Keresés

Részletes keresés

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 458

διαφωνία, ο Κλεονείδης Κλεονείδης, θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου. (Εισ. 6, C.v.J. 188, Mb 8) την καθορίζει ως άρνηση, αδυναμία δύο φθόγγων να συνδυαστούν, έτσι που να προκαλούν ενόχληση στην ακοή ("διαφωνία δε τουναντίον δύο φθόγγων αμιξαί [στον Mb αμιξία], ώστε μη κραθήναι, αλλά τραχυνθήναι την ακοήν").
διάφωνοι φθόγγοι· (ή ήχοι), που δε συνταιριάζουν, που δε συμφωνούν. Ο Γαυδέντιος Γαυδέντιος, (2ος/3ος αι. μ.Χ.;)· θεωρητικός της μουσικής. Επονομάζεται "ο φιλόσοφος" και είναι γνωστός για το βιβλίο του Αρμονική Εισαγωγή, ένα εκλεκτικό έργο που ασχολείται με τους ήχους, τα διαστήματα, τα συστήματα, τα γένη κτλ.· ο Γαυδέντιος ακολουθεί μερικά τις αριστοξενικές και μερικά τις πυθαγορικές αντιλήψεις. (Εισαγ. 8, C.v.J. 337-338, Mb 11) δίνει τον ακόλουθο ορισμό των διάφωνων φθόγγων: "αλλά όταν διάφωνοι ήχοι παιχθούν (σε όργανα ή αυλούς) ταυτόχρονα ("άμα κρουομένων ή αυλουμένων") φαίνεται πως τίποτε δεν υπάρχει ως συγγένεια (ταυτότητα) ανάμεσα στη χαμηλότερη και την ψηλότερη νότα, ή την ψηλότερη προς τη χαμηλότερη" ("ουδέν τι φαίνεται του μέλους είναι του βαρύτερου προς το οξύ ή του οξύτερου προς το βαρύ το αυτό").
Βλ. επίσης Βακχ. 59 και Αριστείδης (Mb 12, R.P.W.-Ι. 10). Επειδή οι αρχαίοι Έλληνες δέχονταν ως σύμφωνα συμφωνία, 1. συμφωνία· το ταίριασμα δύο φθόγγων, συμφωνία (με την έννοια όχι της συνήχησης, αλλά της καλής αρμονικής σχέσης μεταξύ δύο φθόγγων). Οι συμφωνίες που αναγνώριζαν οι Έλληνες ήταν η καθαρή τετάρτη, η καθαρή πέμπτη, η ογδόη (δια πασών), και τα σύνθετα της ογδόης με κάποια από αυτές.
2. σύνολο οργάνων.
3. το όνομα ενός κρουστού οργάνου (είδος μικρού ταμπουρίνου). διαστήματα διάστημα, διάστημα, η απόσταση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς στο ύψος φθόγγους. την 8η, την 4η και την 5η (και τη σύνθετη 8η, 4η, 5η), όλα τα άλλα ήταν διάφωνα.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.17 0 0 457

συμφωνία, και σύμφωνος· (α) συμφωνία· το ταίριασμα δύο φθόγγων, συμφωνία (με την έννοια όχι της συνήχησης, αλλά της καλής αρμονικής σχέσης μεταξύ δύο φθόγγων). Σύμφωνος· αυτός που είναι σε συμφωνία (ταιριάζει αρμονικά) με άλλο.
Οι συμφωνίες που αναγνώριζαν οι Έλληνες ήταν η καθαρή τετάρτη, η καθαρή πέμπτη, η ογδόη (δια πασών), η διπλή ογδόη, η τετάρτη και πέμπτη σύνθετες με την ογδόη (δις δια τεσσάρων δια τεσσάρων, το διάστημα καθαρής 4ης, που οι Πυθαγόρειοι το ονόμαζαν συλλαβή συλλαβή, το διάστημα της καθαρής τετάρτης, όπως ονομαζόταν από τους Πυθαγορικούς· γενικά γνωστό ως δια τεσσάρων. Προσδιορίζεται από τον μαθηματικό λόγο 4/3. ή συλλαβά (λόγος 4:3)., δις δια πέντε) και με τη διπλή ογδόη (τρις δια τεσσάρων, τρις δια πέντε δια πέντε, το διάστημα της 5ης καθαρής.).
Οι Πυθαγορικοί θεωρούσαν σύμφωνα εκείνα τα διαστήματα που εκφράζονταν με τους απλούστερους λόγους, δηλ. την ογδόη (2:1), την πέμπτη (3:2), την τετάρτη (4:3), τη σύνθετη πέμπτη (3:1), τη διπλή ογδόη (4:1) και τη σύνθετη τετάρτη (8:3).
Ο Πτολεμαίος Πτολεμαίος, Κλαύδιος· (85 ή 108 μ.Χ. - περ. 163-168 μ.Χ.) μεγάλος γεωγράφος, αστρονόμος, μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής. Εκτός από τα πολυάριθμα και σημαντικά βιβλία του για την αστρονομία, τη γεωγραφία και τα μαθηματικά, έγραψε ένα σημαντικότατο επιστημονικό έργο για τη μουσική, τα Αρμονικά, σε τρία βιβλία (Αρμονικών βιβλία τρία). Το έργο αυτό αποτελεί μια πολύτιμη εκτίμηση, ερμηνεία και ανάπτυξη των πυθαγόρειων δογμάτων και αρχών για τη μουσική. διακρίνει τους ομόφωνους ομοφωνία, 1. ομοφωνία είναι η ταυτοφωνία και κατ' επέκταση η ογδόη, η διπλή ογδόη κτλ.
2. ομόφωνοι είναι εκείνοι οι ήχοι που όταν παιχτούν μαζί δίνουν ακουστικά την εντύπωση ενός ήχου, όπως είναι οι όγδοες και οι σύνθετες από αυτές. (ταυτοφωνία, ογδόη, διπλή ογδόη) από τους άλλους σύμφωνους (την πέμπτη και την τετάρτη και τις σύνθετες πέμπτη και τετάρτη)· στην πρώτη θέση τοποθετεί τους ομόφωνους και μετά από αυτούς τους σύμφωνους, οι οποίοι είναι οι πλησιέστεροι προς τους ομόφωνους (Πτολεμ. Αρμον. Ι, 7· επίσης, Πορφύρ. Comment, έκδ. I.D., σ. 118, Wallis III, σ. 292).
Ο Κλεονείδης Κλεονείδης, θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου. (Εισαγ. 5) δίνει τον ακόλουθο ορισμό της συμφωνίας: "έστι δε συμφωνία μεν κράσις δύο φθόγγων οξυτέρου και βαρύτερου" (συμφωνία είναι η ανάμειξη δύο φθόγγων, από τους οποίους ο ένας είναι ψηλότερος και ο άλλος χαμηλότερος).
Ο Πορφύριος Πορφύριος, (232/233 Τύρος-304/305 μ.Χ. Ρώμη;)· το αρχικό του όνομα ήταν Μάλχος (στα αραβικά Malik=βασιλιάς). Τη συμβολή του στη μελέτη της μουσικής αποτελούν τα Σχόλιά του στα Αρμονικά του Πτολεμαίου. μνημονεύει, τον ορισμό του Αιλιανού (από το έργο του Τίμαιος): "Συμφωνία είναι σύμπτωση και ανάμειξη ("επί το αυτό πτώσις και κράσις") δύο φθόγγων διαφορετικών ως προς την οξύτητα και τη βαρύτητα", δηλ. διαφορετικών στο ύψος. Προσθέτει πως ο Πτολεμαίος Πτολεμαίος, Κλαύδιος· (85 ή 108 μ.Χ. - περ. 163-168 μ.Χ.) μεγάλος γεωγράφος, αστρονόμος, μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής. Εκτός από τα πολυάριθμα και σημαντικά βιβλία του για την αστρονομία, τη γεωγραφία και τα μαθηματικά, έγραψε ένα σημαντικότατο επιστημονικό έργο για τη μουσική, τα Αρμονικά, σε τρία βιβλία (Αρμονικών βιβλία τρία). Το έργο αυτό αποτελεί μια πολύτιμη εκτίμηση, ερμηνεία και ανάπτυξη των πυθαγόρειων δογμάτων και αρχών για τη μουσική. δεχόταν έξι συμφωνίες (αυτές που λέει ομοφωνίες), ενώ άλλοι θεωρητικοί, όπως ο Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων., ο Διονύσιος Διονύσιος, 1. (τέλη 5ου / αρχές 4ου αι. π.Χ.)· λυρικός ποιητής και μουσικός από τη Θήβα. Ως μουσικός θεωρούνταν ίσος με τον Δάμωνα και, σύμφωνα με τον Th. Reinach, δίδαξε στον Επαμεινώνδα την κιθαριστική και την κιθαρωδία.
2. μουσικός αβέβαιης εποχής, στον οποίο αποδίδονται oι Ύμνοι στη Μούσα (Καλλιόπη) και στον Ήλιο· η σύνθεσή τους τοποθετείται στον 2ο αι. μ.Χ.
3. ο Αλικαρνασσεύς (1ος αι. π.Χ.)· Ιστορικός και δάσκαλος της ρητορικής. Το έργο του Περί συνθέσεως ονομάτων περιέχει πλούσιο μουσικό υλικό.
4. Αλικαρνασσεύς ο Μουσικός (2ος αι. μ.Χ.)· σοφιστής και μουσικός που έζησε τον καιρό της βασιλείας του Αδριανού
5. ο Ίαμβος (3ος αι. π.Χ.)· γραμματικός και ποιητής.
6. Διονύσιος (4ος αι. μ.Χ.)· μουσικός της εποχής του Κωνσταντίνου. Έγραψε ένα βιβλίο Περί μουσικής τέχνης.
7. μουσικός που αναφέρεται από τον Πορφύριο ως συγγραφέας ενός βιβλίου Περί ομοιοτήτων, όπου εξετάζεται η επίδραση του αριθμού στη ρυθμική και της ρυθμικής στη μελοποιία. και ο Ερατοσθένης Ερατοσθένης, (275-195/4 π.Χ.)· γεννήθηκε στην Κυρήνη και πέθανε στην Αλεξάνδρεια. Λόγιος και επιστήμονας μεγάλης φήμης, διευθυντής της περίφημης Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας. Στα πολυάριθμα έργα του (φιλοσοφικά, γεωγραφικά, ιστορικά, μαθηματικά, αστρονομικά κτλ.) υπάρχουν πολλές αναφορές στη μουσική., δέχονταν οκτώ. Ο Γαυδέντιος Γαυδέντιος, (2ος/3ος αι. μ.Χ.;)· θεωρητικός της μουσικής. Επονομάζεται "ο φιλόσοφος" και είναι γνωστός για το βιβλίο του Αρμονική Εισαγωγή, ένα εκλεκτικό έργο που ασχολείται με τους ήχους, τα διαστήματα, τα συστήματα, τα γένη κτλ.· ο Γαυδέντιος ακολουθεί μερικά τις αριστοξενικές και μερικά τις πυθαγορικές αντιλήψεις. δεχόταν εξι.
Ο Νικόμαχος Νικόμαχος, (2ος αι. μ.Χ.)· Πυθαγόρειος μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής· γεννήθηκε στην πόλη Γέρασα της Συρίας. Έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο Αρμονικής Εγχειρίδιον (ή Αρμονικόν Εγχειρίδιον), στο οποίο εκθέτει και διασαφηνίζει, τις πυθαγόρειες αρχές πάνω στη μουσική. (Εγχειρ. 12) υποστηρίζει ότι σύμφωνα συστήματα (=που προέρχονται από την ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων) είναι εκείνα των οποίων οι συστατικοί φθόγγοι, όταν παιχθούν μαζί ("άμα κρουσθέντες"), αναμειγνύονται ο ένας με τον άλλο με τέτοιο τρόπο, ώστε δίνουν την εντύπωση ενός μόνο ήχου ("ενοειδή φωνήν") (πρβ. Αριστείδης Περί μουσ. 12 Mb και Γαυδ. Εισαγ. 8).
Ο Αριστοτέλης Αριστοτέλης, (384-322 π.Χ.)· γεννήθηκε στα Στάγειρα της Χαλκιδικής και πέθανε στη Χαλκίδα της Ευβοίας. Υπήρξε μαθητής του Πλάτωνα στην Ακαδημία στην Αθήνα, όπου αργότερα και δίδαξε. Μολονότι είχε πολύ καλή γνώση της θεωρίας και της πρακτικής της μουσικής, δεν έγραψε κανένα σύγγραμμα ειδικά για τη μουσική· αλλά πολύ συχνά αναφέρεται στη μουσική στα κείμενά του. Όπως ο Πλάτων, υποστηρίζει την ηθική αξία της μουσικής και εξετάζει λεπτομερειακά τη σημασία της στην εκπαίδευση των νέων. (Προβλ. XIX, 38) υποστηρίζει πως "ο λόγος για τον οποίο απολαμβάνουμε τη συμφωνία είναι το ότι είναι ανάμειξη αντιθέτων [φθόγγων] που έχουν σχέση ο ένας με τον άλλο"· και στα Μουσικά Προβλήματα XIX, 35, λέει ότι η ογδόη είναι η πιο ωραία συμφωνία.
Οι συμφωνίες διαιρούνταν σε απλές και σύνθετες. Απλές ήταν, κατά τους αρχαίους συγγραφείς ("τους παλαιούς"), η τετάρτη και η πέμπτη. Σύνθετες θεωρούνταν όλες οι άλλες, επειδή ήταν σύνθετες από απλές συμφωνίες. Κατά τον Πορφύριο, ο Θράσυλος περιλάμβανε και την ογδόη στις απλές συμφωνίες.

(β) Ο όρος συμφωνία απαντά, επίσης, και με τη σημασία ενός συνόλου οργάνων· συμφωνία ήταν και το όνομα ενός κρουστού κρουστά, Όργανα που παράγουν ήχο με κρούση. Έτσι γενικά ονομάζονταν τα έγχορδα, αλλά ο Νικόμαχος χρησιμοποιεί καθαρά τον όρο με τη σημασία των κρουστών οργάνων, όπως τα εννοούμε σήμερα. οργάνου (είδος μικρού ταμπουρίνου). Ο Πολύβιος (Αθήν. ΙΔ', 615D, 4) αναφέρει: "ορχησταί δύο εισήγοντο μετά συμφωνίας εις την ορχήστραν" (δύο χορευτές έμπαιναν στην ορχήστρα με ταμπουρίνα [κατ' άλλους "καστανιέτες"]).

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.16 0 0 456

δίεσις, (από το ρ. διίημι, διαπερνώ, αφήνω κάτι να περάσει)· κοινώς, διαβίβαση, διέλευση.
Στη μουσική ήταν όρος με πολλές σημασίες. Για πολλούς θεωρητικούς σήμαινε το τέταρτο τόνου, και ονομαζόταν δίεσις τεταρτημόριος. Ο Θέων ο Σμυρναίος Θέων, (2ος αι. μ.Χ.)· πλατωνικός φιλόσοφος και μαθηματικός. Είναι ο συγγραφέας ενός έργου που ασχολείται με τις μαθηματικές επιστήμες (αριθμητική, γεωμετρία, στερεομετρία, αστρονομία και μουσική). (87, 2) λέει: "δίεσις, σύμφωνα με τη σχολή του Αριστόξενου, είναι το τέταρτο τόνου, ενώ για τους Πυθαγόρειους δίεσις ονομαζόταν το ημιτόνιο"· βλ. επίσης Μ. Ψελλός, Σύνταγμα, Μουσικής Σύνοψις ηκριβωμένη (Παρίσι 1545, σ. 22).
Από πολλούς συγγραφείς η λ. δίεση χρησιμοποιούνταν γενικά για κάθε διάστημα μικρότερο από το ημιτόνιο ή για το μικρότερο δυνατό διάστημα. Ο Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. (Ι, 14 Mb) γράφει: "η φωνή δεν μπορεί να διακρίνει, ούτε η ακοή να ξεχωρίσει, οποιοδήποτε διάστημα μικρότερο από την πιο μικρή δίεση"· αυτό σημαίνει ότι, κατά τον Αριστόξενο, δίεση είναι το ελάχιστο διάστημα που μπορεί να εκτελέσει η φωνή και να συλλάβει το αυτί.
Και ο Αριστείδης Αριστείδης, θεωρητικός και συγγραφέας μουσικής. Πιστεύεται ότι έζησε ανάμεσα στον 1ο και 3ο αι. μ.Χ. Έχει γράψει ένα σημαντικό σύγγραμμα για τη μουσική με τον τίτλο Περί μουσικής, διαιρεμένο σε τρία βιβλία. (Mb 14, R.P.W.-1.12) επίσης λέει: "δίεση ήταν το ελάχιστο διάστημα της φωνής". Σ' ένα αρχαίο απόσπασμα (Vincent Notices 235-236) καθορίζεται ότι το ελάχιστο διάστημα που μπορεί να γίνει αντιληπτό είναι η δίεση, περίπου ένα τέταρτο τόνου, αλλά σε λόγο 33/32· και είναι ένα διάστημα εξαιρετικά δύσκολο ("χαλεπώτατον") να τραγουδηθεί και όχι από τον καθένα. Σύμφωνα με την εκτίμηση του Δίδυμου Δίδυμος, (περ. 63 π.Χ.-10 μ.Χ.)· γραμματικός από την Αλεξάνδρεια, επονομαζόμενος Χαλκέντερος και Βιβλιολάθας. Του αποδίδεται ο καθορισμός του "Διδύμειου κόμματος" ή "κόμματος του Διδύμου", που είναι η διαφορά μεταξύ ενός μεγάλου ("μείζονος") τόνου (9:8) και ενός "ελάσσονος" τόνου (10:9), δηλ. 81:80. αυτό θα ήταν κάτι μεταξύ 32/31 και 31/30.

