἐλάχιστον πυκνόν
διέσεων ἐναρμονίων
χρωματικῶν ἐλαχίστων
ἐναρμόνιοι λιχανοὶ
ἡμιτονίου
ἡμιολίου διαστήματος
λιχανὸς χρωματικὴ
χρῶμα
ἡμιόλιον
χρωματικὴ δίεσις
ἐναρμονίου διέσεως
δωδεκατημορίῳ τόνου
τριτημόριον
ἑκτημόριον
ἀμελῴδητον
ἐμμελὲς
συνεχείας
ἑξῆς
πυκνὸν
ἄπυκνον
ἐκμελῆ
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.16 0 0 452

Aristoxenus Mus. : Elementa harmonica : Page 19, line 1

Τούτων δ' ὄντων γνωρίμων ἐχόμενον ἂν εἴη διελθεῖν
περὶ τῆς τοῦ βαρέος τε καὶ ὀξέος διατάσεως, πότερον ἄπει-
ρος ἐφ' ἑκάτερά ἐστιν ἢ πεπερασμένη. ὅτι μὲν οὖν εἴς γε
τὴν φωνὴν τιθεμένη οὐκ ἔστιν ἄπειρος, οὐ χαλεπὸν συνι-
δεῖν. ἁπάσης γὰρ φωνῆς ὀργανικῆς τε καὶ ἀνθρωπικῆς
ὡρισμένος ἐστί τις τόπος ὃν διεξέρχεται μελῳδοῦσα ὅ τε
μέγιστος καὶ ὁ ἐλάχιστος. οὔτε γὰρ ἐπὶ τὸ μέγα δύναται
ἡ φωνὴ εἰς ἄπειρον αὔξειν τὴν τοῦ βαρέος τε καὶ ὀξέος
διάτασιν οὔτ' ἐπὶ τὸ μικρὸν συνάγειν, ἀλλ' ἵσταταί ποτε
ἐφ' ἑκάτερα. διοριστέον οὖν ἑκάτερον αὐτῶν πρὸς δύο ποι-
ουμένους τὴν ἀναφοράν, πρός τε τὸ φθεγγόμενον καὶ τὸ
κρῖνον· ταῦτα δ' ἐστὶν ἥ τε φωνὴ καὶ ἡ ἀκοή. ὃ γὰρ ἀδυ-
νατοῦσιν αὗται ἡ μὲν ποιεῖν ἡ δὲ κρίνειν, τοῦτ' ἔξω θετέον
τῆς τε χρησίμου καὶ δυνατῆς ἐν φωνῇ γενέσθαι διατάσεως.
ἐπὶ μὲν οὖν τὸ μικρὸν ἅμα πως ἐοίκασιν ἥ τε φωνὴ καὶ ἡ
αἴσθησις ἐξαδυνατεῖν· οὔτε γὰρ ἡ φωνὴ διέσεως τῆς ἐλα-
χίστης ἔλαττον ἔτι διάστημα δύναται διασαφεῖν οὐδ' ἡ ἀκοὴ
διαισθάνεσθαι ὥστε καὶ ξυνιέναι τί μέρος ἐστὶ εἴτε διέσεως
εἴτ' ἄλλου τινὸς τῶν γνωρίμων διαστημάτων. ἐπὶ δὲ
τὸ μέγα τάχ' ἂν δόξειεν ὑπερτείνειν ἡ ἀκοὴ τὴν φωνήν, οὐ
μέντοι γε πολλῷ τινι. ἀλλ' οὖν εἴτ' ἐπ' ἀμφότερα δεῖ
ταὐτὸ λαμβάνειν πέρας τῆς διατάσεως, εἴς τε τὴν φω-
νὴν καὶ τὴν ἀκοὴν βλέποντας, εἴτ' ἐπὶ μὲν τὸ ἐλάχιστον
ταὐτὸν ἐπὶ δὲ τὸ μέγιστον ἕτερον· ἔσται τι μέγιστον καὶ
ἐλάχιστον μέγεθος τῆς διατάσεως ἤτοι κοινὸν τοῦ φθεγ-
γομένου καὶ τοῦ κρίνοντος ἢ ἴδιον ἑκατέρου. ὅτι μὲν οὖν
εἴς τε τὴν φωνὴν καὶ τὴν ἀκοὴν τεθεῖσα ἡ τοῦ βαρέος τε
καὶ ὀξέος διάτασις οὐκ εἰς ἄπειρον ἐφ' ἑκάτερα κινηθήσεται,
σχεδὸν δῆλον. εἰ δ' αὐτὴ καθ' αὑτὴν νοηθείη ἡ τοῦ μέλους
σύστασις, τὴν αὔξησιν εἰς ἄπειρον γίγνεσθαι συμβήσεται.
τάχ' ἂν ἄλλος εἴη περὶ τούτων λόγος, οὐκ ἀναγκαῖος εἰς τὸ
παρόν, διόπερ ἐν τοῖς ἔπειτα τοῦτ' ἐπισκέψασθαι πειρατέον.
Τούτου δ' ὄντος γνωρίμου λεκτέον περὶ φθόγγου τί
ποτ' ἐστί. συντόμως μὲν οὖν εἰπεῖν φωνῆς πτῶσις ἐπὶ μίαν
τάσιν ὁ φθόγγος ἐστί· τότε γὰρ φαίνεται φθόγγος εἶναι
τοιοῦτος οἷος εἰς μέλος τάττεσθαι ἡρμοσμένον <τὸ> ἑστά-
ναι ἐπὶ μιᾶς τάσεως. ὁ μὲν οὖν φθόγγος τοιοῦτος ἐστίν·
διάστημα δ' ἐστὶ τὸ ὑπὸ δύο φθόγγων ὡρισμένον μὴ τὴν
αὐτὴν τάσιν ἐχόντων. φαίνεται γάρ, ὡς τύπῳ εἰπεῖν, δια-
φορά τις εἶναι τάσεων τὸ διάστημα καὶ τόπος δεκτικὸς
φθόγγων ὀξυτέρων μὲν τῆς βαρυτέρας τῶν ὁριζουσῶν τὸ
διάστημα τάσεων, βαρυτέρων δὲ τῆς ὀξυτέρας· διαφορὰ δὲ
ἐστὶ τάσεων τὸ μᾶλλον ἢ ἧττον τετάσθαι. περὶ μὲν οὖν
διαστήματος οὕτως ἄν τις ἀφορίσειε· τὸ δὲ σύστημα σύν-
θετόν τι νοητέον ἐκ πλειόνων ἢ ἑνὸς διαστημάτων. δεῖ
δ' ἕκαστον τούτων εὖ πως ἐκλαμβάνειν πειρᾶσθαι τὸν ἀκού-
οντα μὴ παρατηροῦντα τὸν ἀποδιδόμενον λόγον ἑκάστου
αὐτῶν εἴτ' ἐστὶν ἀκριβὴς εἴτε καὶ τυπωδέστερος, ἀλλ' αὐτὸν
συμπροθυμούμενον κατανοῆσαι καὶ τότε οἰόμενον ἱκανῶς
εἰρῆσθαι πρὸς τὸ καταμαθεῖν, ὅταν ἐμβιβάσαι οἷός τε γένη-
ται ὁ λόγος εἰς τὸ ξυνιέναι τὸ λεγόμενον. χαλεπὸν γὰρ ὑπὲρ
πάντων μὲν ἴσως τῶν ἐν ἀρχῇ λόγον ἀνεπίληπτόν τε καὶ
διηκριβωμένην ἑρμηνείαν ἔχοντα ῥηθῆναι, οὐχ ἥκιστα δὲ περὶ
τριῶν τούτων, φθόγγου τε καὶ διαστήματος καὶ συστήματος.
Τούτων δ' οὕτως ὡρισμένων πρῶτον μὲν τὸ διάστημα
πειρατέον διελεῖν εἰς ὅσας πέφυκε διαιρέσεις διαιρεῖσθαι
χρησίμους, ἔπειτα τὸ σύστημα. πρώτη μὲν οὖν ἐστὶ δια-
στημάτων διαίρεσις καθ' ἣν μεγέθει ἀλλήλων διαφέρει·
δευτέρα δὲ καθ' ἣν τὰ σύμφωνα τῶν διαφώνων· τρίτη δὲ
καθ' ἣν τὰ σύνθετα τῶν ἀσυνθέτων· τετάρτη δ' ἡ κατὰ
γένος· πέμπτη δὲ καθ' ἣν διαφέρει τὰ ῥητὰ τῶν ἀλόγων.
τὰς δὲ λοιπὰς τῶν διαιρέσεων ὡς οὐ χρησίμους οὔσας εἰς
ταύτην τὴν πραγματείαν ἀφετέον τὰ νῦν. σύστημα δὲ συ-
στήματος ταύταις τε διοίσει ταῖς <αὐταῖς> διαφοραῖς πλὴν
μιᾶς· μεγέθει τε δῆλον ὡς διαφέρει συστήματος σύστημα τῷ
τε συμφώνους ἢ διαφώνους εἶναι τοὺς ὁρίζοντας φθόγγους
τὸ μέγεθος. τὴν μέντοι τρίτην τῶν ῥηθεισῶν ἐπὶ τῶν τοῦ
διαστήματος διαφορῶν ἀδύνατον ὑπάρξαι συστήματι πρὸς
σύστημα, δῆλον γὰρ ὡς οὐκ ἐνδέχεται τὰ μὲν σύνθετα τὰ
δ' ἀσύνθετα εἶναι τῶν συστημάτων τοῦτόν γε τὸν τρόπον
ὅνπερ τῶν διαστημάτων τὰ μὲν ἦν σύνθετα τὰ δ' ἀσύνθετα.
τὴν δὲ τετάρτην—αὕτη δ' ἦν ἡ κατὰ γένος—ἀναγκαῖον
καὶ τοῖς συστήμασιν ὑπάρχειν, τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν ἐστὶ
διάτονα τὰ δὲ χρωματικὰ τὰ δὲ ἐναρμόνια. δῆλον δ' ὅτι
καὶ <τὴν> πέμπτην, τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν ἀλόγῳ διαστή-
ματι ὥρισται τὰ δὲ ῥητῷ. πρὸς δὲ ταύταις τρεῖς ἑτέρας
προσθετέον διαιρέσεις· τήν τ' εἰς συναφὴν καὶ διάζευξιν καὶ
τὸ συναμφότερον μερίζουσαν· τὸ σύστημα γὰρ ἀπό τινος
μεγέθους ἀρξάμενον ἢ συνημμένον ἢ διεζευγμένον ἢ μικτὸν
ἐξ ἀμφοτέρων—καὶ δείκνυται τοῦτο γιγνόμενον ἐν ἐνίοις—·
ἔπειτα τήν τ' εἰς ὑπερβατὸν καὶ συνεχὲς μερίζουσαν, πᾶν
γὰρ σύστημα ἤτοι συνεχὲς ἢ ὑπερβατόν ἐστι· τήν τ' εἰς
ἁπλοῦν καὶ διπλοῦν καὶ πολλαπλοῦν διαίρεσιν, πᾶν γὰρ
τὸ λαμβανόμενον σύστημα ἤτοι ἁπλοῦν ἢ διπλοῦν ἢ πολ-
λαπλοῦν ἐστίν. τί δ' ἐστὶ τούτων ἕκαστον ἐν τοῖς ἔπειτα
δειχθήσεται.
Τούτων δ' οὕτως ἀφωρισμένων τε καὶ προδιῃρημένων
περὶ μέλους ἂν εἴη ἡμῖν πειρατέον ὑποτυπῶσαι τί ποτ' ἐ-
στὶν ἡ φύσις αὐτοῦ. ὅτι μὲν οὖν διαστηματικὴν ἐν αὐτῷ
δεῖ τὴν τῆς φωνῆς κίνησιν εἶναι προείρηται, ὥστε τοῦ γε
λογώδους κεχώρισται ταύτῃ τὸ μουσικὸν μέλος· λέγεται γὰρ
δὴ καὶ λογῶδές τι μέλος, τὸ συγκείμενον ἐκ τῶν προσῳδιῶν
τῶν ἐν τοῖς ὀνόμασιν· φυσικὸν γὰρ τὸ ἐπιτείνειν καὶ ἀνιέναι
ἐν τῷ διαλέγεσθαι. ἐπεὶ δ' οὐ μόνον ἐκ διαστημάτων τε
καὶ φθόγγων συνεστάναι δεῖ τὸ ἡρμοσμένον μέλος, ἀλλὰ
προσδεῖται συνθέσεώς τινος ποιᾶς καὶ οὐ τῆς τυχούσης—
δῆλον γὰρ ὡς τό γ' ἐκ διαστημάτων τε καὶ φθόγγων
συνεστάναι κοινόν ἐστιν, ὑπάρχει γὰρ καὶ τῷ ἀναρμόστῳ—,
ὥστ' ἐπειδὴ τοῦθ' οὕτως ἔχει, τὸ μέγιστον μέρος καὶ πλεί-
στην ἔχον ῥοπὴν εἰς τὴν ὀρθῶς γιγνομένην σύστασιν τοῦ
μέλους <τὸ> περὶ τὴν σύνθεσίν που καὶ τὴν ταύτης ἰδιότητα
ὑποληπτέον εἶναι. σχεδὸν δὴ φανερόν, ὅτι τοῦ μὲν ἐπὶ τῆς
λέξεως γιγνομένου μέλους τῷ διαστηματικῇ χρῆσθαι τῇ
τῆς φωνῆς κινήσει διοίσει τὸ μουσικὸν μέλος, τοῦ δ' ἀναρ-
μόστου καὶ διημαρτημένου τῇ τῆς συνθέσεως διαφορᾷ τῆς
τῶν ἀσυνθέτων διαστημάτων. περὶ ἧς ἐν τοῖς ἔπειτα
δειχθήσεται τίς ἐστιν αὐτῆς ὁ τρόπος, πλὴν ἐπὶ τοσοῦτόν
γ' εἰρήσθω καθόλου καὶ νῦν, ὅτι πολλὰς ἔχοντος διαφορὰς
τοῦ ἡρμοσμένου κατὰ τὴν τῶν διαστημάτων σύνθεσιν, ὅμως
ἔστι τι τοιοῦτον ὃ κατὰ παντὸς ἡρμοσμένου ῥηθήσεται ἕν
τε καὶ ταὐτόν, τοιαύτην ἔχον δύναμιν οἵαν αὐτὴν ἀναι-
ρουμένην ἀναιρεῖν τὸ ἡρμοσμένον. ἁπλοῦν δ' ἔσται προϊ-
ούσης τῆς πραγματείας. τὸ μὲν οὖν μουσικὸν μέλος ἀπὸ
τῶν ἄλλων οὕτως ἀφωρίσθω. ὑποληπτέον δὲ τὸν εἰρημένον
ἀφορισμὸν τύπῳ εἰρῆσθαι οὕτως ὡς μηδέπω τῶν καθ' ἕ-
καστα τεθεωρημένων.
Ἐχόμενον δ' ἂν εἴη τῶν εἰρημένων τὸ καθόλου λεγόμε-
νον μέλος διελεῖν εἰς ὅσα φαίνεται γένη διαιρεῖσθαι. φαίνεται
δ' εἰς τρία· πᾶν γὰρ τὸ λαμβανόμενον μέλος [τῶν] εἰς τὸ
ἡρμοσμένον ἤτοι διάτονόν ἐστιν ἢ χρωματικὸν ἢ ἐναρμόνιον.
πρῶτον μὲν οὖν καὶ πρεσβύτατον αὐτῶν θετέον τὸ διάτονον,
πρῶτον γὰρ αὐτοῦ ἡ τοῦ ἀνθρώπου φύσις προστυγχάνει,
δεύτερον δὲ τὸ χρωματικόν, τρίτον δὲ καὶ ἀνώτατον τὸ
ἐναρμόνιον, τελευταίῳ γὰρ αὐτῷ καὶ μόλις μετὰ πολλοῦ
πόνου συνεθίζεται ἡ αἴσθησις.
Τούτων δ' εἰς τοῦτον τὸν ἀριθμὸν διῃρημένων τῶν
διαστηματικῶν διαφορῶν τῆς δευτέρας ῥηθείσης θάτερον
μέρος πειρατέον διασκέψασθαι· ἦν δὲ τὰ μέρη ταῦτα δια-
φωνία τε καὶ συμφωνία· ληπτέον τε τὴν συμφωνίαν εἰς
τὴν ἐπίσκεψιν. φαίνεται δὲ διάστημα σύμφωνον συμφώνου
διαφέρειν κατὰ πλείους διαφορὰς ὧν μία μέν ἐστιν ἡ κατὰ
μεγέθος, περὶ ἧς ἀφοριστέον ᾗ φαίνεται ἔχειν. δοκεῖ δὲ τὸ
μὲν ἐλάχιστον τῶν συμφώνων διαστημάτων ὑπ' αὐτῆς τῆς
τοῦ μέλους φύσεως ἀφωρίσθαι, μελῳδεῖται μὲν γὰρ τοῦ
διὰ τεσσάρων ἐλάττω διαστήματα πολλά, διάφωνα μέντοι
πάντα. τὸ μὲν οὖν ἐλάχιστον κατ' αὐτὴν τὴν τῆς φωνῆς
φύσιν ὥρισται, τὸ δὲ μέγιστον οὕτω μὲν οὖν οὐκ ἔοικεν
ὡρίσθαι· φαίνεται γὰρ εἰς ἄπειρον αὔξεσθαι κατά γ' αὐτὴν