Εναρμόνιος δίεσις· η δίεση που χρησιμοποιείται στο εναρμόνιο γένος εναρμόνιον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τετάρτων του τόνου. H επινόησή του αποδιδόταν στον Όλυμπο. Το τετράχορδο στο εναρμόνιο γένος προχωρεί με τον ακόλουθο τρόπο: mi mi1/4 fa la. Ο όρος αρμονία πολύ συχνά αντικαθιστούσε τον όρο εναρμόνιο γένος από την εποχή του Αριστόξενου και κατόπι.. Κατά τον Νικόμαχο Νικόμαχος, (2ος αι. μ.Χ.)· Πυθαγόρειος μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής· γεννήθηκε στην πόλη Γέρασα της Συρίας. Έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο Αρμονικής Εγχειρίδιον (ή Αρμονικόν Εγχειρίδιον), στο οποίο εκθέτει και διασαφηνίζει, τις πυθαγόρειες αρχές πάνω στη μουσική. (Εγχ. 12) είναι το μισό του ημιτονίου: "εναρμόνιος δίεσις, όπερ εστίν ημιτονίου ήμισυ"· και ο Γαυδέντιος Γαυδέντιος, (2ος/3ος αι. μ.Χ.;)· θεωρητικός της μουσικής. Επονομάζεται "ο φιλόσοφος" και είναι γνωστός για το βιβλίο του Αρμονική Εισαγωγή, ένα εκλεκτικό έργο που ασχολείται με τους ήχους, τα διαστήματα, τα συστήματα, τα γένη κτλ.· ο Γαυδέντιος ακολουθεί μερικά τις αριστοξενικές και μερικά τις πυθαγορικές αντιλήψεις. (Εισαγ. 5) λέει ότι η εναρμόνιος δίεση είναι ίση προς το τέταρτο του τόνου· και άλλοι θεωρητικοί συμφωνούν σ' αυτό.

Χρωματική δίεσις· η δίεση που χρησιμοποιείται στο χρωματικό γένος χρωματικόν, το γένος στο οποίο ένα διάστημα ενός τόνου και μισού χρησιμοποιούνταν ως χαρακτηριστικό συστατικό στοιχείο· έτσι, το χρωματικό τετράχορδο θα προχωρούσε με ημιτόνιο, ημιτόνιο και ενάμιση τόνο: mi - fa - fa δί. - la ή mi - fa - sol ύφ. - la. Υπήρχαν τρεις χρόες στο χρωματικό: (α) το χρωματικό μαλακό, (β) το ημιόλιο και (γ) το τονιαίο ή σύντονο.. Ο Γαυδέντιος, ακολουθώντας τον Αριστόξενο, εκτιμά (καθορίζει) την ελάχιστη χρωματική δίεση (δίεσις χρωματική ελαχίστη) ως ίση προς το 1/3 του τόνου (δίεσις τριτημόριος)· βλ. στο λ. χρωματικόν χρωματικόν, το γένος στο οποίο ένα διάστημα ενός τόνου και μισού χρησιμοποιούνταν ως χαρακτηριστικό συστατικό στοιχείο· έτσι, το χρωματικό τετράχορδο θα προχωρούσε με ημιτόνιο, ημιτόνιο και ενάμιση τόνο: mi - fa - fa δί. - la ή mi - fa - sol ύφ. - la. Υπήρχαν τρεις χρόες στο χρωματικό: (α) το χρωματικό μαλακό, (β) το ημιόλιο και (γ) το τονιαίο ή σύντονο. γένος τις απόψεις του Αριστόξενου· επίσης, Αρμ. Στοιχ. II, 50 Mb.

Ημιόλιος δίεσις· η δίεση που χρησιμοποιείται στο ημιόλιο χρωματικό γένος· είναι ίση προς μία και μισή εναρμόνια δίεση, δηλ. αφού η εναρμόνια δίεση είναι 1/4 του τόνου, η ημιόλια θα είναι 1/4 + 1/8 = 3/8 του τόνου. Ο Mart. Cap. (De Mus. Mb 179) επίσης λέει ότι η ημιόλια δίεση είναι ίση προς 1/4 του τόνου και το μισό του 1/4 (1/8), δηλ. 3/8 ή 9/24 του τόνου.
Ο Κλεονείδης Κλεονείδης, θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου. (Εισαγ. 7) λέει: "ας υποθέσουμε πως ο τόνος διαιρείται σε δώδεκα ελάχιστα μόρια, το καθένα από τα οποία ονομάζεται δωδεκατημόριο (1/12) ... το ημιτόνιο θα είναι 6/12, και η δίεση, η λεγόμενη τεταρτημόριος (ένα τέταρτο του τόνου) θα έχει 3/12 και η τριτημόριος (ένα τρίτο του τόνου) θα έχει 4/12"·

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.16 0 0 455

οργανική, · η επιστήμη των οργάνων· η τέχνη της εκτέλεσης οργάνων· ο Αριστόξενος θεωρεί την οργανική ως ένα από τα εφόδια του μουσικού, όπως η αρμονική και η ρυθμική και η μετρική (Αρμ. ΙΙ, 32, 7-8 Mb).
οργανικός, επίθετο· οργανική φωνή, οργανικός ήχος (φωνή, ήχος οργάνου). Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. (ό.π. Ι, 14, 4-5 Mb): "απάσης γαρ φωνής οργανικής τε και ανθρωπικής ωρισμένος εστί τις τόπος" (για κάθε οργανική και ανθρώπινη φωνή υπάρχει μια ορισμένη έκταση).
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.16 0 0 454

διάστασις, διάστημα διάστημα, διάστημα, η απόσταση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς στο ύψος φθόγγους., η απόσταση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς στο ύψος φθόγγους. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τον Αριστόξενο (Αρμον. Στοιχ. Ι, 3, 35 Mb): "Περί της του βαρέος τε και οξέος διαστάσεως" (Για το διάστημα, ανάμεσα στο χαμηλό και το ψηλό [στο ύψος]). Βλ. ακόμα, ό.π. Ι, σ. 13, 32, σ. 14, 9, σ. 18, 30 κτλ. διάστημα· η απόσταση ανάμεσα σε δύο νότες με διαφορετικό ύψος.
Μερικοί ορισμοί των παλιών θεωρητικών Κλεον. (Εισαγ. 1, C.v.J. 179, Mb 1): "διάστημα δε το περιεχόμενον υπό δύο φθόγγων άνομοίων οξύτητι και βαρύτητι" (διάστημα [είναι] η απόσταση που περιλαμβάνεται ανάμεσα σε δύο νότες διαφορετικές στο ύψος και στο βάθος). Ο ίδιος ορισμός και στον Βακχείο.
Ο Ανώνυμος (Bell. 30, 22) λέει: "διάστημα δ' εστί το περιεχόμενον υπό δύο φθόγγων ανομοίων τη τάσει, του μεν οξυτέρου, του δε βαρυτέρου" (διάστημα είναι εκείνο που περιλαμβάνεται ανάμεσα σε [ή περικλείεται από] δύο νότες διαφορετικές στο ύψος [βλ. λ. τάσις τάσις, τέντωμα μιας χορδής, επομένως ύψος, μια νότα.], από τους οποίους ο ένας είναι ψηλότερος και ο άλλος χαμηλότερος). Σ' ένα απόσπασμα χειρογράφου (Vincent Notices 234) ο ορισμός διατυπώνεται έτσι: "Διάστημα δ' είναι μέγεθος φωνής υπό δυοίν περιεχόμενον φθόγγων" (Διάστημα είναι η έκταση της φωνής που περιέχεται ανάμεσα σε δύο φθόγγους).
Ο Νικόμαχος Νικόμαχος, (2ος αι. μ.Χ.)· Πυθαγόρειος μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής· γεννήθηκε στην πόλη Γέρασα της Συρίας. Έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο Αρμονικής Εγχειρίδιον (ή Αρμονικόν Εγχειρίδιον), στο οποίο εκθέτει και διασαφηνίζει, τις πυθαγόρειες αρχές πάνω στη μουσική. (Εγχειρ. 12, C.v.J. 261, Mb 24) χρησιμοποιεί τον όρο μεταξύτης (η): "Διάστημα, γράφει, δ' εστί δυοίν φθόγγων μεταξύτης" (Διάστημα. είναι ό,τι υπάρχει ανάμεσα σε δύο φθόγγους)· μεταξύτης = ό,τι είναι ανάμεσα, μεταξύ· στη μουσική η απόσταση, το διάστημα.

Ανάμεσα στα διαστήματα υπήρχαν πολλές διαφορές:
(α) ως προς το μέγεθος·
(β) ως προς το γένος·
(γ) ως προς τη συμφωνία και διαφωνία
(δ) ανάμεσα σε σύνθετα και απλά·
(ε) ανάμεσα σε ρητά και άλογα.

Πρβ. Αριστόξ. Ι, 16, 22-30 Mb· Κλεον. 5, Mb 8, C.v.J. 187· Ανώνυμος Bell. 71-32, 58, κτλ.

Τα διαστήματα ονομάζονταν άρτια και περιττά, ανάλογα με τον αριθμό των διέσεων που περιλάμβαναν· λ.χ. το ημιτόνιο και ο τόνος ήταν άρτια, γιατί περιείχαν αντίστοιχα δύο και τέσσερις διέσεις (κάθε δίεση ίση προς ένα τέταρτο τόνου· βλ. λ. δίεσις δίεσις, για τον Θέωνα τον Σμυρναίο, το τέταρτο του τόνου. Για του Πυθαγόρειους το ημιτόνιο. για πολλούς άλλους συγγραφείς η λ. δίεξη χρησιμοποιούνταν γενικά για κάθε διάστημα μικρότερο από το ημιτόνιο ή για το μικρότερο δυνατό διάστημα. Υπήρχαν διαφορετικές διέσεις στα τρία γένη.). Το διάστημα ανάμεσα στην παρυπάτη και τη λιχανό στο μαλακό διάτονον διάτονον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον. Ήταν μάλλον το αρχαιότερο από τα τρία γένη και, κατά γενική παραδοχή, το πιο απλό και πιο φυσικό, αλλά και "πιο ανδροπρεπές και αυστηρότερο" (δηλ. τρία τέταρτα του τόνου) ήταν περιττό, γιατί περιείχε τρεις διέσεις.

συν. διάστημα
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.16 0 0 453

Aristoxenus Mus. : Elementa harmonica : Page 19, line 1

βαρέος
ὀξέος
διατάσεως
ἄπειρος
πεπερασμένη
φωνὴν
φωνῆς ὀργανικῆς
ἀνθρωπικῆς
τόπος
μελῳδοῦσα
μέγιστος
ἐλάχιστος
φθεγγόμενον
κρῖνον
ἀκοή
διατάσεως.
φωνὴ διέσεως
ἐλαχίστης ἔλαττον ἔτι διάστημα
διέσεως
διαστημάτων
μέλους
φωνῆς πτῶσις
φθόγγος
ἡρμοσμένον
τάσεως
διάστημα
διαφορά
τόπος δεκτικὸς
σύστημα σύνθετόν
φθόγγου
διαστήματος
συστήματος
διαιρέσεις
διαστημάτων διαίρεσις
μεγέθει
σύμφωνα
διαφώνων
σύνθετα
ἀσυνθέτων
γένος
ῥητὰ
ἀλόγων
διάτονα
χρωματικὰ
ἐναρμόνια
συναφὴν
διάζευξιν καὶ
συνημμένον
διεζευγμένον
μικτὸν
ὑπερβατὸν
συνεχὲς
ἁπλοῦν
διπλοῦν
πολλαπλοῦν διαίρεσιν
διαστηματικὴν
λογώδους
λογῶδές τι μέλος
προσῳδιῶν
ἡρμοσμένον μέλος
σύνθεσίν
λέξεως
μέλους
μουσικὸν μέλος
ἀναρμόστου
διημαρτημένου
τρόπος
ἡρμοσμένου
γένη
διάτονόν
χρωματικὸν
ἐναρμόνιον.

διαφωνία
συμφωνία
διὰ τεσσάρων
διὰπασῶν
μείζονος
ἐλάττονος
διὰ πέντε
δὶς διὰ πασῶν
τρὶς διὰ πασῶν
παρθενίων αὐλῶν
ὑπερτελείων
σύριγγος
συρίττοντος
αὐλοῦντος
βαρύτατον μεῖζον
παιδὸς φωνὴ
ἀνδρὸς φωνὴν
τονιαῖον διάστημα
τόνος
πρώτων συμφώνων
δίεσις ἐναρμόνιος ἐλαχίστη
δίεσις χρωματικὴ ἐλαχίστη
ἡμιτόνιον.
κινούμενά
ἠρεμοῦντα
μέσης
ὑπάτην
περιέχοντες φθόγγοι
ἀκίνητοί
συγχορδιῶν
διὰ τεσσάρων
μέσης
λιχανοῦ
παρυπάτης
ὑπάτης
γενῶν διαφορὰς
λιχανοῦ τονιαῖος τόπος
ἔλαττον ι μέσης τονιαίου
μεῖζον διτόνου
μελοποιΐα
διτόνου λιχανοῦ
λιχανοῦ τόπος τονιαῖος
παρυπάτης διέσεως ἐλαχίστης
διέσεως
ἡμίσεος τόνου
τόποι
πέρας
συναφή,
βαρὺ παρυπάτη
ὀξὺ λιχανοῦ
χρόας
ἐλαττόνων διαστημάτων
ἀσύμμετρον,
διὰ συμφωνίας
πυκνὸν
ἐλάχιστον πυκνόν
διέσεων ἐναρμονίων
χρωματικῶν ἐλαχίστων
ἐναρμόνιοι λιχανοὶ
ἡμιτονίου
ἡμιολίου διαστήματος
λιχανὸς χρωματικὴ
χρῶμα
ἡμιόλιον
χρωματικὴ δίεσις
ἐναρμονίου διέσεως
δωδεκατημορίῳ τόνου
τριτημόριον
ἑκτημόριον
ἀμελῴδητον
ἐμμελὲς
συνεχείας
ἑξῆς
πυκνὸν
ἄπυκνον
ἐκμελῆ
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.16 0 0 452