τὴν τοῦ μέλους φύσιν καθάπερ καὶ τὸ διάφωνον. παντὸς
γὰρ προστιθεμένου συμφώνου διαστήματος πρὸς τῷ διὰ
πασῶν καὶ μείζονος καὶ ἐλάττονος καὶ ἴσου τὸ ὅλον
γίγνεται σύμφωνον. οὕτω μὲν οὖν οὐκ ἔοικεν εἶναί τι μέγι-
στον σύμφωνον διάστημα· κατὰ μέντοι τὴν ἡμετέραν χρῆ-
σιν—λέγω δ' ἡμετέραν τήν τε διὰ τῆς ἀνθρώπου φωνῆς
γιγνομένην καὶ τὴν διὰ τῶν ὀργάνων—φαίνεταί τι μέγι-
στον εἶναι τῶν συμφώνων. τοῦτο δ' ἐστὶ τὸ διὰ πέντε καὶ
τὸ δὶς διὰ πασῶν, <πρὸς> τὸ γὰρ τρὶς διὰ πασῶν οὐκ
ἔτι διατείνομεν. δεῖ δὲ τὴν διάτασιν ὁρίζειν ἑνός τινος ὀρ-
γάνου τόνῳ καὶ πέρασιν. τάχα γὰρ ὁ τῶν παρθενίων
αὐλῶν ὀξύτατος φθόγγος πρὸς τὸν τῶν ὑπερτελείων βα-
ρύτατον μεῖζον ἂν ποιήσειε τοῦ εἰρημένου τρὶς διὰ πασῶν
διάστημα καὶ κατασπασθείσης γε τῆς σύριγγος ὁ τοῦ συ-
ρίττοντος ὀξύτατος πρὸς τὸν τοῦ αὐλοῦντος βαρύτατον
μεῖζον ἂν ποιήσειε τοῦ ῥηθέντος διαστήματος· ταὐτὸ δὲ
καὶ παιδὸς φωνὴ μικροῦ πρὸς ἀνδρὸς φωνὴν πάθοι ἄν.
ὅθεν καὶ κατανοεῖται τὰ μεγάλα τῶν συμφώνων· ἐκ δια-
φερουσῶν γὰρ ἡλικιῶν καὶ διαφερόντων μέτρων τεθεωρή-
καμεν, ὅτι καὶ τὸ τρὶς διὰ πασῶν συμφωνεῖ καὶ τὸ τετρά-
κις καὶ τὸ μεῖζον. ὅτι μὲν οὖν ἐπὶ μὲν τὸ μικρὸν ἡ τοῦ
μέλους φύσις αὐτὴν τὸ διὰ τεσσάρων ἐλάχιστον ἀποδίδωσι
τῶν συμφώνων, ἐπὶ δὲ τὸ μέγα τῇ ἡμετέρᾳ πως τὸ μέγι-
στον ὁρίζεται δυνάμει, σχεδὸν δῆλον ἐκ τῶν εἰρημένων·
ὅτι δ' ἐκ τούτου μεγέθη συμφώνων διαστημάτων συμβαίνει
γίγνεσθαι ῥᾴδιον συνιδεῖν.
Τούτων δ' ὄντων γνωρίμων τὸ τονιαῖον διάστημα πει-
ρατέον ἀφορίσαι. ἔστι δὴ τόνος ἡ τῶν πρώτων συμφώνων
κατὰ μέγεθος διαφορά. διαιρείσθω δ' εἰς τρεῖς διαιρέσεις·
μελῳδείσθω γὰρ αὐτοῦ τό τε ἥμισυ καὶ τὸ τρίτον μέρος
καὶ <τὸ> τέταρτον· τὰ δὲ τούτων ἐλάττονα διαστήματα
πάντα ἔστω ἀμελῴδητα. καλείσθω δὲ τὸ μὲν ἐλάχιστον
δίεσις ἐναρμόνιος ἐλαχίστη, τὸ δ' ἐχόμενον δίεσις χρωματικὴ
ἐλαχίστη, τὸ δὲ μέγιστον ἡμιτόνιον.
Τούτων δ' οὕτως ἀφωρισμένων τὰς τῶν γενῶν διαφορὰς
ὅθεν γίγνονται καὶ ὃν τρόπον πειρατέον καταμαθεῖν. δεῖ
δὲ νοῆσαι τῶν συμφώνων διαστημάτων <τὸ> ἐλάχιστον
τὸ κατεχόμενον τά τε πλεῖστα ὑπὸ τεττάρων φθόγγων,
ὅθεν δὴ καὶ τὴν προσηγορίαν ὑπὸ τῶν παλαιῶν ἔσχε.
τίνα δὴ τάξιν πλειόνων οὐσῶν νοητέον, ἐν ᾗ ἴσα τά τε
κινούμενά εἰσι καὶ τὰ ἠρεμοῦντα ἐν ταῖς τῶν γενῶν διαφο-
ραῖς. γίγνεται δ' ἐν τῷ τοιούτῳ οἷον τὸ ἀπὸ μέσης ἐφ' ὑ-
πάτην· ἐν τούτῳ γὰρ δύο μὲν οἱ περιέχοντες φθόγγοι
ἀκίνητοί εἰσιν ἐν ταῖς τῶν γενῶν διαφοραῖς, δύο δ' οἱ πε-
ριεχόμενοι κινοῦνται. τοῦτο μὲν οὖν οὕτω κείσθω. τῶν δὲ
συγχορδιῶν πλειόνων τ' οὐσῶν τῶν τὴν εἰρημένην τάξιν τοῦ
διὰ τεσσάρων κατεχουσῶν καὶ ὀνόμασιν ἰδίοις ἑκάστης
αὐτῶν ὡρισμένης, μία τίς ἐστιν ἡ μέσης καὶ λιχανοῦ καὶ
παρυπάτης καὶ ὑπάτης σχεδὸν γνωριμωτάτη τοῖς ἁπτο-
μένοις μουσικῆς, ἐν ᾗ τὰς τῶν γενῶν διαφορὰς ἀναγκαῖον
ἐπισκέψασθαι τίνα τρόπον γίγνονται. ὅτι μὲν οὖν αἱ
τῶν κινεῖσθαι πεφυκότων φθόγγων ἐπιτάσεις τε καὶ ἀνέ-
σεις αἴτιαί εἰσι τῆς τῶν γενῶν διαφορᾶς φανερόν. τίς δ' ὁ
τόπος τῆς κινήσεως ἑκατέρου τῶν φθόγγων τούτων λεκ-
τέον. λιχανοῦ μὲν οὖν ἐστι τονιαῖος ὁ σύμπας τόπος ἐν
ᾧ κινεῖται, οὔτε γὰρ ἔλαττον ἀφίσταται μέσης τονιαίου δια-
στήματος οὔτε μεῖζον διτόνου. τούτων δὲ τὸ μὲν ἔλαττον
παρὰ μὲν τῶν ἤδη κατανενοηκότων τὸ διάτονον γένος
[οὐχ] ὁμολογεῖται, παρὰ δὲ τῶν μήπω συνεωρακότων συγ-
χωροῖτ' ἂν ἐπαχθέντων αὐτῶν· τὸ δὲ μεῖζον οἱ μὲν συγ-
χωροῦσιν οἱ δ' οὔ. δι' ἣν δὲ γίγνεται τοῦτο αἰτίαν, ἐν τοῖς
ἔπειτα ῥηθήσεται. ὅτι δ' ἔστι τις μελοποιΐα διτόνου λι-
χανοῦ δεομένη καὶ οὐχ ἡ φαυλοτάτη γε ἀλλὰ σχεδὸν ἡ
καλλίστη, τοῖς μὲν πολλοῖς τῶν νῦν ἁπτομένων μουσικῆς οὐ
πάνυ εὔδηλόν ἐστι, γένοιτο μεντἂν ἐπαχθεῖσιν αὐτοῖς· τοῖς
δὲ συνειθισμένοις τῶν ἀρχαϊκῶν τρόπων τοῖς τε πρώτοις καὶ
τοῖς δευτέροις ἱκανῶς δῆλόν ἐστι τὸ λεγόμενον. οἱ μὲν γὰρ
τῇ νῦν κατεχούσῃ μελοποιΐᾳ συνήθεις μόνον ὄντες εἰκότως τὴν
δίτονον λιχανὸν ἐξορίζουσι· συντονωτέραις γὰρ χρῶνται
σχεδὸν οἱ πλεῖστοι τῶν νῦν. τούτου δ' αἴτιον τὸ βούλεσθαι
γλυκαίνειν ἀεί· σημεῖον δ' ὅτι τούτου στοχάζουσι, μάλιστα
μὲν γὰρ καὶ πλεῖστον χρόνον ἐν τῷ χρώματι διατρίβου-
σιν, ὅταν δ' ἀφίκωνταί ποτε εἰς τὴν ἁρμονίαν, ἐγγὺς τοῦ
χρώματος προσάγουσι συνεπισπωμένου τοῦ μέλους. περὶ
τούτων μὲν οὖν ἐπὶ τοσοῦτον ἀρκείτω· ὁ δὴ τῆς λιχανοῦ
τόπος τονιαῖος ὑποκείσθω, ὁ δὲ τῆς παρυπάτης διέσεως
ἐλαχίστης. οὔτε γὰρ ἐγγυτέρω τῆς ὑπάτης προσέρχεται
διέσεως οὔτε πλεῖον ἀφίσταται ἡμίσεος τόνου. οὐ γὰρ ἐπαλ-
λάττουσιν οἱ τόποι, ἀλλ' ἔστιν αὐτῶν πέρας ἡ συναφή,
ὅταν γὰρ ἐπὶ τὴν αὐτὴν τάσιν ἀφίκωνται ἥ τε παρυπάτη
καὶ ἡ λιχανός, ἡ μὲν ἐπιτεινομένη ἡ δ' ἀνιεμένη, πέρας ἔχου-
σιν οἱ τόποι· καὶ ἔστιν ὁ μὲν ἐπὶ τὸ βαρὺ παρυπάτης, ὁ
δ' ἐπὶ τὸ ὀξὺ λιχανοῦ. περὶ μὲν οὖν τῶν ὅλων τόπων
λιχανοῦ τε καὶ παρυπάτης οὕτως ὡρίσθω, περὶ δὲ τῶν
κατὰ <τὰ> γένη τε καὶ τὰς χρόας λεκτέον. τὸ μὲν οὖν διὰ
τεσσάρων ὃν τρόπον ἐξεταστέον, εἴτε μετρεῖταί τινι τῶν
ἐλαττόνων διαστημάτων εἴτε πᾶσίν ἐστιν ἀσύμμετρον, ἐν
τοῖς διὰ συμφωνίας λαμβανομένοις λέγεται. ὡς φαινομένου
δ' [ἐξ] ἐκείνου δύο τόνων καὶ ἡμίσεος, κείσθω τοῦτο ἂν
εἶναι τὸ μέγεθος. πυκνὸν δὲ λεγέσθω τὸ ἐκ δύο διαστημά-
των συνεστηκὸς ἃ συντεθέντα ἔλαττον διάστημα περιέξει
τοῦ λειπομένου διαστήματος ἐν τῷ διὰ τεσσάρων. τού-
των <δ'> οὕτως ὡρισμένων πρὸς τῷ βαρυτέρῳ τῶν μενόν-
των φθόγγων εἰλήφθω τὸ ἐλάχιστον πυκνόν· τοῦτο δ' ἔσται
τὸ ἐκ δύο διέσεων ἐναρμονίων δὲ καὶ χρωματικῶν ἐλαχί-
στων. ἔσονται δὲ <αἱ> δύο λιχανοὶ εἰλημμέναι δύο γενῶν
βαρύταται, ἡ μὲν ἁρμονίας ἡ δὲ χρώματος. καθόλου γὰρ
βαρύταται μὲν αἱ ἐναρμόνιοι λιχανοὶ ἦσαν, ἐχόμεναι δ' αἱ
χρωματικαί, συντονώταται δ' αἱ διάτονοι. μετὰ ταῦτα
τρίτον εἰλήφθω πυκνὸν πρὸς τῷ αὐτῷ· τέταρτον <δ'> εἰ-
λήφθω πυκνὸν τονιαῖον· πέμπτον δὲ πρὸς τῷ αὐτῷ, τὸ ἐξ
ἡμιτονίου καὶ ἡμιολίου διαστήματος συνεστηκὸς σύστημα
εἰλήφθω· ἕκτον δὲ τὸ ἐξ ἡμιτονίου καὶ τόνου. αἱ μὲν οὖν τὰ
δύο [τὰ] πρῶτα ληφθέντα πυκνὰ ὁρίζουσαι λιχανοὶ εἴρην-
ται· ἡ δὲ τὸ τρίτον πυκνὸν ὁρίζουσα λιχανὸς χρωματικὴ
μέν ἐστιν, καλεῖται δὲ τὸ χρῶμα ἐν ᾧ ἐστιν ἡμιόλιον· ἡ δὲ τὸ
τέταρτον πυκνὸν ὁρίζουσα λιχανὸς χρωματικὴ μέν ἐστιν,
καλεῖται δὲ τὸ χρῶμα ἐν ᾧ ἐστι τονιαῖον· ἡ δὲ τὸ πέμ-
πτον ληφθὲν σύστημα ὁρίζουσα λιχανός—ὃ μεῖζον ἤδη
πυκνοῦ ἦν, ἐπειδήπερ ἴσα ἐστὶ τὰ δύο τῷ ἑνί—βαρυτάτη
διάτονός ἐστιν· ἡ δὲ τὸ ἕκτον ληφθὲν σύστημα ὁρίζουσα
λιχανὸς συντονωτάτη διάτονός ἐστιν. ἡ μὲν οὖν βαρυ-
τάτη χρωματικὴ λιχανὸς τῆς ἐναρμονίου βαρυτάτης ἕκτῳ
μέρει τόνου ὀξυτέρα ἐστίν, ἐπειδήπερ ἡ χρωματικὴ δίεσις
τῆς ἐναρμονίου διέσεως δωδεκατημορίῳ τόνου μείζων ἐστί.
δεῖ γὰρ τὸ τοῦ αὐτοῦ τριτημόριον τοῦ τετάρτου μέρους
δωδεκατημορίῳ ὑπερέχειν, αἱ δὲ δύο χρωματικαὶ τῶν δύο
ἐναρμονίων δῆλον ὡς τῷ διπλασίῳ. τοῦτο δ' ἐστὶν ἑκτημό-
ριον, ἔλαττον διάστημα τοῦ ἐλαχίστου τῶν μελῳδουμένων.
τὰ δὲ τοιαῦτα ἀμελῴδητά ἐστιν, ἀμελῴδητον γὰρ λέγο-
μεν ὃ μὴ τάττεται καθ' ἑαυτὸ ἐν συστήματι. ἡ δὲ βαρυ-
τάτη διάτονος τῆς βαρυτάτης χρωματικῆς ἡμιτονίῳ καὶ
δωδεκατημορίῳ τόνου ὀξυτέρα ἐστίν. ἐπὶ μὲν γὰρ τὴν τοῦ
ἡμιολίου χρώματος λιχανὸν ἡμιτόνιον ἦν ἀπ' αὐτῆς, ἀπὸ
δὲ τῆς ἡμιολίου ἐπὶ τὴν ἐναρμόνιον δίεσις, ἀπὸ δὲ τῆς
ἐναρμονίου ἐπὶ τὴν βαρυτάτην χρωματικὴν ἑκτημόριον,
ἀπὸ δὲ τῆς βαρυτάτης χρωματικῆς ἐπὶ τὴν ἡμιόλιον δω-
δεκατημόριον τόνου. τὸ δὲ τεταρτημόριον ἐκ τριῶν δωδε-
κατημορίων σύγκειται, ὥστ' εἶναι φανερόν, ὅτι τὸ εἰρημένον
διάστημά ἐστιν ἀπὸ τῆς βαρυτάτης διατόνου ἐπὶ τὴν
βαρυτάτην χρωματικήν. ἡ δὲ συντονωτάτη διάτονος τῆς
βαρυτάτης διατόνου διέσει ἐστὶ συντονωτέρα. ἐκ τούτων
δὴ φανεροὶ γίγνονται οἱ τόποι τῶν λιχανῶν ἑκάστης·
ἥ τε γὰρ βαρυτέρα τῆς <βαρυτάτης> χρωματικῆς πᾶσά
ἐστιν ἐναρμόνιος λιχανὸς ἥ τε τῆς <βαρυτάτης> διατόνου
βαρυτέρα πᾶσά ἐστι <χρωματικὴ μέχρι τῆς βαρυτάτης χρω-
ματικῆς ἥ τε τῆς διατόνου συντονωτάτης βαρυτέρα πᾶσά
ἐστι> διάτονος μέχρι τῆς βαρυτάτης διατόνου. νοητέον
γὰρ ἀπείρους τὸν ἀριθμὸν τὰς λιχανούς· οὗ γὰρ ἂν
στήσῃς τὴν φωνὴν τοῦ ἀποδεδειγμένου λιχανῷ τόπου
λιχανὸς ἔσται, διάκενον δ' οὐδέν ἐστιν τοῦ λιχανοειδοῦς τό-
που οὐδὲ τοιοῦτον οἷον μὴ δέχεσθαι λιχανόν. ὥστ' εἶναι
μὴ περὶ μικροῦ τὴν ἀμφισβήτησιν· οἱ μὲν γὰρ ἄλλοι δια-
φέρονται περὶ τοῦ διαστήματος μόνον, οἷον πότερον δίτονός
ἐστιν ἡ λιχανὸς ἢ συντονωτέρα ὡς μιᾶς οὔσης ἐναρμονίου·
ἡμεῖς δ' οὐ μόνον πλείους ἐν ἑκάστῳ γένει φαμὲν εἶναι