Aristoxenus Mus. : Elementa harmonica : Page 19, line 1

Τούτων δ' ὄντων γνωρίμων ἐχόμενον ἂν εἴη διελθεῖν
περὶ τῆς τοῦ βαρέος τε καὶ ὀξέος διατάσεως, πότερον ἄπει-
ρος ἐφ' ἑκάτερά ἐστιν ἢ πεπερασμένη. ὅτι μὲν οὖν εἴς γε
τὴν φωνὴν τιθεμένη οὐκ ἔστιν ἄπειρος, οὐ χαλεπὸν συνι-
δεῖν. ἁπάσης γὰρ φωνῆς ὀργανικῆς τε καὶ ἀνθρωπικῆς
ὡρισμένος ἐστί τις τόπος ὃν διεξέρχεται μελῳδοῦσα ὅ τε
μέγιστος καὶ ὁ ἐλάχιστος. οὔτε γὰρ ἐπὶ τὸ μέγα δύναται
ἡ φωνὴ εἰς ἄπειρον αὔξειν τὴν τοῦ βαρέος τε καὶ ὀξέος
διάτασιν οὔτ' ἐπὶ τὸ μικρὸν συνάγειν, ἀλλ' ἵσταταί ποτε
ἐφ' ἑκάτερα. διοριστέον οὖν ἑκάτερον αὐτῶν πρὸς δύο ποι-
ουμένους τὴν ἀναφοράν, πρός τε τὸ φθεγγόμενον καὶ τὸ
κρῖνον· ταῦτα δ' ἐστὶν ἥ τε φωνὴ καὶ ἡ ἀκοή. ὃ γὰρ ἀδυ-
νατοῦσιν αὗται ἡ μὲν ποιεῖν ἡ δὲ κρίνειν, τοῦτ' ἔξω θετέον
τῆς τε χρησίμου καὶ δυνατῆς ἐν φωνῇ γενέσθαι διατάσεως.
ἐπὶ μὲν οὖν τὸ μικρὸν ἅμα πως ἐοίκασιν ἥ τε φωνὴ καὶ ἡ
αἴσθησις ἐξαδυνατεῖν· οὔτε γὰρ ἡ φωνὴ διέσεως τῆς ἐλα-
χίστης ἔλαττον ἔτι διάστημα δύναται διασαφεῖν οὐδ' ἡ ἀκοὴ
διαισθάνεσθαι ὥστε καὶ ξυνιέναι τί μέρος ἐστὶ εἴτε διέσεως
εἴτ' ἄλλου τινὸς τῶν γνωρίμων διαστημάτων. ἐπὶ δὲ
τὸ μέγα τάχ' ἂν δόξειεν ὑπερτείνειν ἡ ἀκοὴ τὴν φωνήν, οὐ
μέντοι γε πολλῷ τινι. ἀλλ' οὖν εἴτ' ἐπ' ἀμφότερα δεῖ
ταὐτὸ λαμβάνειν πέρας τῆς διατάσεως, εἴς τε τὴν φω-
νὴν καὶ τὴν ἀκοὴν βλέποντας, εἴτ' ἐπὶ μὲν τὸ ἐλάχιστον
ταὐτὸν ἐπὶ δὲ τὸ μέγιστον ἕτερον· ἔσται τι μέγιστον καὶ
ἐλάχιστον μέγεθος τῆς διατάσεως ἤτοι κοινὸν τοῦ φθεγ-
γομένου καὶ τοῦ κρίνοντος ἢ ἴδιον ἑκατέρου. ὅτι μὲν οὖν
εἴς τε τὴν φωνὴν καὶ τὴν ἀκοὴν τεθεῖσα ἡ τοῦ βαρέος τε
καὶ ὀξέος διάτασις οὐκ εἰς ἄπειρον ἐφ' ἑκάτερα κινηθήσεται,
σχεδὸν δῆλον. εἰ δ' αὐτὴ καθ' αὑτὴν νοηθείη ἡ τοῦ μέλους
σύστασις, τὴν αὔξησιν εἰς ἄπειρον γίγνεσθαι συμβήσεται.
τάχ' ἂν ἄλλος εἴη περὶ τούτων λόγος, οὐκ ἀναγκαῖος εἰς τὸ
παρόν, διόπερ ἐν τοῖς ἔπειτα τοῦτ' ἐπισκέψασθαι πειρατέον.
Τούτου δ' ὄντος γνωρίμου λεκτέον περὶ φθόγγου τί
ποτ' ἐστί. συντόμως μὲν οὖν εἰπεῖν φωνῆς πτῶσις ἐπὶ μίαν
τάσιν ὁ φθόγγος ἐστί· τότε γὰρ φαίνεται φθόγγος εἶναι
τοιοῦτος οἷος εἰς μέλος τάττεσθαι ἡρμοσμένον <τὸ> ἑστά-
ναι ἐπὶ μιᾶς τάσεως. ὁ μὲν οὖν φθόγγος τοιοῦτος ἐστίν·
διάστημα δ' ἐστὶ τὸ ὑπὸ δύο φθόγγων ὡρισμένον μὴ τὴν
αὐτὴν τάσιν ἐχόντων. φαίνεται γάρ, ὡς τύπῳ εἰπεῖν, δια-
φορά τις εἶναι τάσεων τὸ διάστημα καὶ τόπος δεκτικὸς
φθόγγων ὀξυτέρων μὲν τῆς βαρυτέρας τῶν ὁριζουσῶν τὸ
διάστημα τάσεων, βαρυτέρων δὲ τῆς ὀξυτέρας· διαφορὰ δὲ
ἐστὶ τάσεων τὸ μᾶλλον ἢ ἧττον τετάσθαι. περὶ μὲν οὖν
διαστήματος οὕτως ἄν τις ἀφορίσειε· τὸ δὲ σύστημα σύν-
θετόν τι νοητέον ἐκ πλειόνων ἢ ἑνὸς διαστημάτων. δεῖ
δ' ἕκαστον τούτων εὖ πως ἐκλαμβάνειν πειρᾶσθαι τὸν ἀκού-
οντα μὴ παρατηροῦντα τὸν ἀποδιδόμενον λόγον ἑκάστου
αὐτῶν εἴτ' ἐστὶν ἀκριβὴς εἴτε καὶ τυπωδέστερος, ἀλλ' αὐτὸν
συμπροθυμούμενον κατανοῆσαι καὶ τότε οἰόμενον ἱκανῶς
εἰρῆσθαι πρὸς τὸ καταμαθεῖν, ὅταν ἐμβιβάσαι οἷός τε γένη-
ται ὁ λόγος εἰς τὸ ξυνιέναι τὸ λεγόμενον. χαλεπὸν γὰρ ὑπὲρ
πάντων μὲν ἴσως τῶν ἐν ἀρχῇ λόγον ἀνεπίληπτόν τε καὶ
διηκριβωμένην ἑρμηνείαν ἔχοντα ῥηθῆναι, οὐχ ἥκιστα δὲ περὶ
τριῶν τούτων, φθόγγου τε καὶ διαστήματος καὶ συστήματος.
Τούτων δ' οὕτως ὡρισμένων πρῶτον μὲν τὸ διάστημα
πειρατέον διελεῖν εἰς ὅσας πέφυκε διαιρέσεις διαιρεῖσθαι
χρησίμους, ἔπειτα τὸ σύστημα. πρώτη μὲν οὖν ἐστὶ δια-
στημάτων διαίρεσις καθ' ἣν μεγέθει ἀλλήλων διαφέρει·
δευτέρα δὲ καθ' ἣν τὰ σύμφωνα τῶν διαφώνων· τρίτη δὲ
καθ' ἣν τὰ σύνθετα τῶν ἀσυνθέτων· τετάρτη δ' ἡ κατὰ
γένος· πέμπτη δὲ καθ' ἣν διαφέρει τὰ ῥητὰ τῶν ἀλόγων.
τὰς δὲ λοιπὰς τῶν διαιρέσεων ὡς οὐ χρησίμους οὔσας εἰς
ταύτην τὴν πραγματείαν ἀφετέον τὰ νῦν. σύστημα δὲ συ-
στήματος ταύταις τε διοίσει ταῖς <αὐταῖς> διαφοραῖς πλὴν
μιᾶς· μεγέθει τε δῆλον ὡς διαφέρει συστήματος σύστημα τῷ
τε συμφώνους ἢ διαφώνους εἶναι τοὺς ὁρίζοντας φθόγγους
τὸ μέγεθος. τὴν μέντοι τρίτην τῶν ῥηθεισῶν ἐπὶ τῶν τοῦ
διαστήματος διαφορῶν ἀδύνατον ὑπάρξαι συστήματι πρὸς
σύστημα, δῆλον γὰρ ὡς οὐκ ἐνδέχεται τὰ μὲν σύνθετα τὰ
δ' ἀσύνθετα εἶναι τῶν συστημάτων τοῦτόν γε τὸν τρόπον
ὅνπερ τῶν διαστημάτων τὰ μὲν ἦν σύνθετα τὰ δ' ἀσύνθετα.
τὴν δὲ τετάρτην—αὕτη δ' ἦν ἡ κατὰ γένος—ἀναγκαῖον
καὶ τοῖς συστήμασιν ὑπάρχειν, τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν ἐστὶ
διάτονα τὰ δὲ χρωματικὰ τὰ δὲ ἐναρμόνια. δῆλον δ' ὅτι
καὶ <τὴν> πέμπτην, τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν ἀλόγῳ διαστή-
ματι ὥρισται τὰ δὲ ῥητῷ. πρὸς δὲ ταύταις τρεῖς ἑτέρας
προσθετέον διαιρέσεις· τήν τ' εἰς συναφὴν καὶ διάζευξιν καὶ
τὸ συναμφότερον μερίζουσαν· τὸ σύστημα γὰρ ἀπό τινος
μεγέθους ἀρξάμενον ἢ συνημμένον ἢ διεζευγμένον ἢ μικτὸν
ἐξ ἀμφοτέρων—καὶ δείκνυται τοῦτο γιγνόμενον ἐν ἐνίοις—·
ἔπειτα τήν τ' εἰς ὑπερβατὸν καὶ συνεχὲς μερίζουσαν, πᾶν
γὰρ σύστημα ἤτοι συνεχὲς ἢ ὑπερβατόν ἐστι· τήν τ' εἰς
ἁπλοῦν καὶ διπλοῦν καὶ πολλαπλοῦν διαίρεσιν, πᾶν γὰρ
τὸ λαμβανόμενον σύστημα ἤτοι ἁπλοῦν ἢ διπλοῦν ἢ πολ-
λαπλοῦν ἐστίν. τί δ' ἐστὶ τούτων ἕκαστον ἐν τοῖς ἔπειτα
δειχθήσεται.
Τούτων δ' οὕτως ἀφωρισμένων τε καὶ προδιῃρημένων
περὶ μέλους ἂν εἴη ἡμῖν πειρατέον ὑποτυπῶσαι τί ποτ' ἐ-
στὶν ἡ φύσις αὐτοῦ. ὅτι μὲν οὖν διαστηματικὴν ἐν αὐτῷ
δεῖ τὴν τῆς φωνῆς κίνησιν εἶναι προείρηται, ὥστε τοῦ γε
λογώδους κεχώρισται ταύτῃ τὸ μουσικὸν μέλος· λέγεται γὰρ
δὴ καὶ λογῶδές τι μέλος, τὸ συγκείμενον ἐκ τῶν προσῳδιῶν
τῶν ἐν τοῖς ὀνόμασιν· φυσικὸν γὰρ τὸ ἐπιτείνειν καὶ ἀνιέναι
ἐν τῷ διαλέγεσθαι. ἐπεὶ δ' οὐ μόνον ἐκ διαστημάτων τε
καὶ φθόγγων συνεστάναι δεῖ τὸ ἡρμοσμένον μέλος, ἀλλὰ
προσδεῖται συνθέσεώς τινος ποιᾶς καὶ οὐ τῆς τυχούσης—
δῆλον γὰρ ὡς τό γ' ἐκ διαστημάτων τε καὶ φθόγγων
συνεστάναι κοινόν ἐστιν, ὑπάρχει γὰρ καὶ τῷ ἀναρμόστῳ—,
ὥστ' ἐπειδὴ τοῦθ' οὕτως ἔχει, τὸ μέγιστον μέρος καὶ πλεί-
στην ἔχον ῥοπὴν εἰς τὴν ὀρθῶς γιγνομένην σύστασιν τοῦ
μέλους <τὸ> περὶ τὴν σύνθεσίν που καὶ τὴν ταύτης ἰδιότητα
ὑποληπτέον εἶναι. σχεδὸν δὴ φανερόν, ὅτι τοῦ μὲν ἐπὶ τῆς
λέξεως γιγνομένου μέλους τῷ διαστηματικῇ χρῆσθαι τῇ
τῆς φωνῆς κινήσει διοίσει τὸ μουσικὸν μέλος, τοῦ δ' ἀναρ-
μόστου καὶ διημαρτημένου τῇ τῆς συνθέσεως διαφορᾷ τῆς
τῶν ἀσυνθέτων διαστημάτων. περὶ ἧς ἐν τοῖς ἔπειτα
δειχθήσεται τίς ἐστιν αὐτῆς ὁ τρόπος, πλὴν ἐπὶ τοσοῦτόν
γ' εἰρήσθω καθόλου καὶ νῦν, ὅτι πολλὰς ἔχοντος διαφορὰς
τοῦ ἡρμοσμένου κατὰ τὴν τῶν διαστημάτων σύνθεσιν, ὅμως
ἔστι τι τοιοῦτον ὃ κατὰ παντὸς ἡρμοσμένου ῥηθήσεται ἕν
τε καὶ ταὐτόν, τοιαύτην ἔχον δύναμιν οἵαν αὐτὴν ἀναι-
ρουμένην ἀναιρεῖν τὸ ἡρμοσμένον. ἁπλοῦν δ' ἔσται προϊ-
ούσης τῆς πραγματείας. τὸ μὲν οὖν μουσικὸν μέλος ἀπὸ
τῶν ἄλλων οὕτως ἀφωρίσθω. ὑποληπτέον δὲ τὸν εἰρημένον
ἀφορισμὸν τύπῳ εἰρῆσθαι οὕτως ὡς μηδέπω τῶν καθ' ἕ-
καστα τεθεωρημένων.
Ἐχόμενον δ' ἂν εἴη τῶν εἰρημένων τὸ καθόλου λεγόμε-
νον μέλος διελεῖν εἰς ὅσα φαίνεται γένη διαιρεῖσθαι. φαίνεται
δ' εἰς τρία· πᾶν γὰρ τὸ λαμβανόμενον μέλος [τῶν] εἰς τὸ
ἡρμοσμένον ἤτοι διάτονόν ἐστιν ἢ χρωματικὸν ἢ ἐναρμόνιον.
πρῶτον μὲν οὖν καὶ πρεσβύτατον αὐτῶν θετέον τὸ διάτονον,
πρῶτον γὰρ αὐτοῦ ἡ τοῦ ἀνθρώπου φύσις προστυγχάνει,
δεύτερον δὲ τὸ χρωματικόν, τρίτον δὲ καὶ ἀνώτατον τὸ
ἐναρμόνιον, τελευταίῳ γὰρ αὐτῷ καὶ μόλις μετὰ πολλοῦ
πόνου συνεθίζεται ἡ αἴσθησις.
Τούτων δ' εἰς τοῦτον τὸν ἀριθμὸν διῃρημένων τῶν
διαστηματικῶν διαφορῶν τῆς δευτέρας ῥηθείσης θάτερον
μέρος πειρατέον διασκέψασθαι· ἦν δὲ τὰ μέρη ταῦτα δια-
φωνία τε καὶ συμφωνία· ληπτέον τε τὴν συμφωνίαν εἰς
τὴν ἐπίσκεψιν. φαίνεται δὲ διάστημα σύμφωνον συμφώνου
διαφέρειν κατὰ πλείους διαφορὰς ὧν μία μέν ἐστιν ἡ κατὰ
μεγέθος, περὶ ἧς ἀφοριστέον ᾗ φαίνεται ἔχειν. δοκεῖ δὲ τὸ
μὲν ἐλάχιστον τῶν συμφώνων διαστημάτων ὑπ' αὐτῆς τῆς
τοῦ μέλους φύσεως ἀφωρίσθαι, μελῳδεῖται μὲν γὰρ τοῦ
διὰ τεσσάρων ἐλάττω διαστήματα πολλά, διάφωνα μέντοι
πάντα. τὸ μὲν οὖν ἐλάχιστον κατ' αὐτὴν τὴν τῆς φωνῆς
φύσιν ὥρισται, τὸ δὲ μέγιστον οὕτω μὲν οὖν οὐκ ἔοικεν
ὡρίσθαι· φαίνεται γὰρ εἰς ἄπειρον αὔξεσθαι κατά γ' αὐτὴν
τὴν τοῦ μέλους φύσιν καθάπερ καὶ τὸ διάφωνον. παντὸς
γὰρ προστιθεμένου συμφώνου διαστήματος πρὸς τῷ διὰ
πασῶν καὶ μείζονος καὶ ἐλάττονος καὶ ἴσου τὸ ὅλον
γίγνεται σύμφωνον. οὕτω μὲν οὖν οὐκ ἔοικεν εἶναί τι μέγι-
στον σύμφωνον διάστημα· κατὰ μέντοι τὴν ἡμετέραν χρῆ-
σιν—λέγω δ' ἡμετέραν τήν τε διὰ τῆς ἀνθρώπου φωνῆς
γιγνομένην καὶ τὴν διὰ τῶν ὀργάνων—φαίνεταί τι μέγι-
στον εἶναι τῶν συμφώνων. τοῦτο δ' ἐστὶ τὸ διὰ πέντε καὶ
τὸ δὶς διὰ πασῶν, <πρὸς> τὸ γὰρ τρὶς διὰ πασῶν οὐκ
ἔτι διατείνομεν. δεῖ δὲ τὴν διάτασιν ὁρίζειν ἑνός τινος ὀρ-
γάνου τόνῳ καὶ πέρασιν. τάχα γὰρ ὁ τῶν παρθενίων
αὐλῶν ὀξύτατος φθόγγος πρὸς τὸν τῶν ὑπερτελείων βα-
ρύτατον μεῖζον ἂν ποιήσειε τοῦ εἰρημένου τρὶς διὰ πασῶν
διάστημα καὶ κατασπασθείσης γε τῆς σύριγγος ὁ τοῦ συ-
ρίττοντος ὀξύτατος πρὸς τὸν τοῦ αὐλοῦντος βαρύτατον
μεῖζον ἂν ποιήσειε τοῦ ῥηθέντος διαστήματος· ταὐτὸ δὲ
καὶ παιδὸς φωνὴ μικροῦ πρὸς ἀνδρὸς φωνὴν πάθοι ἄν.
ὅθεν καὶ κατανοεῖται τὰ μεγάλα τῶν συμφώνων· ἐκ δια-
φερουσῶν γὰρ ἡλικιῶν καὶ διαφερόντων μέτρων τεθεωρή-
καμεν, ὅτι καὶ τὸ τρὶς διὰ πασῶν συμφωνεῖ καὶ τὸ τετρά-
κις καὶ τὸ μεῖζον. ὅτι μὲν οὖν ἐπὶ μὲν τὸ μικρὸν ἡ τοῦ
μέλους φύσις αὐτὴν τὸ διὰ τεσσάρων ἐλάχιστον ἀποδίδωσι
τῶν συμφώνων, ἐπὶ δὲ τὸ μέγα τῇ ἡμετέρᾳ πως τὸ μέγι-
στον ὁρίζεται δυνάμει, σχεδὸν δῆλον ἐκ τῶν εἰρημένων·
ὅτι δ' ἐκ τούτου μεγέθη συμφώνων διαστημάτων συμβαίνει
γίγνεσθαι ῥᾴδιον συνιδεῖν.
Τούτων δ' ὄντων γνωρίμων τὸ τονιαῖον διάστημα πει-
ρατέον ἀφορίσαι. ἔστι δὴ τόνος ἡ τῶν πρώτων συμφώνων
κατὰ μέγεθος διαφορά. διαιρείσθω δ' εἰς τρεῖς διαιρέσεις·
μελῳδείσθω γὰρ αὐτοῦ τό τε ἥμισυ καὶ τὸ τρίτον μέρος
καὶ <τὸ> τέταρτον· τὰ δὲ τούτων ἐλάττονα διαστήματα
πάντα ἔστω ἀμελῴδητα. καλείσθω δὲ τὸ μὲν ἐλάχιστον
δίεσις ἐναρμόνιος ἐλαχίστη, τὸ δ' ἐχόμενον δίεσις χρωματικὴ
ἐλαχίστη, τὸ δὲ μέγιστον ἡμιτόνιον.
Τούτων δ' οὕτως ἀφωρισμένων τὰς τῶν γενῶν διαφορὰς
ὅθεν γίγνονται καὶ ὃν τρόπον πειρατέον καταμαθεῖν. δεῖ
δὲ νοῆσαι τῶν συμφώνων διαστημάτων <τὸ> ἐλάχιστον
τὸ κατεχόμενον τά τε πλεῖστα ὑπὸ τεττάρων φθόγγων,
ὅθεν δὴ καὶ τὴν προσηγορίαν ὑπὸ τῶν παλαιῶν ἔσχε.
τίνα δὴ τάξιν πλειόνων οὐσῶν νοητέον, ἐν ᾗ ἴσα τά τε
κινούμενά εἰσι καὶ τὰ ἠρεμοῦντα ἐν ταῖς τῶν γενῶν διαφο-