λιχανοὺς μιᾶς ἀλλὰ καὶ προστίθεμεν ὅτι ἄπειροί εἰσι τὸν
ἀριθμόν. τὰ μὲν οὖν περὶ τῶν λιχανῶν οὕτως ἀφωρίσθω.
παρυπάτης δὲ δύο εἰσὶ τόποι—ὁ μὲν κοινὸς τοῦ τε δια-
τόνου καὶ τοῦ χρώματος, ὁ δ' ἕτερος ἴδιος τῆς ἁρμονίας—·
κοινωνεῖ γὰρ δύο γένη τῶν παρυπατῶν. ἐναρμόνιος μὲν
οὖν ἐστι παρυπάτη πᾶσα ἡ βαρυτέρα τῆς βαρυτάτης
χρωματικῆς, χρωματικὴ δὲ καὶ διάτονος ἡ λοιπὴ πᾶσα
μέχρι τῆς ἀφωρισμένης. τῶν δὲ διαστημάτων τὸ μὲν ὑπάτης
καὶ παρυπάτης τῷ παρυπάτης καὶ λιχανοῦ ἤτοι ἴσον
μελῳδεῖται ἢ ἔλαττον, τὸ δὲ παρυπάτης καὶ λιχανοῦ τῷ
λιχανοῦ καὶ μέσης καὶ ἴσον καὶ ἄνισον ἀμφοτέρως. τούτου
δ' αἴτιον τὸ κοινὰς εἶναι τὰς παρυπάτας ἀμφοτέρων τῶν
γενῶν, γίγνεται γὰρ ἐμμελὲς τετράχορδον ἐκ παρυπάτης
τε χρωματικῆς <τῆς> βαρυτάτης καὶ διατόνου λιχανοῦ τῆς
συντονωτάτης. ὁ δὲ τῆς παρυπάτης τόπος φανερός ἐστι
ἐκ τῶν ἔμπροσθεν, διαιρεθείς τε καὶ συντεθεὶς ὅσος ἐστίν.
Περὶ δὲ συνεχείας καὶ τοῦ ἑξῆς ἀκριβῶς οὐ πάνυ ῥᾴδιον
ἐν ἀρχῇ διορίσαι, τύπῳ δὲ πειρατέον ὑποσημῆναι. φαίνεται
δὲ τοιαύτη τις φύσις εἶναι τοῦ συνεχοῦς ἐν τῇ μελῳδίᾳ
οἵα καὶ ἐν τῇ λέξει περὶ τὴν τῶν γραμμάτων σύνθεσιν·
καὶ γὰρ ἐν τῷ διαλέγεσθαι φύσει ἡ φωνὴ καθ' ἑκάστην
τῶν ξυλλαβῶν πρῶτόν τι καὶ δεύτερον τῶν γραμμάτων
τίθησι καὶ τρίτον καὶ τέταρτον καὶ κατὰ τοὺς λοιποὺς
ἀριθμοὺς ὡσαύτως, οὐ πᾶν μετὰ πᾶν, ἀλλ' ἔστι τοιαύτη
τις φυσικὴ αὔξησις τῆς συνθέσεως. παραπλησίως δὲ καὶ ἐν
τῷ μελῳδεῖν ἔοικεν ἡ φωνὴ τιθέναι κατὰ συνέχειαν τά
τε διαστήματα καὶ τοὺς φθόγγους φυσικήν τινα σύνθεσιν
διαφυλάττουσα, οὐ πᾶν μετὰ πᾶν διάστημα μελῳδοῦσα
οὔτ' ἴσον οὔτ' ἄνισον. ζητητέον δὲ τὸ συνεχὲς οὐχ ὡς οἱ
ἁρμονικοὶ ἐν ταῖς τῶν διαγραμμάτων καταπυκνώσεσιν
ἀποδιδόναι πειρῶνται, τούτους ἀποφαίνοντες τῶν φθόγγων
ἑξῆς ἀλλήλων κεῖσθαι οἷς συμβέβηκε τὸ ἐλάχιστον διάστημα
διέχειν ἀφ' αὑτῶν. οὐ γὰρ τὸ [μὴ] δύνασθαι διέσεις ὀκτὼ
καὶ εἴκοσιν ἑξῆς μελῳδεῖσθαι τῆς φωνῆς ἐστιν, ἀλλὰ τὴν
τρίτην δίεσιν πάντα ποιοῦσα οὐχ οἵα τέ ἐστι προστιθέναι,
ἀλλ' ἐπὶ μὲν τὸ ὀξὺ ἐλάχιστον μελῳδεῖ τὸ λοιπὸν τοῦ διὰ
τεσσάρων, —τὰ δ' ἐλάττω πάντα ἐξαδυνατεῖ—τοῦτο δ' ἐ-
στὶν ἤτοι ὀκταπλάσιον τῆς ἐλαχίστης διέσεως ἢ μικρῷ τινι
παντελῶς καὶ ἀμελῳδήτῳ ἔλαττον, ἐπὶ δὲ τὸ βαρὺ τῶν
δύο διέσεων τονιαίου ἔλαττον οὐ δύναται μελῳδεῖν. οὐ δὴ
προσεκτέον εἰ τὸ συνεχὲς ὅτε μὲν ἐξ ἴσων ὅτε δ' ἐξ ἀνίσων
γίγνεται, ἀλλὰ πρὸς τὴν τῆς μελῳδίας φύσιν πειρατέον
βλέπειν κατανοεῖν τε προθυμούμενον τί μετὰ τί πέφυκεν ἡ
φωνὴ διάστημα τιθέναι κατὰ μέλος. εἰ γὰρ μετὰ παρυπά-
την καὶ λιχανὸν μὴ δυνατὸν ἐγγυτέρω μελῳδῆσαι φθόγ-
γου μέσης, αὕτη ἂν εἴη μετὰ τὴν λιχανόν, εἴτε διπλάσιον
εἴτε πολλαπλάσιον διάστημα ὁρίζει <τοῦ> παρυπάτης καὶ
λιχανοῦ. τίνα μὲν οὖν τρόπον τό τε συνεχὲς καὶ τὸ ἑξῆς δεῖ
ζητεῖν, σχεδὸν δῆλον ἐκ τῶν εἰρημένων· πῶς δὲ γίγνεται
καὶ τί μετὰ τί διάστημα τίθεταί τε καὶ οὐ τίθεται, ἐν τοῖς
στοιχείοις δειχθήσεται.
Ὑποκείσθω μὲν τὸ πυκνὸν ἢ τὸ ἄπυκνον τιθέμενον
σύστημα ἐπὶ μὲν τὸ ὀξὺ μὴ τίθεσθαι ἔλαττον διάστημα
τοῦ λειπομένου τῆς πρώτης συμφωνίας, ἐπὶ δὲ τὸ βαρὺ
μὴ ἔλαττον τονιαίου· ὑποκείσθω δὲ καὶ τῶν ἑξῆς κειμένων
φθόγγων κατὰ μέλος ἐν ἑκάστῳ γένει ἤτοι τοὺς τετάρτους
[τοῖς τετράσι] διὰ τεττάρων συμφωνεῖν ἢ τοὺς πέμπτους
[τοῖς πέντε] διὰ πέντε ἢ ἀμφοτέρως· ᾧ δ' ἂν τῶν φθόγγων
μηδὲν ᾖ τούτων συμβεβηκός, ἐκμελῆ τοῦτον εἶναι πρὸς τοὺς
οἷς ἀσύμφωνός ἐστιν. ὑποκείσθω δὲ καὶ τεττάρων γιγνο-
μένων διαστημάτων ἐν τῷ διὰ πέντε, δύο μὲν ἴσων ὡς ἐπὶ
τὸ πολύ, τῶν τὸ πυκνὸν κατεχόντων, δύο δ' ἀνίσων, τοῦ
τε λειπομένου τῆς πρώτης συμφωνίας καὶ τῆς ὑπεροχῆς ᾗ
τὸ διὰ πέντε τοῦ διὰ τεσσάρων ὑπερέχει, ἐναντίως τίθεσθαι
πρὸς τοῖς ἴσοις τὰ [δὲ] ἄνισα ἐπί τε τὸ ὀξὺ καὶ τὸ βαρύ.
ὑποκείσθω δὲ καὶ τοὺς τοῖς ἑξῆς φθόγγοις συμφωνοῦντας
διὰ τῆς αὐτῆς συμφωνίας ἑξῆς αὑτοῖς εἶναι. ἀσύνθετον δὲ
ὑποκείσθω ἐν ἑκάστῳ γένει εἶναι διάστημα κατὰ μέλος ὃ
ἡ φωνὴ μελῳδοῦσα μὴ δύναται διαιρεῖν εἰς διαστήματα.
ὑποκείσθω δὲ καὶ τῶν συμφώνων ἕκαστον μὴ διαιρεῖσθαι
εἰς ἀσύνθετα πάντα μεγέθη. ἀγωγὴ δ' ἔστω ἡ διὰ τῶν
ἑξῆς φθόγγων—ἔξωθεν τῶν ἄκρων—, ὧν ἑκατέρωθεν ἓν
ἀσύνθετον κεῖται διάστημα· εὐθεῖα δ' ἡ ἐπὶ τὸ αὐτό.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.15 0 0 451