ραῖς. γίγνεται δ' ἐν τῷ τοιούτῳ οἷον τὸ ἀπὸ μέσης ἐφ' ὑ-
πάτην· ἐν τούτῳ γὰρ δύο μὲν οἱ περιέχοντες φθόγγοι
ἀκίνητοί εἰσιν ἐν ταῖς τῶν γενῶν διαφοραῖς, δύο δ' οἱ πε-
ριεχόμενοι κινοῦνται. τοῦτο μὲν οὖν οὕτω κείσθω. τῶν δὲ
συγχορδιῶν πλειόνων τ' οὐσῶν τῶν τὴν εἰρημένην τάξιν τοῦ
διὰ τεσσάρων κατεχουσῶν καὶ ὀνόμασιν ἰδίοις ἑκάστης
αὐτῶν ὡρισμένης, μία τίς ἐστιν ἡ μέσης καὶ λιχανοῦ καὶ
παρυπάτης καὶ ὑπάτης σχεδὸν γνωριμωτάτη τοῖς ἁπτο-
μένοις μουσικῆς, ἐν ᾗ τὰς τῶν γενῶν διαφορὰς ἀναγκαῖον
ἐπισκέψασθαι τίνα τρόπον γίγνονται. ὅτι μὲν οὖν αἱ
τῶν κινεῖσθαι πεφυκότων φθόγγων ἐπιτάσεις τε καὶ ἀνέ-
σεις αἴτιαί εἰσι τῆς τῶν γενῶν διαφορᾶς φανερόν. τίς δ' ὁ
τόπος τῆς κινήσεως ἑκατέρου τῶν φθόγγων τούτων λεκ-
τέον. λιχανοῦ μὲν οὖν ἐστι τονιαῖος ὁ σύμπας τόπος ἐν
ᾧ κινεῖται, οὔτε γὰρ ἔλαττον ἀφίσταται μέσης τονιαίου δια-
στήματος οὔτε μεῖζον διτόνου. τούτων δὲ τὸ μὲν ἔλαττον
παρὰ μὲν τῶν ἤδη κατανενοηκότων τὸ διάτονον γένος
[οὐχ] ὁμολογεῖται, παρὰ δὲ τῶν μήπω συνεωρακότων συγ-
χωροῖτ' ἂν ἐπαχθέντων αὐτῶν· τὸ δὲ μεῖζον οἱ μὲν συγ-
χωροῦσιν οἱ δ' οὔ. δι' ἣν δὲ γίγνεται τοῦτο αἰτίαν, ἐν τοῖς
ἔπειτα ῥηθήσεται. ὅτι δ' ἔστι τις μελοποιΐα διτόνου λι-
χανοῦ δεομένη καὶ οὐχ ἡ φαυλοτάτη γε ἀλλὰ σχεδὸν ἡ
καλλίστη, τοῖς μὲν πολλοῖς τῶν νῦν ἁπτομένων μουσικῆς οὐ
πάνυ εὔδηλόν ἐστι, γένοιτο μεντἂν ἐπαχθεῖσιν αὐτοῖς· τοῖς
δὲ συνειθισμένοις τῶν ἀρχαϊκῶν τρόπων τοῖς τε πρώτοις καὶ
τοῖς δευτέροις ἱκανῶς δῆλόν ἐστι τὸ λεγόμενον. οἱ μὲν γὰρ
τῇ νῦν κατεχούσῃ μελοποιΐᾳ συνήθεις μόνον ὄντες εἰκότως τὴν
δίτονον λιχανὸν ἐξορίζουσι· συντονωτέραις γὰρ χρῶνται
σχεδὸν οἱ πλεῖστοι τῶν νῦν. τούτου δ' αἴτιον τὸ βούλεσθαι
γλυκαίνειν ἀεί· σημεῖον δ' ὅτι τούτου στοχάζουσι, μάλιστα
μὲν γὰρ καὶ πλεῖστον χρόνον ἐν τῷ χρώματι διατρίβου-
σιν, ὅταν δ' ἀφίκωνταί ποτε εἰς τὴν ἁρμονίαν, ἐγγὺς τοῦ
χρώματος προσάγουσι συνεπισπωμένου τοῦ μέλους. περὶ
τούτων μὲν οὖν ἐπὶ τοσοῦτον ἀρκείτω· ὁ δὴ τῆς λιχανοῦ
τόπος τονιαῖος ὑποκείσθω, ὁ δὲ τῆς παρυπάτης διέσεως
ἐλαχίστης. οὔτε γὰρ ἐγγυτέρω τῆς ὑπάτης προσέρχεται
διέσεως οὔτε πλεῖον ἀφίσταται ἡμίσεος τόνου. οὐ γὰρ ἐπαλ-
λάττουσιν οἱ τόποι, ἀλλ' ἔστιν αὐτῶν πέρας ἡ συναφή,
ὅταν γὰρ ἐπὶ τὴν αὐτὴν τάσιν ἀφίκωνται ἥ τε παρυπάτη
καὶ ἡ λιχανός, ἡ μὲν ἐπιτεινομένη ἡ δ' ἀνιεμένη, πέρας ἔχου-
σιν οἱ τόποι· καὶ ἔστιν ὁ μὲν ἐπὶ τὸ βαρὺ παρυπάτης, ὁ
δ' ἐπὶ τὸ ὀξὺ λιχανοῦ. περὶ μὲν οὖν τῶν ὅλων τόπων
λιχανοῦ τε καὶ παρυπάτης οὕτως ὡρίσθω, περὶ δὲ τῶν
κατὰ <τὰ> γένη τε καὶ τὰς χρόας λεκτέον. τὸ μὲν οὖν διὰ
τεσσάρων ὃν τρόπον ἐξεταστέον, εἴτε μετρεῖταί τινι τῶν
ἐλαττόνων διαστημάτων εἴτε πᾶσίν ἐστιν ἀσύμμετρον, ἐν
τοῖς διὰ συμφωνίας λαμβανομένοις λέγεται. ὡς φαινομένου
δ' [ἐξ] ἐκείνου δύο τόνων καὶ ἡμίσεος, κείσθω τοῦτο ἂν
εἶναι τὸ μέγεθος. πυκνὸν δὲ λεγέσθω τὸ ἐκ δύο διαστημά-
των συνεστηκὸς ἃ συντεθέντα ἔλαττον διάστημα περιέξει
τοῦ λειπομένου διαστήματος ἐν τῷ διὰ τεσσάρων. τού-
των <δ'> οὕτως ὡρισμένων πρὸς τῷ βαρυτέρῳ τῶν μενόν-
των φθόγγων εἰλήφθω τὸ ἐλάχιστον πυκνόν· τοῦτο δ' ἔσται
τὸ ἐκ δύο διέσεων ἐναρμονίων δὲ καὶ χρωματικῶν ἐλαχί-
στων. ἔσονται δὲ <αἱ> δύο λιχανοὶ εἰλημμέναι δύο γενῶν
βαρύταται, ἡ μὲν ἁρμονίας ἡ δὲ χρώματος. καθόλου γὰρ
βαρύταται μὲν αἱ ἐναρμόνιοι λιχανοὶ ἦσαν, ἐχόμεναι δ' αἱ
χρωματικαί, συντονώταται δ' αἱ διάτονοι. μετὰ ταῦτα
τρίτον εἰλήφθω πυκνὸν πρὸς τῷ αὐτῷ· τέταρτον <δ'> εἰ-
λήφθω πυκνὸν τονιαῖον· πέμπτον δὲ πρὸς τῷ αὐτῷ, τὸ ἐξ
ἡμιτονίου καὶ ἡμιολίου διαστήματος συνεστηκὸς σύστημα
εἰλήφθω· ἕκτον δὲ τὸ ἐξ ἡμιτονίου καὶ τόνου. αἱ μὲν οὖν τὰ
δύο [τὰ] πρῶτα ληφθέντα πυκνὰ ὁρίζουσαι λιχανοὶ εἴρην-
ται· ἡ δὲ τὸ τρίτον πυκνὸν ὁρίζουσα λιχανὸς χρωματικὴ
μέν ἐστιν, καλεῖται δὲ τὸ χρῶμα ἐν ᾧ ἐστιν ἡμιόλιον· ἡ δὲ τὸ
τέταρτον πυκνὸν ὁρίζουσα λιχανὸς χρωματικὴ μέν ἐστιν,
καλεῖται δὲ τὸ χρῶμα ἐν ᾧ ἐστι τονιαῖον· ἡ δὲ τὸ πέμ-
πτον ληφθὲν σύστημα ὁρίζουσα λιχανός—ὃ μεῖζον ἤδη
πυκνοῦ ἦν, ἐπειδήπερ ἴσα ἐστὶ τὰ δύο τῷ ἑνί—βαρυτάτη
διάτονός ἐστιν· ἡ δὲ τὸ ἕκτον ληφθὲν σύστημα ὁρίζουσα
λιχανὸς συντονωτάτη διάτονός ἐστιν. ἡ μὲν οὖν βαρυ-
τάτη χρωματικὴ λιχανὸς τῆς ἐναρμονίου βαρυτάτης ἕκτῳ
μέρει τόνου ὀξυτέρα ἐστίν, ἐπειδήπερ ἡ χρωματικὴ δίεσις
τῆς ἐναρμονίου διέσεως δωδεκατημορίῳ τόνου μείζων ἐστί.
δεῖ γὰρ τὸ τοῦ αὐτοῦ τριτημόριον τοῦ τετάρτου μέρους
δωδεκατημορίῳ ὑπερέχειν, αἱ δὲ δύο χρωματικαὶ τῶν δύο
ἐναρμονίων δῆλον ὡς τῷ διπλασίῳ. τοῦτο δ' ἐστὶν ἑκτημό-
ριον, ἔλαττον διάστημα τοῦ ἐλαχίστου τῶν μελῳδουμένων.
τὰ δὲ τοιαῦτα ἀμελῴδητά ἐστιν, ἀμελῴδητον γὰρ λέγο-
μεν ὃ μὴ τάττεται καθ' ἑαυτὸ ἐν συστήματι. ἡ δὲ βαρυ-
τάτη διάτονος τῆς βαρυτάτης χρωματικῆς ἡμιτονίῳ καὶ
δωδεκατημορίῳ τόνου ὀξυτέρα ἐστίν. ἐπὶ μὲν γὰρ τὴν τοῦ
ἡμιολίου χρώματος λιχανὸν ἡμιτόνιον ἦν ἀπ' αὐτῆς, ἀπὸ
δὲ τῆς ἡμιολίου ἐπὶ τὴν ἐναρμόνιον δίεσις, ἀπὸ δὲ τῆς
ἐναρμονίου ἐπὶ τὴν βαρυτάτην χρωματικὴν ἑκτημόριον,
ἀπὸ δὲ τῆς βαρυτάτης χρωματικῆς ἐπὶ τὴν ἡμιόλιον δω-
δεκατημόριον τόνου. τὸ δὲ τεταρτημόριον ἐκ τριῶν δωδε-
κατημορίων σύγκειται, ὥστ' εἶναι φανερόν, ὅτι τὸ εἰρημένον
διάστημά ἐστιν ἀπὸ τῆς βαρυτάτης διατόνου ἐπὶ τὴν
βαρυτάτην χρωματικήν. ἡ δὲ συντονωτάτη διάτονος τῆς
βαρυτάτης διατόνου διέσει ἐστὶ συντονωτέρα. ἐκ τούτων
δὴ φανεροὶ γίγνονται οἱ τόποι τῶν λιχανῶν ἑκάστης·
ἥ τε γὰρ βαρυτέρα τῆς <βαρυτάτης> χρωματικῆς πᾶσά
ἐστιν ἐναρμόνιος λιχανὸς ἥ τε τῆς <βαρυτάτης> διατόνου
βαρυτέρα πᾶσά ἐστι <χρωματικὴ μέχρι τῆς βαρυτάτης χρω-
ματικῆς ἥ τε τῆς διατόνου συντονωτάτης βαρυτέρα πᾶσά
ἐστι> διάτονος μέχρι τῆς βαρυτάτης διατόνου. νοητέον
γὰρ ἀπείρους τὸν ἀριθμὸν τὰς λιχανούς· οὗ γὰρ ἂν
στήσῃς τὴν φωνὴν τοῦ ἀποδεδειγμένου λιχανῷ τόπου
λιχανὸς ἔσται, διάκενον δ' οὐδέν ἐστιν τοῦ λιχανοειδοῦς τό-
που οὐδὲ τοιοῦτον οἷον μὴ δέχεσθαι λιχανόν. ὥστ' εἶναι
μὴ περὶ μικροῦ τὴν ἀμφισβήτησιν· οἱ μὲν γὰρ ἄλλοι δια-
φέρονται περὶ τοῦ διαστήματος μόνον, οἷον πότερον δίτονός
ἐστιν ἡ λιχανὸς ἢ συντονωτέρα ὡς μιᾶς οὔσης ἐναρμονίου·
ἡμεῖς δ' οὐ μόνον πλείους ἐν ἑκάστῳ γένει φαμὲν εἶναι
λιχανοὺς μιᾶς ἀλλὰ καὶ προστίθεμεν ὅτι ἄπειροί εἰσι τὸν
ἀριθμόν. τὰ μὲν οὖν περὶ τῶν λιχανῶν οὕτως ἀφωρίσθω.
παρυπάτης δὲ δύο εἰσὶ τόποι—ὁ μὲν κοινὸς τοῦ τε δια-
τόνου καὶ τοῦ χρώματος, ὁ δ' ἕτερος ἴδιος τῆς ἁρμονίας—·
κοινωνεῖ γὰρ δύο γένη τῶν παρυπατῶν. ἐναρμόνιος μὲν
οὖν ἐστι παρυπάτη πᾶσα ἡ βαρυτέρα τῆς βαρυτάτης
χρωματικῆς, χρωματικὴ δὲ καὶ διάτονος ἡ λοιπὴ πᾶσα
μέχρι τῆς ἀφωρισμένης. τῶν δὲ διαστημάτων τὸ μὲν ὑπάτης
καὶ παρυπάτης τῷ παρυπάτης καὶ λιχανοῦ ἤτοι ἴσον
μελῳδεῖται ἢ ἔλαττον, τὸ δὲ παρυπάτης καὶ λιχανοῦ τῷ
λιχανοῦ καὶ μέσης καὶ ἴσον καὶ ἄνισον ἀμφοτέρως. τούτου
δ' αἴτιον τὸ κοινὰς εἶναι τὰς παρυπάτας ἀμφοτέρων τῶν
γενῶν, γίγνεται γὰρ ἐμμελὲς τετράχορδον ἐκ παρυπάτης
τε χρωματικῆς <τῆς> βαρυτάτης καὶ διατόνου λιχανοῦ τῆς
συντονωτάτης. ὁ δὲ τῆς παρυπάτης τόπος φανερός ἐστι
ἐκ τῶν ἔμπροσθεν, διαιρεθείς τε καὶ συντεθεὶς ὅσος ἐστίν.
Περὶ δὲ συνεχείας καὶ τοῦ ἑξῆς ἀκριβῶς οὐ πάνυ ῥᾴδιον
ἐν ἀρχῇ διορίσαι, τύπῳ δὲ πειρατέον ὑποσημῆναι. φαίνεται
δὲ τοιαύτη τις φύσις εἶναι τοῦ συνεχοῦς ἐν τῇ μελῳδίᾳ
οἵα καὶ ἐν τῇ λέξει περὶ τὴν τῶν γραμμάτων σύνθεσιν·
καὶ γὰρ ἐν τῷ διαλέγεσθαι φύσει ἡ φωνὴ καθ' ἑκάστην
τῶν ξυλλαβῶν πρῶτόν τι καὶ δεύτερον τῶν γραμμάτων
τίθησι καὶ τρίτον καὶ τέταρτον καὶ κατὰ τοὺς λοιποὺς
ἀριθμοὺς ὡσαύτως, οὐ πᾶν μετὰ πᾶν, ἀλλ' ἔστι τοιαύτη
τις φυσικὴ αὔξησις τῆς συνθέσεως. παραπλησίως δὲ καὶ ἐν
τῷ μελῳδεῖν ἔοικεν ἡ φωνὴ τιθέναι κατὰ συνέχειαν τά
τε διαστήματα καὶ τοὺς φθόγγους φυσικήν τινα σύνθεσιν
διαφυλάττουσα, οὐ πᾶν μετὰ πᾶν διάστημα μελῳδοῦσα
οὔτ' ἴσον οὔτ' ἄνισον. ζητητέον δὲ τὸ συνεχὲς οὐχ ὡς οἱ
ἁρμονικοὶ ἐν ταῖς τῶν διαγραμμάτων καταπυκνώσεσιν
ἀποδιδόναι πειρῶνται, τούτους ἀποφαίνοντες τῶν φθόγγων
ἑξῆς ἀλλήλων κεῖσθαι οἷς συμβέβηκε τὸ ἐλάχιστον διάστημα
διέχειν ἀφ' αὑτῶν. οὐ γὰρ τὸ [μὴ] δύνασθαι διέσεις ὀκτὼ
καὶ εἴκοσιν ἑξῆς μελῳδεῖσθαι τῆς φωνῆς ἐστιν, ἀλλὰ τὴν
τρίτην δίεσιν πάντα ποιοῦσα οὐχ οἵα τέ ἐστι προστιθέναι,
ἀλλ' ἐπὶ μὲν τὸ ὀξὺ ἐλάχιστον μελῳδεῖ τὸ λοιπὸν τοῦ διὰ
τεσσάρων, —τὰ δ' ἐλάττω πάντα ἐξαδυνατεῖ—τοῦτο δ' ἐ-
στὶν ἤτοι ὀκταπλάσιον τῆς ἐλαχίστης διέσεως ἢ μικρῷ τινι
παντελῶς καὶ ἀμελῳδήτῳ ἔλαττον, ἐπὶ δὲ τὸ βαρὺ τῶν
δύο διέσεων τονιαίου ἔλαττον οὐ δύναται μελῳδεῖν. οὐ δὴ
προσεκτέον εἰ τὸ συνεχὲς ὅτε μὲν ἐξ ἴσων ὅτε δ' ἐξ ἀνίσων
γίγνεται, ἀλλὰ πρὸς τὴν τῆς μελῳδίας φύσιν πειρατέον
βλέπειν κατανοεῖν τε προθυμούμενον τί μετὰ τί πέφυκεν ἡ
φωνὴ διάστημα τιθέναι κατὰ μέλος. εἰ γὰρ μετὰ παρυπά-
την καὶ λιχανὸν μὴ δυνατὸν ἐγγυτέρω μελῳδῆσαι φθόγ-
γου μέσης, αὕτη ἂν εἴη μετὰ τὴν λιχανόν, εἴτε διπλάσιον
εἴτε πολλαπλάσιον διάστημα ὁρίζει <τοῦ> παρυπάτης καὶ
λιχανοῦ. τίνα μὲν οὖν τρόπον τό τε συνεχὲς καὶ τὸ ἑξῆς δεῖ
ζητεῖν, σχεδὸν δῆλον ἐκ τῶν εἰρημένων· πῶς δὲ γίγνεται
καὶ τί μετὰ τί διάστημα τίθεταί τε καὶ οὐ τίθεται, ἐν τοῖς
στοιχείοις δειχθήσεται.
Ὑποκείσθω μὲν τὸ πυκνὸν ἢ τὸ ἄπυκνον τιθέμενον
σύστημα ἐπὶ μὲν τὸ ὀξὺ μὴ τίθεσθαι ἔλαττον διάστημα
τοῦ λειπομένου τῆς πρώτης συμφωνίας, ἐπὶ δὲ τὸ βαρὺ
μὴ ἔλαττον τονιαίου· ὑποκείσθω δὲ καὶ τῶν ἑξῆς κειμένων
φθόγγων κατὰ μέλος ἐν ἑκάστῳ γένει ἤτοι τοὺς τετάρτους
[τοῖς τετράσι] διὰ τεττάρων συμφωνεῖν ἢ τοὺς πέμπτους
[τοῖς πέντε] διὰ πέντε ἢ ἀμφοτέρως· ᾧ δ' ἂν τῶν φθόγγων
μηδὲν ᾖ τούτων συμβεβηκός, ἐκμελῆ τοῦτον εἶναι πρὸς τοὺς
οἷς ἀσύμφωνός ἐστιν. ὑποκείσθω δὲ καὶ τεττάρων γιγνο-
μένων διαστημάτων ἐν τῷ διὰ πέντε, δύο μὲν ἴσων ὡς ἐπὶ
τὸ πολύ, τῶν τὸ πυκνὸν κατεχόντων, δύο δ' ἀνίσων, τοῦ
τε λειπομένου τῆς πρώτης συμφωνίας καὶ τῆς ὑπεροχῆς ᾗ
τὸ διὰ πέντε τοῦ διὰ τεσσάρων ὑπερέχει, ἐναντίως τίθεσθαι
πρὸς τοῖς ἴσοις τὰ [δὲ] ἄνισα ἐπί τε τὸ ὀξὺ καὶ τὸ βαρύ.
ὑποκείσθω δὲ καὶ τοὺς τοῖς ἑξῆς φθόγγοις συμφωνοῦντας
διὰ τῆς αὐτῆς συμφωνίας ἑξῆς αὑτοῖς εἶναι. ἀσύνθετον δὲ
ὑποκείσθω ἐν ἑκάστῳ γένει εἶναι διάστημα κατὰ μέλος ὃ
ἡ φωνὴ μελῳδοῦσα μὴ δύναται διαιρεῖν εἰς διαστήματα.
ὑποκείσθω δὲ καὶ τῶν συμφώνων ἕκαστον μὴ διαιρεῖσθαι
εἰς ἀσύνθετα πάντα μεγέθη. ἀγωγὴ δ' ἔστω ἡ διὰ τῶν
ἑξῆς φθόγγων—ἔξωθεν τῶν ἄκρων—, ὧν ἑκατέρωθεν ἓν
ἀσύνθετον κεῖται διάστημα· εὐθεῖα δ' ἡ ἐπὶ τὸ αὐτό.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.15 0 0 451

ονομασία, στην αρχαία ελληνική μουσική γινόταν χρήση ονομάτων για τον προσδιορισμό των φθόγγων (προσηγορίαι· Μ. Ψελλός, Σύνταγμα 21α). Αρχικά τα ονόματα αυτά δόθηκαν στις χορδές της λύρας κέρας, κέρατο. συνών. του όρου βυκάνη ή σάλπιγξ. σύμφωνα με τη θέση τους στο όργανο· όταν η λέξη χορδή έγινε, με τη συνεχή και πρακτική χρήση, συνώνυμη του φθόγγου, τα ονόματα χρησιμοποιούνταν χωρίς διάκριση τόσο για τις χορδές, όσο και για τους αντίστοιχους φθόγγους. Από τον 6ο αι. π.Χ., όταν η επτάχορδη λύρα έγινε οκτάχορδη, τα ονόματα (προσηγορίες) ήταν τα ακόλουθα:

νήτη, νεάτη (=χαμηλότατη), η ψηλότερη νότα·
παρανήτη, η αμέσως πιο κάτω από τη νήτη·
τρίτη, η τρίτη από πάνω προς τα κάτω·
παραμέση, η πλαϊνή της μέσης προς τα πάνω·
μέση, η κεντρική νότα·
λιχανός, η χορδή που παιζόταν με το λιχανό, το δείκτη·
παρυπάτη, η πλαϊνή της υπάτης προς τα πάνω·
υπάτη (=υψίστη), η πιο χαμηλή νότα.



Η πιο πάνω ονοματολογία χρειάζεται κάποια εξήγηση.

(α) η λ. νήτη νήτη, 1. η χορδή που βρισκόταν πιo κοντά στον εκτελεστή (νήτη = κατώτατη).
2. η ψηλότερη νότα ή χορδή. Στην επτάχορδη κλίμακα η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου συνημμένων (re) και στην οκτάχορδη η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου διεζευγμένων (mi)·, ενώ σήμαινε την έσχατη χορδή, ήταν στην πραγματικότητα η ψηλότερη χορδή· αυτό οφείλεται στη θέση της χορδής νήτη, που ήταν τοποθετημένη στο πλησιέστερο σημείο από τον εκτελεστή· πρβ. Αριστείδης (Mb 11) στο λ. νήτη.
(β) Η υπάτη υπάτη, (=υψίστη)· η πιο χαμηλή νότα ή χορδή· ονομαζόταν έτσι (υπάτη σήμαινε υψίστη), γιατί τοποθετούνταν στο πιο μακρινό άκρο των χορδών., ακριβώς το αντίθετο με τη νήτη, αλλά κατά παρόμοια αντιστοιχία, ενώ σήμαινε την πιο ψηλή χορδή, στην πραγματικότητα ήταν η χαμηλότερη, γιατί η αντίστοιχη χορδή ήταν τοποθετημένη στο άλλο άκρο, το πιο μακρινό από τον εκτελεστή· πρβ. Αριστείδης (Mb 11) στο λ. υπάτη.
Ο Νικόμαχος (στο Εγχειρ. 3) λέει ότι κατ' αναλογία με τον πλανήτη Κρόνο, που είναι ο πιο ψηλός και πιο απομακρυσμένος από μας πλανήτης, ο πιο χαμηλός ήχος στη δια πασών ονομάστηκε υπάτη, γιατί ύπατον είναι το πιο ψηλό. Κατά τον ίδιο τρόπο η Σελήνη, που είναι ο πιο χαμηλός και πλησιέστερος πλανήτης στη Γη, ο πιο ψηλός ήχος πήρε το όνομα νήτη, που σημαίνει χαμηλότατος.
Μερικοί μελετητές υποστηρίζουν ότι το αντιφατικό φαινόμενο στους δύο αυτούς όρους (υπάτη, νήτη) οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι, καθώς λέει ο Αριστείδης, οι αρχαίοι συνήθιζαν να ονομάζουν τον πρώτο ύπατον (τον πιο ψηλό) και τον πιο μακρινό νέατον (χαμηλότατο). Ο Kurt Sachs (Hist. 135) υποστηρίζει ότι "η νήτη ή χαμηλή χορδή κατά τρόπο εκπληκτικό προσδιορίζει την πιο ψηλή νότα στην ελληνική μουσική, όχι γιατί είναι η πιο χαμηλή όταν η λύρα κρατιέται στην κανονική, πλαγιαστή θέση, αλλά γιατί η σημιτική Ανατολή αποκαλεί ψηλούς φθόγγους τους χαμηλούς και χαμηλούς φθόγγους τους ψηλούς". Πρβ. Αριστοτ. (Προβλ. XIX, 3· Πλούτ. Πλατωνικά ζητήματα IX, 2, 1008Ε).
(γ) Όλα τα ονόματα ήταν στο θηλυκό γένος, γιατί εξυπακούεται η λέξη "χορδή"· ήταν δηλ. επίθετα στο ουσιαστικό χορδή, λ.χ. νήτη χορδή (χαμηλότατη-ύψιστη χορδή).

Στο Σύστημα Τέλειον Μείζον τα ονόματα ήταν με τη σειρά τους τα ακόλουθα, με τον προστεθειμένο φθόγγο (τον προσλαμβανόμενο):



Οι νότες του τετραχόρδου συνημμένων στο Σύστημα Τέλειον Έλασσον ονομάζονταν:



Τα ονόματα παραμένουν τα ίδια και στα τρία γένη για τις αντίστοιχες νότες και χορδές:



Στο παλαιό σύστημα οι αρμονίες (οκτάχορδα), εφόσον πρακτικά ήταν τμήματα του Τελείου Μείζονος Συστήματος, διατηρούσαν τα ονόματα των αντίστοιχων φθόγγων σύμφωνα με τη θέση τους (ή λειτουργία) στο Σύστημα Τέλειον Μείζον. Έτσι, η μιξολυδική (si - si), παρμένη με ανιούσα σειρά, άρχιζε με την υπάτη υπατών, η λυδική (do - do) με την παρυπάτη κ.ο.κ.
Ο Πτολεμαίος εισήγαγε την "κατά θέσιν" ονομασία των φθόγγων. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, η πρώτη νότα κάθε αρμονίας (οκτάχορδου) ονομαζόταν, σχετικά με τη θέση της στην κλίμακα, υπάτη, η δεύτερη νότα παρυπάτη, η τρίτη λιχανός, η τετάρτη μέση κτλ. (κατά ανιούσα σειρά)· από την άλλη, κάθε νότα της ίδιας αρμονίας ονομαζόταν επίσης και σύμφωνα με τη λειτουργία της ("κατά δύναμιν") στο Σύστημα Τέλειον Μείζον. Στο ακόλουθο παράδειγμα έχουμε και τις δύο ονομασίες:



Λυδική αρμονία

ονομασία

(α) ονομασία κατά δύναμιν:



(β) κατά θέσιν:

Φρυγική αρμονία

(α) κατά δύναμιν:



(β) κατά θέσιν:

Σημείωση: Μονάχα στη δωρική αρμονία (mi - mi) και οι δύο ονομασίες συμπίπτουν.

συν. ονοματοθεσία
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.15 0 0 450

μονή, (από το μένω)· η παραμονή πάνω σ' ένα ύψος· κάποια εμμονή της φωνής. Ο Κλεονείδης Κλεονείδης, θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου. (Εισαγ. 14) καθορίζει: "τονή είναι η μονή (παραμονή πάνω σε μια βαθμίδα) πιο πολύ από ένα χρόνο σε μια εκφορά της φωνής". Ο Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. (Ι, 12, 3): "[τάσις τάσις, τέντωμα μιας χορδής, επομένως ύψος, μια νότα. εστί] μονή τις και στάσις της φωνής" ([τάση είναι] κάποια παραμονή [εμμονή] και στάση της φωνής)· και ο Αριστείδης δίνει τον ίδιο ορισμό (Mb 8, R.P.W.-I. 6). Ο Βακχείος (Εισαγ. 45) καθορίζει ότι μονή γίνεται: "όταν επί του αυτού φθόγγου πλείονες λέξεις μελωδώνται" (όταν περισσότερες λέξεις τραγουδιούνται πάνω στην ίδια νότα). Βλ. λ. πεττεία πεττεία, 1. επανάληψη της ίδιας νότας.
2. κατά τον Αριστείδη, μια μέθοδος της μελωδικής σύνθεσης (ένα από τα τρία είδη της χρήσης), με την οποία "μαθαίνουμε ποιες νότες να παραλείψουμε και ποιες να χρησιμοποιήσουμε. Και από ποια ν' αρχίσουμε και σε ποια να τελειώσουμε".

http://thesaurus.iema.gr/thesaurus_s.php?lang=el&id=683&q=%EC%EF%ED%DE
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.15 0 0 449

Aristoxenus Mus. : Elementa harmonica : Page 16, line 19

τάσιν
εἰρημένων
μονή
στάσις τῆς φωνῆς
κινήσεις
φθόγγους
φωνὴν κίνησιν
ὄνομα
αἴσθησις
ὀξὺ
βαρὺ
πάθει τῆς φωνῆς
μελῳδεῖν
διάστημά
ἠρεμίαν
ἀγωγήν
τάσις
ἐπίτασις
βαρύτητος
ὀξύτητος