ονομασία, στην αρχαία ελληνική μουσική γινόταν χρήση ονομάτων για τον προσδιορισμό των φθόγγων (προσηγορίαι· Μ. Ψελλός, Σύνταγμα 21α). Αρχικά τα ονόματα αυτά δόθηκαν στις χορδές της λύρας κέρας, κέρατο. συνών. του όρου βυκάνη ή σάλπιγξ. σύμφωνα με τη θέση τους στο όργανο· όταν η λέξη χορδή έγινε, με τη συνεχή και πρακτική χρήση, συνώνυμη του φθόγγου, τα ονόματα χρησιμοποιούνταν χωρίς διάκριση τόσο για τις χορδές, όσο και για τους αντίστοιχους φθόγγους. Από τον 6ο αι. π.Χ., όταν η επτάχορδη λύρα έγινε οκτάχορδη, τα ονόματα (προσηγορίες) ήταν τα ακόλουθα:

νήτη, νεάτη (=χαμηλότατη), η ψηλότερη νότα·
παρανήτη, η αμέσως πιο κάτω από τη νήτη·
τρίτη, η τρίτη από πάνω προς τα κάτω·
παραμέση, η πλαϊνή της μέσης προς τα πάνω·
μέση, η κεντρική νότα·
λιχανός, η χορδή που παιζόταν με το λιχανό, το δείκτη·
παρυπάτη, η πλαϊνή της υπάτης προς τα πάνω·
υπάτη (=υψίστη), η πιο χαμηλή νότα.