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.15 0 0 448

Aristoxenus Mus. : Elementa harmonica : Page 16, line 19

ὅτι δὲ καὶ τὸ
πέμπτον ὃ δὴ τάσιν ὀνομάζομεν ἕτερόν ἐστιν ἑκάστου τῶν
εἰρημένων, πειρατέον κατανοῆσαι. ὃ μὲν οὖν βουλόμεθα
λέγειν τὴν τάσιν σχεδόν ἐστι τοιοῦτον οἷον μονή τις καὶ
στάσις τῆς φωνῆς. μὴ ταραττέτωσαν δ' ἡμᾶς αἱ τῶν εἰς
κινήσεις ἀγόντων τοὺς φθόγγους δόξαι καὶ καθόλου τὴν
φωνὴν κίνησιν εἶναι φασκόντων, ὡς συμπεσουμένου λέγειν
ἡμῖν ὅτι συμβήσεταί ποτε τῇ κινήσει μὴ κινεῖσθαι ἀλλ' ἠ-
ρεμεῖν τε καὶ ἑστάναι. διαφέρει γὰρ οὐδὲν ἡμῖν τὸ λέγειν
ὁμαλότητα κινήσεως ἢ ταὐτότητα τὴν τάσιν ἢ εἰ ἄλλο τι
τούτων εὑρίσκοιτο γνωριμώτερον ὄνομα. οὐδὲν γὰρ ἧττον
ἡμεῖς τότε φήσομεν ἑστάναι τὴν φωνήν, ὅταν ἡμῖν ἡ αἴ-
σθησις αὐτὴν ἀποφήνῃ μήτ' ἐπὶ τὸ ὀξὺ μήτ' ἐπὶ τὸ βαρὺ
ὁρμῶσαν, οὐδὲν ἄλλο ποιοῦντες πλὴν τῷ τοιούτῳ πάθει
τῆς φωνῆς τοῦτο τὸ ὄνομα τιθέμενοι. φαίνεται δὲ τοῦτο
ποιεῖν ἐν τῷ μελῳδεῖν ἡ φωνή· κινεῖται μὲν γὰρ ἐν τῷ
διάστημά τι ποιεῖν, ἵσταται δ' ἐν τῷ φθόγγῳ. εἰ δὲ κινεῖται
μὲν τὴν ὑφ' ἡμῶν λεγομένην κίνησιν, ἐκείνης τῆς κινήσεως
τῆς ὑπ' ἐκείνων λεγομένης τὴν κατὰ τάχος διαφορὰν λαμ-
βανούσης, ἠρεμεῖ δὲ πάλιν αὖ τὴν ὑφ' ἡμῶν λεγομένην ἠρε-
μίαν, στάντος τοῦ τάχους καὶ λαβόντος μίαν τινὰ καὶ τὴν
αὐτὴν ἀγωγήν, οὐδὲν ἂν ἡμῖν διαφέροι. σχεδὸν γὰρ δῆλόν
ἐστιν ὅ θ' ἡμεῖς λέγομεν κίνησίν τε καὶ ἠρεμίαν φωνῆς καὶ
ὃ ἐκεῖνοι κίνησιν. ταῦτα μὲν οὖν ἐνταῦθα ἱκανῶς, ἐν ἄλλοις
δὲ ἐπιπλεῖόν τε καὶ σαφέστερον διώρισται. ἡ δὲ τάσις ὅτι
μὲν οὔτ' ἐπίτασις οὔτ' ἄνεσίς ἐστι παντελῶς δῆλον, —τὴν
μὲν γὰρ εἶναί φαμεν ἠρεμίαν φωνῆς, τὰς δ' ἐν τοῖς ἔμπροσθεν
εὕρομεν οὔσας κινήσεις τινάς, —ὅτι δὲ καὶ τῶν λοιπῶν,
τῆς βαρύτητος καὶ τῆς ὀξύτητος, ἕτερόν ἐστιν ἡ τάσις πει-
ρατέον κατανοῆσαι. ὅτι μὲν οὖν ἠρεμεῖν συμβαίνει τῇ φωνῇ
καὶ εἰς βαρύτητα καὶ εἰς ὀξύτητα ἀφικομένῃ, δῆλον ἐκ τῶν
ἔμπροσθεν· ὅτι δὲ καὶ τῆς τάσεως ἠρεμίας τινὸς τεθείσης
οὐδὲν μᾶλλον ἐκείνων ἑκατέρων ταὐτὸν τάσις ἐστίν, ἐκ τῶν
ῥηθησομένων ἔσται φανερόν. δεῖ δὴ καταμανθάνειν ὅτι τὸ
μὲν ἑστάναι τὴν φωνὴν τὸ μένειν ἐπὶ μιᾶς τάσεώς ἐστι.
συμβήσεται δ' αὐτῇ τοῦτο, ἐάν τ' ἐπὶ βαρύτητος ἐάν τ' ἐπ' ὀ-
ξύτητος ἱστῆται. εἰ δ' ἡ μὲν τάσις ἐν ἀμφοτέροις ὑπάρξει—
καὶ γὰρ ἐπὶ τῶν βαρέων καὶ ἐπὶ τῶν ὀξέων τὸ ἵστασθαι
τὴν φωνὴν ἀναγκαῖον ἦν—, ἡ δ' ὀξύτης μηδέποτε τῇ βα-
ρύτητι συνυπάρξει μηδ' ἡ βαρύτης τῇ ὀξύτητι, δῆλον ὡς
ἕτερόν ἐστιν ἑκατέρου τούτων ἡ τάσις ὡς [μηδὲν] κοινὸν
γιγνόμενον ἐν ἀμφοτέροις. ὅτι μὲν οὖν πέντε ταῦτ' ἐστὶν
ἀλλήλων ἕτερα, τάσις τε καὶ ὀξύτης καὶ βαρύτης πρὸς δὲ
τούτοις ἄνεσίς τε καὶ ἐπίτασις, σχεδὸν δῆλον ἐκ τῶν
εἰρημένων.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 447

λογώδες μέλος, μελωδία που μιλιέται, της ομιλίας. Ο Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. χρησιμοποίησε αυτό τον όρο στα Αρμονικά Στοιχεία (Ι, 18, 12-15): "λέγεται γαρ δη και λογώδές τι μέλος, το συγκείμενον εκ των προσωδιών των εν τοις ονόμασιν· φυσικόν γαρ το επιτείνειν και ανιέναι εν τω διαλέγεσθαι" (γιατί υπάρχει και ένα είδος μελωδίας στην ομιλία, που εξαρτάται από τους τονισμούς των λέξεων· γιατί είναι φυσικό, όταν μιλούμε, να ανεβαίνει και να κατεβαίνει η φωνή)
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 446
άδω, ποιητ. αείδω· τραγουδώ. Χρησιμοποιούνταν επίσης με τη σημασία: διηγούμαι, αφηγούμαι (συνήθως με μουσική) Όμ. Ιλ. Α 1: "μήνιν άειδε, θεά". Σήμαινε επίσης υμνώ (ένα πρόσωπο, έναν ήρωα).
άδω προς (αυλόν αυλός, το πιο σημαντικό πνευστό όργανο της αρχαίας Ελλάδας. Παίζονταν συνήθως σε ζευγάρια (δίαυλος). Αποτελούνταν από τον βόμβυκα (κύριο σώμα) με τα τρήματα (τρύπες), το υφόλμιο και τον όλμο, πάνω στον οποίο προσαρμοζόταν η γλωττίς. Η καταγωγή του δεν έχει τελείως αποσαφηνιστεί. ή λύραν λύρα, έγχορδο, "κατεξοχήν" εθνικό όργανο της αρχαίας Ελλάδας, συνδεόταν στενά με τη λατρεία του Απόλλωνα. Κατά τον μύθο, επινοήθηκε από τον Ερμή. Αρχικά είχε τρεις ή τέσσερις χορδές, για μια μακρά περίοδο όμως είχε επτά, ενώ πολλοί μουσικοί προσέθεσαν κι άλλες. Πιστεύεται πως το δεξί χέρι έπαιζε με πλήκτρο, ενώ το αριστερό με τα δάχτυλα. Το κούρδισμα της λύρας (και της κιθάρας) είναι ενα θέμα που δεν έχει οριστικά ξεκαθαριστεί.) σήμαινε τραγουδώ με συνοδεία (αυλού ή λύρας)· τραγουδώ σε συμφωνία με αυλό ή λύρα. Το αντίθετο του άδω ήταν το λέγω (μιλώ)· πρβ. Αριστόξ. Αρμ. I, Mb 9, 24.
Το ρ. άδω χρησιμοποιούνταν κατ' επέκταση και στην περίπτωση των πουλιών κτλ. Από τα Αποσπάσματα Τιμαίου (Timaei Fragmenta, FHG I, 207, απόσπ. 64): "οι τέττιγες αδουσιν". Σ' ένα διαγωνισμό δύο κιθαρωδών κιθαρωδός, ένας μουσικός που τραγουδούσε και συνόδευε τον εαυτό του στην κιθάρα., του Εύνομου του Λοκρού Εύνομος, Λοκρός κιθαρωδός άγνωστης εποχής. Το όνομά του έχει επιζήσει χάρη σ' ένα μύθο, σύμφωνα με τον οποίο, ενώ διαγωνιζόταν στους Δελφούς με τον Αρίστωνα, έναν κιθαρωδό από το Ρήγιο, μια από τις χορδές της κιθάρας του έσπασε και τότε ένας τζίτζικας πέταξε πάνω από το όργανό του και τραγούδησε τη νότα που έλειπε. και του Αρίστωνα από το Ρήγιο Αρίστων, κιθαρωδός από το Ρήγιο της Ιταλίας, άγνωστης εποχής., όταν ο πρώτος έπαιζε ένας τζίτζικας πέταξε πάνω στη λύρα του και τραγούδησε ("τέττιξ επί την λύραν επιπτάς ήδεν"). Ο Στράβων (VI, 260), αφηγούμενος την ιστορία αυτή, λέει πως "μια από τις χορδές (της κιθάρας του Εύνομου) έσπασε (την ώρα της εκτέλεσης) και τότε ένας τζίτζικας πέταξε πάνω στο όργανο και συμπλήρωσε τη νότα". (Πρβ. FHG Ι, 207, απόσπ. 65- Παυσ. VI, 6, 4, και Στράβων Κλήμ. Aλεξ. Προτρ. Ι, 2).

Βλ. τραγούδι, ύμνος
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 445

ακοή, καταρχήν η αίσθηση της ακοής. Σήμαινε επίσης ό,τι ακούγεται (λέξη ή ήχος), την ενέργεια της ακοής, και καμιά φορά το αυτί το ίδιο. Το ρ. ακούω σήμαινε επίσης: παρακολουθώ τα μαθήματα ή τις διαλέξεις ενός δασκάλου. Από αυτή την πλευρά είναι συνώνυμο του "ακροώμαι" (παρακολουθώ μαθήματα). Επομένως, "ο ακούων" = ο μαθητής, ο οπαδός ενός δασκάλου. Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. Αρμ. (II, 30,18): "τους πλείστους των ακουσάντων παρά Πλάτωνος" (τους πλείστους που παρακολούθησαν τη διδασκαλία του Πλάτωνα Πλάτων, (429/427-περ. 347 π.Χ.). Σε ό,τι αφορά τη μουσική, ο μεγάλος φιλόσοφος σπούδασε μουσική με τον Δράκοντα τον Αθηναίο και τον Μέτελλο τον Ακραγαντίνο, επηρεάστηκε ιδιαίτερα από τις αρχές του Δάμωνα για την ηθική αξία της μουσικής, ενώ ως συγγραφέας ήταν Πυθαγορικός. Ήταν ένας μουσικός πιστός στην παράδοση, ορθόδοξος, συντηρητικός και αδιάλλακτος στις πεποιθήσεις του. Στην Πολιτεία συζητεί την ηθική σημασία ορισμένων αρμονιών και ρυθμών, ενώ τη φιλοσοφική του αντίληψη για τη μουσική εκθέτει και στον Τίμαιο.). Επίσης, στο ίδιο (ΙΙ, 31, 13): "τοις μέλλουσιν ακροάσθαι παρ' αυτού (του Αριστοτέλους)" (σ' εκείνους που σκοπεύουν να γίνουν μαθητές του [του Αριστοτέλη Αριστοτέλης, (384-322 π.Χ.)· γεννήθηκε στα Στάγειρα της Χαλκιδικής και πέθανε στη Χαλκίδα της Ευβοίας. Υπήρξε μαθητής του Πλάτωνα στην Ακαδημία στην Αθήνα, όπου αργότερα και δίδαξε. Μολονότι είχε πολύ καλή γνώση της θεωρίας και της πρακτικής της μουσικής, δεν έγραψε κανένα σύγγραμμα ειδικά για τη μουσική· αλλά πολύ συχνά αναφέρεται στη μουσική στα κείμενά του. Όπως ο Πλάτων, υποστηρίζει την ηθική αξία της μουσικής και εξετάζει λεπτομερειακά τη σημασία της στην εκπαίδευση των νέων.]).
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 444

μεταβολή, μετατροπία. Το έκτο μέρος της αρμονικής (βλ. λ. αρμονική αρμονική, κατά τον Αριστόξενο, σημαντικός κλάδος της επιστήμης του μέλους. Κύριο μέλημά της είναι να μελετά καθετί που άφορα την "αρμονία" και ιδιαίτερα "τη θεωρία των συστημάτων και των τόνων". Σύμφωνα με τον Κλεονείδη, είναι μια θεωρητική και πρακτική επιστήμη· τα θέματα της είναι επτά: οι φθόγγοι, τα διαστήματα, τα γένη, τα συστήματα, οι τόνοι, η μεταβολή (μετατροπία) και η μελοποιία.). Μεταβολή ήταν η αλλαγή που γινόταν κατά τη διάρκεια μιας μελωδίας, ως προς το γένος γένος, 1. όρος που σήμαινε τη διάφορη διάταξη των διαστημάτων στη σύσταση ενός τετραχόρδου ή ενός πιο μεγάλου συστήματος, του οποίου το τετράχορδο είναι συστατικό μέρος. Τα γένη ήταν τρία: το διατονικόν ή διάτονον, το χρωματικόν ή χρώμα και το εναρμόνιον ή αρμονία.
2. Τα γένη στη Ρυθμική καθορίζονται, κατά τον Αριστόξενο, από τη σχέση της θέσης προς την άρση. Υπήρχαν τρία ρυθμικά γένη: το δακτυλικό, το ιαμβικό και το παιωνικό. Σύμφωνα με τον Αριστείδη, μερικοί προσθέτουν και το επίτριτο.
3. Σε μερικές περιπτώσεις η λέξη γένος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του στιλ, όπως η λέξη τρόπος., το σύστημα σύστημα, ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους θεωρητικούς. Το πρώτο καλά οργανωμένο σύστημα, που κατόπι χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τα Τέλεια Συστήματα, ήταν το τετράχορδο., τον τόπο τόπος, μια θέση μέσα στην έκταση της φωνής. Ο καθορίζει τρεις "περιοχές της φωνής· ψηλή, μεσαία και χαμηλή". Ο Ανώνυμος του Bellermann καθορίζει τέσσερις: υπατοειδή, μεσοειδή, νητοειδή και υπερβολαιοειδή., το ήθος ήθος, στη μουσική η λέξη σήμαινε τον ηθικό χαρακτήρα που τείνει να εμπνεύσει στην ψυχή η μουσική. Οι νότες, οι αρμονίες, τα γένη, το μέλος γενικά και οι ρυθμοί είχαν, κατά την άποψη πολλών αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, ηθικό σκοπό και δύναμη. κτλ. Ο Κλεονείδης (Εισαγ. 1, C.v. J. 180, Mb 2) δίνει τον ακόλουθο ορισμό: "μεταβολή δε εστιν ομοίου τινός εις ανόμοιον τόπον μετάθεσις" (μεταβολή είναι η αλλαγή από έναν όμοιο σ' έναν ανόμοιο τόπο [περιοχή]).

Ο Αριστείδης Κοϊντιλιανός (Περί μουσ. Mb 24) καθορίζει τη μεταβολή ως εξής: "αλλοίωσις του υποκειμένου συστήματος και του της φωνής χαρακτήρος" (αλλαγή του υπάρχοντος συστήματος και του χαρακτήρα της φωνής).

Ο Βακχείος (Εισαγ. 50-57) απαριθμεί επτά είδη μεταβολής, τα ακόλουθα:
1. συστηματική: "όταν, από το σύστημα σύστημα, ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους θεωρητικούς. Το πρώτο καλά οργανωμένο σύστημα, που κατόπι χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τα Τέλεια Συστήματα, ήταν το τετράχορδο. που υπάρχει, η μελωδία κινείται σε άλλο σύστημα, εγκαθιστώντας άλλη μέση μέση, η κεντρική νότα του επτάχορδου συστήματος ή η πρώτη νότα του δεύτερου (χαμηλότερου) τετράχορδου στο οχτάχορδο σύστημα (στις μεταγραφές: la) και η αντίστοιχη χορδή της λύρας ή της κιθάρας."·
2. γενική, ως προς το γένος γένος, 1. όρος που σήμαινε τη διάφορη διάταξη των διαστημάτων στη σύσταση ενός τετραχόρδου ή ενός πιο μεγάλου συστήματος, του οποίου το τετράχορδο είναι συστατικό μέρος. Τα γένη ήταν τρία: το διατονικόν ή διάτονον, το χρωματικόν ή χρώμα και το εναρμόνιον ή αρμονία.
2. Τα γένη στη Ρυθμική καθορίζονται, κατά τον Αριστόξενο, από τη σχέση της θέσης προς την άρση. Υπήρχαν τρία ρυθμικά γένη: το δακτυλικό, το ιαμβικό και το παιωνικό. Σύμφωνα με τον Αριστείδη, μερικοί προσθέτουν και το επίτριτο.
3. Σε μερικές περιπτώσεις η λέξη γένος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του στιλ, όπως η λέξη τρόπος.: "όταν γίνεται αλλαγή από ένα σε άλλο γένος, λ.χ. από εναρμόνιο σε χρωματικό"·
3. κατά τρόπον τρόπος, όρος με διάφορες σημασίες ανάλογα με την περίσταση και την εποχή, αλλά συχνά συνώνυμο του όρου τόνος, ενώ στον είναι Πλούταρχο, συνώνυμος και με την αρμονία. Επίσης, στιλ (τεχνοτροπία στη σύνθεση).: "όταν μια αλλαγή γίνεται λ.χ. από το λυδικό στο φρυγικό ή προς οποιονδήποτε από τους άλλους"·
4. κατά ήθος ήθος, στη μουσική η λέξη σήμαινε τον ηθικό χαρακτήρα που τείνει να εμπνεύσει στην ψυχή η μουσική. Οι νότες, οι αρμονίες, τα γένη, το μέλος γενικά και οι ρυθμοί είχαν, κατά την άποψη πολλών αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, ηθικό σκοπό και δύναμη.: "όταν αλλάζει από ταπεινό ήθος σε μεγαλοπρεπές ή από ήσυχο και συνετό σε διεγερτικό"·
5. κατά ρυθμόν: "όταν από χορείο αλλάζει σε δάκτυλο ή οποιονδήποτε άλλο [πόδα]"·
6. κατά ρυθμού αγωγήν αγωγή, 1. Κατά τον Κλεονείδη και τον Αριστείδη Κοϊντιλιανό, η πορεία των φθόγγων της μελωδίας με συνεχή διαστήματα.
2. Με τη γενική σημασία της πορείας, της συνέχειας (Αριστόξενος).
3. Με τη σημασία του βαθμού της ταχύτητας όπως η έννοια του "τέμπο" στη σύγχρονη μουσική ορολογία (Αριστείδης)
4. μέθοδος, ύφος, τεχνοτροπία.: "όταν ο ρυθμός αντί να αρχίζει από άρση αλλάζει σε θέση"·
7. κατά ρυθμοποιΐας θέσιν: "όταν το όλο σύστημα προχωρεί με 'μονοποδία' (απλούς πόδες) ή με 'διποδία' (συζυγία συζυγία, σύζευξη, σύνδεση κατά ζεύγη. Κατά τον Αριστείδη, "[σύνδεση] κατά συζυγία [ζεύγη] είναι η ένωση δύο απλών και ανόμοιων ποδών".)".
Ο Ανώνυμος (εκδ. Bell. 31-32, 27) αναγνωρίζει τέσσερα είδη μεταβολής των τόνων τόνος, όρος με διάφορες, και κάποτε όχι ολότελα ξεκαθαρισμένες, σημασίες στην αρχαία ελληνική μουσική.