Η πιο πάνω ονοματολογία χρειάζεται κάποια εξήγηση.

(α) η λ. νήτη νήτη, 1. η χορδή που βρισκόταν πιo κοντά στον εκτελεστή (νήτη = κατώτατη).
2. η ψηλότερη νότα ή χορδή. Στην επτάχορδη κλίμακα η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου συνημμένων (re) και στην οκτάχορδη η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου διεζευγμένων (mi)·, ενώ σήμαινε την έσχατη χορδή, ήταν στην πραγματικότητα η ψηλότερη χορδή· αυτό οφείλεται στη θέση της χορδής νήτη, που ήταν τοποθετημένη στο πλησιέστερο σημείο από τον εκτελεστή· πρβ. Αριστείδης (Mb 11) στο λ. νήτη.
(β) Η υπάτη υπάτη, (=υψίστη)· η πιο χαμηλή νότα ή χορδή· ονομαζόταν έτσι (υπάτη σήμαινε υψίστη), γιατί τοποθετούνταν στο πιο μακρινό άκρο των χορδών., ακριβώς το αντίθετο με τη νήτη, αλλά κατά παρόμοια αντιστοιχία, ενώ σήμαινε την πιο ψηλή χορδή, στην πραγματικότητα ήταν η χαμηλότερη, γιατί η αντίστοιχη χορδή ήταν τοποθετημένη στο άλλο άκρο, το πιο μακρινό από τον εκτελεστή· πρβ. Αριστείδης (Mb 11) στο λ. υπάτη.
Ο Νικόμαχος (στο Εγχειρ. 3) λέει ότι κατ' αναλογία με τον πλανήτη Κρόνο, που είναι ο πιο ψηλός και πιο απομακρυσμένος από μας πλανήτης, ο πιο χαμηλός ήχος στη δια πασών ονομάστηκε υπάτη, γιατί ύπατον είναι το πιο ψηλό. Κατά τον ίδιο τρόπο η Σελήνη, που είναι ο πιο χαμηλός και πλησιέστερος πλανήτης στη Γη, ο πιο ψηλός ήχος πήρε το όνομα νήτη, που σημαίνει χαμηλότατος.
Μερικοί μελετητές υποστηρίζουν ότι το αντιφατικό φαινόμενο στους δύο αυτούς όρους (υπάτη, νήτη) οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι, καθώς λέει ο Αριστείδης, οι αρχαίοι συνήθιζαν να ονομάζουν τον πρώτο ύπατον (τον πιο ψηλό) και τον πιο μακρινό νέατον (χαμηλότατο). Ο Kurt Sachs (Hist. 135) υποστηρίζει ότι "η νήτη ή χαμηλή χορδή κατά τρόπο εκπληκτικό προσδιορίζει την πιο ψηλή νότα στην ελληνική μουσική, όχι γιατί είναι η πιο χαμηλή όταν η λύρα κρατιέται στην κανονική, πλαγιαστή θέση, αλλά γιατί η σημιτική Ανατολή αποκαλεί ψηλούς φθόγγους τους χαμηλούς και χαμηλούς φθόγγους τους ψηλούς". Πρβ. Αριστοτ. (Προβλ. XIX, 3· Πλούτ. Πλατωνικά ζητήματα IX, 2, 1008Ε).
(γ) Όλα τα ονόματα ήταν στο θηλυκό γένος, γιατί εξυπακούεται η λέξη "χορδή"· ήταν δηλ. επίθετα στο ουσιαστικό χορδή, λ.χ. νήτη χορδή (χαμηλότατη-ύψιστη χορδή).

Στο Σύστημα Τέλειον Μείζον τα ονόματα ήταν με τη σειρά τους τα ακόλουθα, με τον προστεθειμένο φθόγγο (τον προσλαμβανόμενο):



Οι νότες του τετραχόρδου συνημμένων στο Σύστημα Τέλειον Έλασσον ονομάζονταν:



Τα ονόματα παραμένουν τα ίδια και στα τρία γένη για τις αντίστοιχες νότες και χορδές:



Στο παλαιό σύστημα οι αρμονίες (οκτάχορδα), εφόσον πρακτικά ήταν τμήματα του Τελείου Μείζονος Συστήματος, διατηρούσαν τα ονόματα των αντίστοιχων φθόγγων σύμφωνα με τη θέση τους (ή λειτουργία) στο Σύστημα Τέλειον Μείζον. Έτσι, η μιξολυδική (si - si), παρμένη με ανιούσα σειρά, άρχιζε με την υπάτη υπατών, η λυδική (do - do) με την παρυπάτη κ.ο.κ.
Ο Πτολεμαίος εισήγαγε την "κατά θέσιν" ονομασία των φθόγγων. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, η πρώτη νότα κάθε αρμονίας (οκτάχορδου) ονομαζόταν, σχετικά με τη θέση της στην κλίμακα, υπάτη, η δεύτερη νότα παρυπάτη, η τρίτη λιχανός, η τετάρτη μέση κτλ. (κατά ανιούσα σειρά)· από την άλλη, κάθε νότα της ίδιας αρμονίας ονομαζόταν επίσης και σύμφωνα με τη λειτουργία της ("κατά δύναμιν") στο Σύστημα Τέλειον Μείζον. Στο ακόλουθο παράδειγμα έχουμε και τις δύο ονομασίες:



Λυδική αρμονία

ονομασία

(α) ονομασία κατά δύναμιν:



(β) κατά θέσιν:

Φρυγική αρμονία

(α) κατά δύναμιν:



(β) κατά θέσιν:

Σημείωση: Μονάχα στη δωρική αρμονία (mi - mi) και οι δύο ονομασίες συμπίπτουν.

συν. ονοματοθεσία
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.15 0 0 450

μονή, (από το μένω)· η παραμονή πάνω σ' ένα ύψος· κάποια εμμονή της φωνής. Ο Κλεονείδης Κλεονείδης, θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου. (Εισαγ. 14) καθορίζει: "τονή είναι η μονή (παραμονή πάνω σε μια βαθμίδα) πιο πολύ από ένα χρόνο σε μια εκφορά της φωνής". Ο Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. (Ι, 12, 3): "[τάσις τάσις, τέντωμα μιας χορδής, επομένως ύψος, μια νότα. εστί] μονή τις και στάσις της φωνής" ([τάση είναι] κάποια παραμονή [εμμονή] και στάση της φωνής)· και ο Αριστείδης δίνει τον ίδιο ορισμό (Mb 8, R.P.W.-I. 6). Ο Βακχείος (Εισαγ. 45) καθορίζει ότι μονή γίνεται: "όταν επί του αυτού φθόγγου πλείονες λέξεις μελωδώνται" (όταν περισσότερες λέξεις τραγουδιούνται πάνω στην ίδια νότα). Βλ. λ. πεττεία πεττεία, 1. επανάληψη της ίδιας νότας.
2. κατά τον Αριστείδη, μια μέθοδος της μελωδικής σύνθεσης (ένα από τα τρία είδη της χρήσης), με την οποία "μαθαίνουμε ποιες νότες να παραλείψουμε και ποιες να χρησιμοποιήσουμε. Και από ποια ν' αρχίσουμε και σε ποια να τελειώσουμε".