1. τάση (τάσις· ύψος).
2. διάστημα κατά το οποίο η 5η ξεπερνά την 4η, η μεγάλη 2η.
3. κλίμακα τοποθετημένη σ' ένα ορισμένο ύψος.
4. Ο Κλεονείδης δίνει μια τέταρτη σημασία· τη σημασία του φθόγγου (ήχου, τόνου), π.χ. επτάτονος φόρμιγξ.
5. Ο όρος τόνος συχνά χρησιμοποιείται και για την αρμονία., ως προς το γένος γένος, 1. όρος που σήμαινε τη διάφορη διάταξη των διαστημάτων στη σύσταση ενός τετραχόρδου ή ενός πιο μεγάλου συστήματος, του οποίου το τετράχορδο είναι συστατικό μέρος. Τα γένη ήταν τρία: το διατονικόν ή διάτονον, το χρωματικόν ή χρώμα και το εναρμόνιον ή αρμονία.
2. Τα γένη στη Ρυθμική καθορίζονται, κατά τον Αριστόξενο, από τη σχέση της θέσης προς την άρση. Υπήρχαν τρία ρυθμικά γένη: το δακτυλικό, το ιαμβικό και το παιωνικό. Σύμφωνα με τον Αριστείδη, μερικοί προσθέτουν και το επίτριτο.
3. Σε μερικές περιπτώσεις η λέξη γένος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του στιλ, όπως η λέξη τρόπος., το ήθος ήθος, στη μουσική η λέξη σήμαινε τον ηθικό χαρακτήρα που τείνει να εμπνεύσει στην ψυχή η μουσική. Οι νότες, οι αρμονίες, τα γένη, το μέλος γενικά και οι ρυθμοί είχαν, κατά την άποψη πολλών αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, ηθικό σκοπό και δύναμη., την περιοχή και το ρυθμό. Ο Κλεονείδης Κλεονείδης, θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου. επίσης αναγνωρίζει τέσσερις τρόπους μεταβολής, αλλά όχι ακριβώς τους ίδιους: ως προς το γένος, το σύστημα σύστημα, ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους θεωρητικούς. Το πρώτο καλά οργανωμένο σύστημα, που κατόπι χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τα Τέλεια Συστήματα, ήταν το τετράχορδο., τον τόνο και τη μελοποιία μελοποιία, σύνθεση μέλους, μελωδίας. Σύμφωνα και με τον Κλεονείδη σκοπός της μελοποιίας είναι να εκλέγει και να χρησιμοποιεί με κατάλληλο τρόπο τα στοιχεία της αρμονικής. Κατά τον Αριστείδη τα μέρη της είναι τρία: η λήψις, η μίξις και η χρήσις. (σσ. 20-21 Mb, 204-206 C.v. J.). Κατ' αυτόν η μεταβολή ως προς το σύστημα σύστημα, ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους θεωρητικούς. Το πρώτο καλά οργανωμένο σύστημα, που κατόπι χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τα Τέλεια Συστήματα, ήταν το τετράχορδο. γίνεται όταν μια αλλαγή είναι από σύζευξη σε διάζευξη ή αντίθετα (δηλ. από το Σύστημα Τέλειον Έλασσον στο Σύστημα Τέλειον Μείζον ή αντίθετα). Ως προς τον τόνο τόνος, όρος με διάφορες, και κάποτε όχι ολότελα ξεκαθαρισμένες, σημασίες στην αρχαία ελληνική μουσική.

1. τάση (τάσις· ύψος).
2. διάστημα κατά το οποίο η 5η ξεπερνά την 4η, η μεγάλη 2η.
3. κλίμακα τοποθετημένη σ' ένα ορισμένο ύψος.
4. Ο Κλεονείδης δίνει μια τέταρτη σημασία· τη σημασία του φθόγγου (ήχου, τόνου), π.χ. επτάτονος φόρμιγξ.
5. Ο όρος τόνος συχνά χρησιμοποιείται και για την αρμονία., όταν από τον δωρικό τόνο δώριος, κατά γενική παραδοχή το οκτάχορδο: mi - re - do - si - la - sol - fa - mi (διατονικό γένος). Η δωρική αρμονία θεωρούνταν η κατεξοχήν "ελληνική αρμονία". γίνει αλλαγή στον φρυγικό φρύγιος, 1. αρμονία· το οκτάχορδο re - do - si - la - sol - fa - mi - re (στο διατονικό γένος). Όπως αναφέρει ο Αθήναιος η φρυγική και η λυδική αρμονία έγιναν γνωστές στους Έλληνες από τους "βαρβάρους" (ξένους) Φρύγες και Λυδούς, που συνόδευσαν τον Πέλοπα στην Πελοπόννησο. Έγινε, κατεξοχήν, η αρμονία των διθυράμβων. Θεωρούνταν κατάλληλη για μουσική προς τιμήν του Διόνυσου, επειδή ενέπνεε ενθουσιασμό.
2. τόνος· ο έκτος τόνος στο αριστοξένειο σύστημα των 13 τόνων και όγδοος στο νεο-αριστοξένειο σύστημα των 15 τόνων. ή γενικά από έναν οποιονδήποτε από τους 13 τόνους σ' έναν από τους υπόλοιπους. Μεταβολή στη μελοποιία μελοποιία, σύνθεση μέλους, μελωδίας. Σύμφωνα και με τον Κλεονείδη σκοπός της μελοποιίας είναι να εκλέγει και να χρησιμοποιεί με κατάλληλο τρόπο τα στοιχεία της αρμονικής. Κατά τον Αριστείδη τα μέρη της είναι τρία: η λήψις, η μίξις και η χρήσις. γίνεται όταν από διασταλτικό [ήθος] γίνει αλλαγή προς το συσταλτικό ή ησυχαστικό.
H μετατροπία ήταν άγνωστη στην αρχαϊκή τέχνη· στους κιθαρωδικούς νόμους καμιά αλλαγή δεν επιτρεπόταν. Ο Πλούταρχος λέει πως "η κιθαρωδία του τερπάνδρειου ύφους (στιλ) ήταν τελείως απλή ως την εποχή του Φρύνι (5ος αι.-π.Χ.)· γιατί στην παλιά εκείνη εποχή δεν επιτρεπόταν η σύνθεση κιθαρωδιών όπως σήμερα, ούτε αλλαγή στις αρμονίες και στους ρυθμούς κατά βούληση. Γιατί σε κάθε νόμο νόμος, ο σημαντικότερος τύπος μουσικής σύνθεσης και εκτέλεσης, πολύ πειθαρχημένου και αυστηρού χαρακτήρα και πολύ υψηλών αισθητικών και καλλιτεχνικών απαιτήσεων. Οι κυριότερες κατηγορίες νόμων ήταν τρεις:
(α) ο κιθαρωδικός νόμος· ο πιο αρχαίος τύπος, σόλο τραγούδι με συνοδεία κιθάρας
(β) ο αυλωδικός νόμος· σόλο τραγούδι με συνοδεία αυλού και
(γ) ο αυλητικός νόμος, σόλο αυλού· ο σπουδαιότερος νόμος αυτής της κατηγορίας ήταν ο πυθικός νόμος, που καθιερώθηκε από τον Σακάδα στα Πύθια το 586 π.Χ.
Μια τέταρτη κατηγορία, ο κιθαριστικός νόμος, ακολούθησε κυρίως το πρότυπο (αυλητικός νόμος) του Σακάδα. κρατούσαν το κατάλληλο διαπασών διαπασών, 1. η συμφωνία μεταξύ της πρώτης και τελευταίας νότας, επομένως το διάστημα 8ης.
2. μετά την εποχή του Αριστόξενου, σήμαινε ότι και ο παλαιότερος όρος αρμονία (είδος της οκτάβας)· γι' αυτό το λόγο ονομάστηκαν νόμοι" (Περί μουσ. 1133B-G, 6).
Ο τριμερής (ή τριμελής) νόμος, που δημιουργήθηκε γύρω στις αρχές ή τα μέσα του 6ου αι. π.Χ. από τον Σακάδα Σακάδας, (7ος/6ος αι. π.Χ.)· διάσημος αυλητής και συνθέτης από το ’ργος, που τοποθετείται ανάμεσα στην αρχαϊκή και στην κλασική περίοδο της αρχαίας ελληνικής μουσικής. Στην αρχή της σταδιοδρομίας του ήταν αυλωδός και συνέθεσε ελεγείες, αλλά κατόπι στράφηκε προς την αυλητική τέχνη. Ο Σακάδας απέκτησε μεγάλη δόξα, γιατί καθιέρωσε στα Πύθια τον λεγόμενο πυθικό νόμο, που το πρώτο είδος προγραμματικής μουσικής, που περιγράφει την πάλη του θεού Απόλλωνα με τον δράκοντα Πύθωνα. Ήταν επίσης εφευρέτης του τριμελούς (ή τριμερούς) νόμου., είναι ένα από τα πρώτα παραδείγματα μετατροπίας. Από την εποχή του Λάσου του Ερμιονέα Λάσος, ο Ερμιονεύς· γεννήθηκε το 548/545 περίπου π.Χ. Θεωρείται ως ένας από τους κύριους καινοτόμους της μουσικής με σημαντική επίδραση. Μερικοί γραμματικοί του απέδιδαν τη δημιουργία του αττικού διθύραμβου, ίσως και την ανακάλυψη ότι οι δονήσεις είναι αιτία παραγωγής του ήχου. (γ. περ. 548 π.Χ.) και κατόπι η μετατροπία έγινε σιγά σιγά πιο συχνή.

Βλ. W. Vetter, "Metabole", Pauly RE τόμ. 30, στ. 1313-1316.

http://thesaurus.iema.gr/thesaurus_s.php?lang=el&id=655&q=%EC%E5%F4%E1%E2%EF%EB%DE
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 443

καταπύκνωσις, η υποδιαίρεση των διαστημάτων της κλίμακας σε τέταρτα του τόνου τόνος, όρος με διάφορες, και κάποτε όχι ολότελα ξεκαθαρισμένες, σημασίες στην αρχαία ελληνική μουσική.

1. τάση (τάσις· ύψος).
2. διάστημα κατά το οποίο η 5η ξεπερνά την 4η, η μεγάλη 2η.
3. κλίμακα τοποθετημένη σ' ένα ορισμένο ύψος.
4. Ο Κλεονείδης δίνει μια τέταρτη σημασία· τη σημασία του φθόγγου (ήχου, τόνου), π.χ. επτάτονος φόρμιγξ.
5. Ο όρος τόνος συχνά χρησιμοποιείται και για την αρμονία.. Το ρήμα καταπυκνώ, υποδιαιρώ σε μικρά διαστήματα, απαντά και στην έκφραση "καταπυκνώ το διάγραμμα" = υποδιαιρώ το διάγραμμα, την κλίμακα, σε τέταρτα του τόνου. Αριστόξ. (Αρμον. Ι, 28, 1 Mb): "ουχ ως οι αρμονικοί εν ταις των διαγραμμάτων καταπυκνώσεσιν αποδιδόναι πειρώνται" (όχι όπως οι αρμονικοί προσπαθούν να κάμουν στις υποδιαιρέσεις των διαγραμμάτων).

Ο Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. (ό.π. ΙΙ, 38 Mb) θεωρεί την καταπύκνωση (δηλ. την υποδιαίρεση σε τέταρτα τόνου) ως αντιμελωδική (ή μη μελωδική): "ότι δε εστιν η καταπύκνωσις εκμελής και κατά πάντα τρόπον άχρηστος, φανερόν επ' αυτής έσται της πραγματείας" (ότι η καταπύκνωση είναι αντιμελωδική και με κάθε τρόπο άχρηστη, θα γίνει φανερό κατά τη διάρκεια αυτής της πραγματείας [της μελέτης]).
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 442

τόνος, ο όρος αυτός είχε διάφορες, και κάποτε όχι ολότελα ξεκαθαρισμένες, σημασίες στην αρχαία ελληνική μουσική.
Οι περισσότεροι συγγραφείς συμφωνούν στις ακόλουθες σημασίες του όρου:

(α) τάση (τάσις τάσις, τέντωμα μιας χορδής, επομένως ύψος, μια νότα.· ύψος), όπως "όταν λέμε ότι ένας εκτελεστής χρησιμοποιεί έναν υψηλό ή χαμηλό τόνο" (Πορφύρ. Comment, έκδ. I.D. 82, 87, Wallis III, 258).

(β) διάστημα διαστηματική κίνησις, μελωδική κίνηση με διαστήματα· αντίθ.: συνεχής κίνηση (που δε χρησιμοποιεί διαστήματα, όπως στην ομιλία)., δηλ. το διάστημα κατά το οποίο η 5η ξεπερνά την 4η· αλλιώς, η μεγάλη 2η, όπως λέμε και σήμερα τόνος.

(γ) κλίμακα τοποθετημένη σ' ένα ορισμένο ύψος, π.χ. δώριος τόνος, φρύγιος τόνος κτλ. (όπως λέμε σήμερα τόνος του sol, τόνος του re κτλ., σε διάκριση από τον μείζονα τρόπο· λ.χ. τρόπος sol μείζων, τοποθετημένος στον τόνο του sol κτλ.). Ο Κλεονείδης (Εισαγ. 12) δίνει μια τέταρτη σημασία· τη σημασία του φθόγγου φθόγγος, ήχος, φωνή. Στη μουσική, ένας ήχος με καθορισμένο ύψος που παραγόταν από φωνή ή οποιοδήποτε μουσικό όργανο. (ήχου, τόνου), π.χ. επτάτονος φόρμιγξ. Οι όροι τόνος, τρόπος τρόπος, όρος με διάφορες σημασίες ανάλογα με την περίσταση και την εποχή, αλλά συχνά συνώνυμο του όρου τόνος, ενώ στον είναι Πλούταρχο, συνώνυμος και με την αρμονία. Επίσης, στιλ (τεχνοτροπία στη σύνθεση). και αρμονία αρμονία, γενική σημασία της λέξης: σύνδεση, συναφή.
1. Σύμφωνα με τους παλιούς θεωρητικούς σήμαινε την ογδόη και τη διαφορετική διάταξη των φθόγγων μέσα στην ογδόη ή μέσα σ' ένα σύστημα με τα μέρη του συνδεμένα έτσι που να σχηματίζουν ένα τέλειο σύνολο. Συνήθως αναφέρονται επτά αρμονίες. Μετά την εποχή του Αριστόξενου, ο όρος δια πασών αντικατέστησε τον όρο αρμονία σε πολλά κείμενα
2. Στην εποχή του Αριστόξενου και κατόπιν ο όρος αρμονία χρησιμοποιούνταν πολύ συχνά με τη σημασία "εναρμόνιο γένος", μαζί με τον όρο εναρμόνιος εμφανίζονται σε αρχαία κείμενα χωρίς σαφή διάκριση μεταξύ τους. Ο όρος τόνος συχνά χρησιμοποιείται και για την αρμονία· ο Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. (Αρμ. ΙΙ, 37 Mb) δίνει τον ακόλουθο ορισμό του τόνου: "Πέμπτον δ' εστί των μερών [της αρμονικής πραγματείας] το περί τους τόνους, εφ' ών τιθέμενα τα συστήματα μελωδείται" (Το πέμπτο μέρος [της αρμονικής] ασχολείται με τους τόνους, πάνω στους οποίους τραγουδιούνται [εκτελούνται] τα συστήματα). Έτσι, ο τόνος είναι ο τόπος ή η περιοχή ή το ύψος, όπου μια αρμονία μπορεί να αναπαραχθεί. Δηλαδή, αν χρησιμοποιούσαμε σημερινά ονόματα φθόγγων, θα λέγαμε η οκτάβα do - do ή μια άλλη οκτάβα, re - re, mi - mi κτλ., μέσα στην οποία τοποθετείται η δωρική δώριος, κατά γενική παραδοχή το οκτάχορδο: mi - re - do - si - la - sol - fa - mi (διατονικό γένος). Η δωρική αρμονία θεωρούνταν η κατεξοχήν "ελληνική αρμονία". ή η φρυγική φρύγιος, 1. αρμονία· το οκτάχορδο re - do - si - la - sol - fa - mi - re (στο διατονικό γένος). Όπως αναφέρει ο Αθήναιος η φρυγική και η λυδική αρμονία έγιναν γνωστές στους Έλληνες από τους "βαρβάρους" (ξένους) Φρύγες και Λυδούς, που συνόδευσαν τον Πέλοπα στην Πελοπόννησο. Έγινε, κατεξοχήν, η αρμονία των διθυράμβων. Θεωρούνταν κατάλληλη για μουσική προς τιμήν του Διόνυσου, επειδή ενέπνεε ενθουσιασμό.
2. τόνος· ο έκτος τόνος στο αριστοξένειο σύστημα των 13 τόνων και όγδοος στο νεο-αριστοξένειο σύστημα των 15 τόνων. ή άλλη αρμονία, με την εσωτερική διάταξη των διαστημάτων της η καθεμιά· όπως απαράλλαχτα τοποθετούμε τον μείζονα ή ελάσσονα σε μια οκτάβα και λέμε sol μείζονα ή sol ελάσσονα κτλ.