http://thesaurus.iema.gr/thesaurus_s.php?lang=el&id=683&q=%EC%EF%ED%DE
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.15 0 0 449

Aristoxenus Mus. : Elementa harmonica : Page 16, line 19

τάσιν
εἰρημένων
μονή
στάσις τῆς φωνῆς
κινήσεις
φθόγγους
φωνὴν κίνησιν
ὄνομα
αἴσθησις
ὀξὺ
βαρὺ
πάθει τῆς φωνῆς
μελῳδεῖν
διάστημά
ἠρεμίαν
ἀγωγήν
τάσις
ἐπίτασις
βαρύτητος
ὀξύτητος

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.15 0 0 448

Aristoxenus Mus. : Elementa harmonica : Page 16, line 19

ὅτι δὲ καὶ τὸ
πέμπτον ὃ δὴ τάσιν ὀνομάζομεν ἕτερόν ἐστιν ἑκάστου τῶν
εἰρημένων, πειρατέον κατανοῆσαι. ὃ μὲν οὖν βουλόμεθα
λέγειν τὴν τάσιν σχεδόν ἐστι τοιοῦτον οἷον μονή τις καὶ
στάσις τῆς φωνῆς. μὴ ταραττέτωσαν δ' ἡμᾶς αἱ τῶν εἰς
κινήσεις ἀγόντων τοὺς φθόγγους δόξαι καὶ καθόλου τὴν
φωνὴν κίνησιν εἶναι φασκόντων, ὡς συμπεσουμένου λέγειν
ἡμῖν ὅτι συμβήσεταί ποτε τῇ κινήσει μὴ κινεῖσθαι ἀλλ' ἠ-
ρεμεῖν τε καὶ ἑστάναι. διαφέρει γὰρ οὐδὲν ἡμῖν τὸ λέγειν
ὁμαλότητα κινήσεως ἢ ταὐτότητα τὴν τάσιν ἢ εἰ ἄλλο τι
τούτων εὑρίσκοιτο γνωριμώτερον ὄνομα. οὐδὲν γὰρ ἧττον
ἡμεῖς τότε φήσομεν ἑστάναι τὴν φωνήν, ὅταν ἡμῖν ἡ αἴ-
σθησις αὐτὴν ἀποφήνῃ μήτ' ἐπὶ τὸ ὀξὺ μήτ' ἐπὶ τὸ βαρὺ
ὁρμῶσαν, οὐδὲν ἄλλο ποιοῦντες πλὴν τῷ τοιούτῳ πάθει
τῆς φωνῆς τοῦτο τὸ ὄνομα τιθέμενοι. φαίνεται δὲ τοῦτο
ποιεῖν ἐν τῷ μελῳδεῖν ἡ φωνή· κινεῖται μὲν γὰρ ἐν τῷ
διάστημά τι ποιεῖν, ἵσταται δ' ἐν τῷ φθόγγῳ. εἰ δὲ κινεῖται
μὲν τὴν ὑφ' ἡμῶν λεγομένην κίνησιν, ἐκείνης τῆς κινήσεως
τῆς ὑπ' ἐκείνων λεγομένης τὴν κατὰ τάχος διαφορὰν λαμ-
βανούσης, ἠρεμεῖ δὲ πάλιν αὖ τὴν ὑφ' ἡμῶν λεγομένην ἠρε-
μίαν, στάντος τοῦ τάχους καὶ λαβόντος μίαν τινὰ καὶ τὴν
αὐτὴν ἀγωγήν, οὐδὲν ἂν ἡμῖν διαφέροι. σχεδὸν γὰρ δῆλόν
ἐστιν ὅ θ' ἡμεῖς λέγομεν κίνησίν τε καὶ ἠρεμίαν φωνῆς καὶ
ὃ ἐκεῖνοι κίνησιν. ταῦτα μὲν οὖν ἐνταῦθα ἱκανῶς, ἐν ἄλλοις
δὲ ἐπιπλεῖόν τε καὶ σαφέστερον διώρισται. ἡ δὲ τάσις ὅτι
μὲν οὔτ' ἐπίτασις οὔτ' ἄνεσίς ἐστι παντελῶς δῆλον, —τὴν
μὲν γὰρ εἶναί φαμεν ἠρεμίαν φωνῆς, τὰς δ' ἐν τοῖς ἔμπροσθεν
εὕρομεν οὔσας κινήσεις τινάς, —ὅτι δὲ καὶ τῶν λοιπῶν,
τῆς βαρύτητος καὶ τῆς ὀξύτητος, ἕτερόν ἐστιν ἡ τάσις πει-
ρατέον κατανοῆσαι. ὅτι μὲν οὖν ἠρεμεῖν συμβαίνει τῇ φωνῇ
καὶ εἰς βαρύτητα καὶ εἰς ὀξύτητα ἀφικομένῃ, δῆλον ἐκ τῶν
ἔμπροσθεν· ὅτι δὲ καὶ τῆς τάσεως ἠρεμίας τινὸς τεθείσης
οὐδὲν μᾶλλον ἐκείνων ἑκατέρων ταὐτὸν τάσις ἐστίν, ἐκ τῶν
ῥηθησομένων ἔσται φανερόν. δεῖ δὴ καταμανθάνειν ὅτι τὸ
μὲν ἑστάναι τὴν φωνὴν τὸ μένειν ἐπὶ μιᾶς τάσεώς ἐστι.
συμβήσεται δ' αὐτῇ τοῦτο, ἐάν τ' ἐπὶ βαρύτητος ἐάν τ' ἐπ' ὀ-
ξύτητος ἱστῆται. εἰ δ' ἡ μὲν τάσις ἐν ἀμφοτέροις ὑπάρξει—
καὶ γὰρ ἐπὶ τῶν βαρέων καὶ ἐπὶ τῶν ὀξέων τὸ ἵστασθαι
τὴν φωνὴν ἀναγκαῖον ἦν—, ἡ δ' ὀξύτης μηδέποτε τῇ βα-
ρύτητι συνυπάρξει μηδ' ἡ βαρύτης τῇ ὀξύτητι, δῆλον ὡς
ἕτερόν ἐστιν ἑκατέρου τούτων ἡ τάσις ὡς [μηδὲν] κοινὸν
γιγνόμενον ἐν ἀμφοτέροις. ὅτι μὲν οὖν πέντε ταῦτ' ἐστὶν
ἀλλήλων ἕτερα, τάσις τε καὶ ὀξύτης καὶ βαρύτης πρὸς δὲ
τούτοις ἄνεσίς τε καὶ ἐπίτασις, σχεδὸν δῆλον ἐκ τῶν
εἰρημένων.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 447

λογώδες μέλος, μελωδία που μιλιέται, της ομιλίας. Ο Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. χρησιμοποίησε αυτό τον όρο στα Αρμονικά Στοιχεία (Ι, 18, 12-15): "λέγεται γαρ δη και λογώδές τι μέλος, το συγκείμενον εκ των προσωδιών των εν τοις ονόμασιν· φυσικόν γαρ το επιτείνειν και ανιέναι εν τω διαλέγεσθαι" (γιατί υπάρχει και ένα είδος μελωδίας στην ομιλία, που εξαρτάται από τους τονισμούς των λέξεων· γιατί είναι φυσικό, όταν μιλούμε, να ανεβαίνει και να κατεβαίνει η φωνή)

Ha kedveled azért, ha nem azért nyomj egy lájkot a Fórumért!