Οι τόνοι δε διέφεραν μεταξύ τους ως προς την εσωτερική διάταξη των διαστημάτων· η μόνη διαφορά τους ήταν το ύψος. Στην πραγματικότητα, οι τόνοι ήταν μεταφορές του τελείου αμετάβολου συστήματος [βλ. λ. σύστημα σύστημα, ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους θεωρητικούς. Το πρώτο καλά οργανωμένο σύστημα, που κατόπι χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τα Τέλεια Συστήματα, ήταν το τετράχορδο.] Ο Αριστόξενος καθιέρωσε ένα σύστημα 13 τόνων, διαταγμένων σε απόσταση ημιτονίου από τον ένα στον άλλο· η μέση μέση, η κεντρική νότα του επτάχορδου συστήματος ή η πρώτη νότα του δεύτερου (χαμηλότερου) τετράχορδου στο οχτάχορδο σύστημα (στις μεταγραφές: la) και η αντίστοιχη χορδή της λύρας ή της κιθάρας. του χαμηλότερου τόνου ήταν σε απόσταση ογδόης από τη μέση του ψηλότερου τόνου (fa - fa). Παρατίθενται οι 13 τόνοι του Αριστόξενου (στο διατονικό γένος)· είναι εύκολο να προσέξει κανείς πως, από άποψη εσωτερικής διάταξης των διαστημάτων τους, οι τόνοι, είναι όλοι οι ίδιοι, επομένως, η διαφορετική ονομασία τους οφείλεται μόνο στο διαφορετικό ύψος των βασικών τους φθόγγων (αρχής και τέλους)· οι τόνοι γράφονται εδώ σε κατιούσα σειρά (πρβ. το Σύστημα τέλειον αμετάβολον, αρ. 3 στο λ. σύστημα σύστημα, ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους θεωρητικούς. Το πρώτο καλά οργανωμένο σύστημα, που κατόπι χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τα Τέλεια Συστήματα, ήταν το τετράχορδο.):
Σε αυτούς τους 13 τόνους προστέθηκαν αργότερα δύο ακόμη, επάνω από τον πρώτο (τον Υπερμιξολύδιο), με προσλαμβανόμενο προσλαμβανόμενος, προστεθειμένος φθόγγος. Έτσι ονομαζόταν ο φθόγγος (νότα) που πρόσθεταν κάτω από το πιο χαμηλό τετράχορδο (τετράχορδο υπατών) και στα συστήματα Τέλειον Μείζον και Τέλειον Έλαττον. Το χαμηλό la στις μεταγραφές αρχαίας ελληνικής σημειογραφίας. και μέση το fa δίεση και το sol.
Το νεοαριστοξένειο σύστημα δεν κράτησε την ίδια ονομασία· μόνο έξι από τους επτά κύριους τόνους διατήρησαν τα ονόματά τους, ενώ όλοι οι υπόλοιποι πήραν νέα ονόματα, παρμένα από τα αρχαία ονόματα αρμονιών. Το πλήρες σύστημα των 15 τόνων, με τη νέα ονομασία τους, ήταν το ακόλουθο (δίνονται μόνο ο προσλαμβανόμενος προσλαμβανόμενος, προστεθειμένος φθόγγος. Έτσι ονομαζόταν ο φθόγγος (νότα) που πρόσθεταν κάτω από το πιο χαμηλό τετράχορδο (τετράχορδο υπατών) και στα συστήματα Τέλειον Μείζον και Τέλειον Έλαττον. Το χαμηλό la στις μεταγραφές αρχαίας ελληνικής σημειογραφίας., η μέση μέση, η κεντρική νότα του επτάχορδου συστήματος ή η πρώτη νότα του δεύτερου (χαμηλότερου) τετράχορδου στο οχτάχορδο σύστημα (στις μεταγραφές: la) και η αντίστοιχη χορδή της λύρας ή της κιθάρας. και η νήτη νήτη, 1. η χορδή που βρισκόταν πιo κοντά στον εκτελεστή (νήτη = κατώτατη).
2. η ψηλότερη νότα ή χορδή. Στην επτάχορδη κλίμακα η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου συνημμένων (re) και στην οκτάχορδη η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου διεζευγμένων (mi)· υπερβολαίων):



Οι 15 αυτοί τόνοι διαιρούνταν σε τρεις ομάδες:

(α) τους πέντε κύριους τόνους (6-10), Λύδιο λύδιος, για τους περισσότερους αρχαίους θεωρητικούς και συγγραφείς το οκτάχορδο: do si la sol fa mi re do (διατονικό γένος). για ορισμένους άλλους, το οκτάχορδο fa - fa. Ήταν ανάμεσα στις μη ελληνικές αρμονίες, ήταν όμως γνωστή από πολύ παλαιά εποχή., Αιόλιο αιολία, Πριν τον Αριστόξενο, η κλίμακα la - sol - fa - mi - re - do - si - la. Κατά τον Ηρακλείδη Ποντικό, ήταν, μαζί με την δωρική και την ιωνική, από τις ελληνικές αρμονίες. Εξέφραζε το περήφανο και το πομπώδες. Αντικαταστάθηκε αργότερα από την υποδωρική., Φρύγιο φρύγιος, 1. αρμονία· το οκτάχορδο re - do - si - la - sol - fa - mi - re (στο διατονικό γένος). Όπως αναφέρει ο Αθήναιος η φρυγική και η λυδική αρμονία έγιναν γνωστές στους Έλληνες από τους "βαρβάρους" (ξένους) Φρύγες και Λυδούς, που συνόδευσαν τον Πέλοπα στην Πελοπόννησο. Έγινε, κατεξοχήν, η αρμονία των διθυράμβων. Θεωρούνταν κατάλληλη για μουσική προς τιμήν του Διόνυσου, επειδή ενέπνεε ενθουσιασμό.
2. τόνος· ο έκτος τόνος στο αριστοξένειο σύστημα των 13 τόνων και όγδοος στο νεο-αριστοξένειο σύστημα των 15 τόνων., Ιάστιο και Δώριο δώριος, κατά γενική παραδοχή το οκτάχορδο: mi - re - do - si - la - sol - fa - mi (διατονικό γένος). Η δωρική αρμονία θεωρούνταν η κατεξοχήν "ελληνική αρμονία"., τοποθετημένους στο μέσο·

(β) τους πέντε χαμηλότερους τόνους (11-15), Υπολύδιο υπολύδιος, 1. αρμονία· το ακόλουθο οκτάχορδο, στο διατονικό γένος: fa - mi - re - do - si - la - sol - fa.
2. τόνος· ο ένατος τόνος των 13 τόνων του αριστοξένειου συστήματος και ενδέκατος στους 15 τόνους του νεο-αριστοξένειου συστήματος., Υποαιόλιο υποαιόλιος, τόνος, ή υπολύδιος βαρύτερος· ο δέκατος τόνος στο αριστοξένειο σύστημα των 13 τόνων και δωδέκατος στο νεο-αριστοξένειο σύστημα των 15 τόνων., Υποφρύγιο υποφρύγιος, 1. αρμονία· το ακόλουθο οκτάχορδο (sol - sol) στο διατονικό γένος: sol - fa - mi - re - do - si - la - sol.
2. τόνος· ο 11ος τόνος στο αριστοξένειο σύστημα των 13 τόνων και ο 13ος στο νεο-αριστοξένειο σύστημα των 15 τόνων., Υποϊάστιο υποϊάστιος, τόνος, ή υποϊώνιος· ο 14ος τόνος στη σειρά των 15 τόνων του νεο-αριστοξένειου συστήματος. και Υποδώριο υποδώριος, 1. αρμονία· στο διατονικό γένος το οκτάχορδο: la - sol - fa - mi - re - do - si - la, γνωστό ως αιολία αρμονία, αλλά μετά την εποχή του Αριστόξενου ο όρος υποδώριος χρησιμοποιήθηκε γενικά.
2. τόνος· ο χαμηλότερος από τους 13 τόνους στο αριστοξένειο σύστημα και από τους 15 τόνους στο νεο-αριστοξένειο σύστημα., τοποθετημένους στο χαμηλότερο μέρος της σειράς· και

(γ) τους πέντε ψηλότερους τόνους (1-5), Υπερλύδιο, Υπεραιόλιο, Υπερφρύγιο, Υπεριάστιο και Υπερδώριο, τοποθετημένους στο ψηλότερο τμήμα της σειράς. Ο καθένας από τους 15 τόνους του παραπάνω πίνακα πρέπει να νοηθεί και στα τρία γένη· π.χ. ο Υπερλύδιος στο διατονικό γένος (α'), στο χρωματικο γένος (β') και στο εναρμόνιο γένος (γ')· θα έχει τότε, την ακόλουθη διάταξη (σε κατιούσα σειρά):



Κατά τον ίδιο τρόπο, όλοι οι άλλοι τόνοι μπορούν να ληφθούν στα τρία γένη. Από τους 15 αυτούς τόνους, ο Πτολεμαίος αναγνώριζε μόνο τους επτά κύριους, γιατί επτά ήταν οι αρμονίες. Τους σχημάτιζε αρχίζοντας από τον Μιξολύδιο (si) και προχωρώντας κατά πέμπτες προς τα κάτω, σε αυτή τη σειρά: Μιξολύδιος, Δώριος, Υποδώριος, Φρύγιος, Υποφρύγιος, Λύδιος και Υπολύδιος, ή τοποθετημένους κατά σειρά ύψους: Μιξολύδιος, Λύδιος, Φρύγιος, Δώριος, Υπολύδιος, Υποφρύγιος και Υποδώριος (από επάνω προς τα κάτω). Η σειρά αυτή των τόνων είναι το αντίστροφο της σειράς των αρμονιών. Αν, τώρα, οι επτά αρμονίες τοποθετηθούν σε καθένα από τους επτά τόνους, θα σχηματιστούν 49 διαφορετικές κλίμακες. Στην πραγματικότητα, οι επτά αρμονίες τοποθετούνται μέσα στην ίδια έκταση (την οκτάβα, που αντιστοιχεί με το fa - fa, επειδή ήταν μέσα στις φωνητικές δυνατότητες των πιο πολλών φωνών, και θεωρούνταν η πιο κατάλληλη):



Βλ. στο λ. ονομασία ονομασία, η χρήση ονομάτων για τον προσδιορισμό των φθόγγων. Αρχικά τα ονόματα αυτά δόθηκαν στις χορδές της λύρας σύμφωνα με τη θέση τους στο όργανο· αργότερα τα ονόματα χρησιμοποιούνταν χωρίς διάκριση τόσο για τις χορδές, όσο και για τους αντίστοιχους φθόγγους. Εκτός από την "κατά θέσιν" ονομασία, υπήρχε για κάθε νότα της ίδιας αρμονίας ονομασία σύμφωνα με τη λειτουργία της ("κατά δύναμιν"). τη θεωρία του Πτολεμαίου σχετικά με την ονοματολογία κατά θέσιν και κατά δύναμιν.

Για βιβλιογραφία βλ. στο λ. αρμονία αρμονία, γενική σημασία της λέξης: σύνδεση, συναφή.
1. Σύμφωνα με τους παλιούς θεωρητικούς σήμαινε την ογδόη και τη διαφορετική διάταξη των φθόγγων μέσα στην ογδόη ή μέσα σ' ένα σύστημα με τα μέρη του συνδεμένα έτσι που να σχηματίζουν ένα τέλειο σύνολο. Συνήθως αναφέρονται επτά αρμονίες. Μετά την εποχή του Αριστόξενου, ο όρος δια πασών αντικατέστησε τον όρο αρμονία σε πολλά κείμενα
2. Στην εποχή του Αριστόξενου και κατόπιν ο όρος αρμονία χρησιμοποιούνταν πολύ συχνά με τη σημασία "εναρμόνιο γένος", μαζί με τον όρο εναρμόνιος

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 441

εμμελής, εκείνος που είναι σύμφωνος με τους νόμους του μέλους μέλος, γενικά, μέλος, τμήμα. Στη μουσική, χορικό ή λυρικό τραγούδι· μελωδία γενικά. Στη φωνητική μουσική αποτελείται από τρία στοιχεία: τους φθόγγους, το ρυθμό και τα λόγια.· μελωδικός.
εμμελής κίνησις = μελωδική κίνηση· Αριστόξενος Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. (Ι, 9, 10 Mb): "...το χωρίσαι την εμμελή κίνησιν της φωνής από των άλλων κινήσεων" (η διάκριση ανάμεσα στη μελωδική κίνηση της φωνής και στις άλλες κινήσεις)· εμμελές τετράχορδον τετράχορδον, το σύνολο τεσσάρων συνεχών χορδών ή φθόγγων που σχηματίζουν μια καθαρή τετάρτη. Το τετράχορδο υπήρξε το πρώτο σύστημα της προϊστορικής Ελλάδας. Υπήρχαν τρία γένη του τετράχορδου: το διατονικό, το χρωματικό και το εναρμόνιο., το μελωδικό τετράχορδο.
Ο Βακχείος ο Γέρων Βακχείος ο Γέρων, (3ος/4ος αι. μ.Χ.;)· μουσικός θεωρητικός της εποχής του Κωνσταντίνου. Τίποτε δεν είναι γνωστό για τη ζωή του. Είναι γνωστός για το βιβλίο του Εισαγωγή Τέχνης Μουσικής. (Εισαγ. 69, C.v.J. 307, Mb 16) λέει ότι εμμελείς είναι οι φθόγγοι που χρησιμοποιούν οι τραγουδιστές και εκτελεστές πάνω σε όργανα ("εμμελείς [φθόγγοι], οις οι άδοντες χρώνται και οι δια των οργάνων ενεργούντες"). Ο Πτολεμαίος Πτολεμαίος, Κλαύδιος· (85 ή 108 μ.Χ. - περ. 163-168 μ.Χ.) μεγάλος γεωγράφος, αστρονόμος, μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής. Εκτός από τα πολυάριθμα και σημαντικά βιβλία του για την αστρονομία, τη γεωγραφία και τα μαθηματικά, έγραψε ένα σημαντικότατο επιστημονικό έργο για τη μουσική, τα Αρμονικά, σε τρία βιβλία (Αρμονικών βιβλία τρία). Το έργο αυτό αποτελεί μια πολύτιμη εκτίμηση, ερμηνεία και ανάπτυξη των πυθαγόρειων δογμάτων και αρχών για τη μουσική. (Ι, 4, I.D. 10, 24-25) δίνει τον ακόλουθο κανόνα: "είσί δε εμμελείς μεν όσοι συναπτόμενοι προς αλλήλους εύφοροι τυγχάνουσι προς ακοήν, εκμελείς δε όσοι μη ουτως έχουσι" (εμμελείς είναι οι φθόγγοι που, όταν συνδεθούν μεταξύ τους, είναι εύκολα [ευχάριστα] δεκτοί από το αυτί [την ακοή] και εκμελείς το αντίθετο).
Εμμελείς φθόγγοι και διαστήματα ήταν, σύμφωνα με τον Πτολεμαίο, οι ακόλουθοι: το ημιτόνιο (16:15), ο τόνος "μείζων" και "ελάσσων" (9:8 και 10:9, αντίστοιχα), η μεγάλη και μικρή τρίτη (5:4 και 6:5, αντίστοιχα)· πρβ. Ι, 7, I.D. 15, 15-16, Wallis III, 16. Επίσης, Πορφύρ. Comment. Wallis 292 και Κλεον. Εισ. 13, C.v.J. 205, Mb 21.
εμμελές· η ιδιότητα του να είναι κάτι σε συμφωνία με τους νόμους που κυβερνούν το μέλος· Αριστόξ. ΙΙ, 37, 2: "η περί το εμμελές τε και εκμελές τάξις" (η τάξη που αφορά το μελωδικό και το μη μελωδικό). Πρβ. λ. ηρμοσμένος.
εμμελώς· με τρόπο που να συμφωνεί με τους νόμους του μέλους· μελωδικά. Αθήν ΙΔ', 623C, 17: "Πάνυ εμμελέστατα" (πάρα πολύ μελωδικά).
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 440

δια πέντε, "η διά πέντε χορδών συμφωνία"· το διάστημα της 5ης καθαρής. Από τους πυθαγορικούς ονομαζόταν "δι' οξειών [χορδών] ή διοξεία διοξεία, το διάστημα της καθαρής 5ης, όπως ονομαζόταν από τους Πυθαγόρειους. Η 5η ήταν γενικά γνωστή ως διά πέντε.".
Ο Νικόμαχος Νικόμαχος, (2ος αι. μ.Χ.)· Πυθαγόρειος μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής· γεννήθηκε στην πόλη Γέρασα της Συρίας. Έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο Αρμονικής Εγχειρίδιον (ή Αρμονικόν Εγχειρίδιον), στο οποίο εκθέτει και διασαφηνίζει, τις πυθαγόρειες αρχές πάνω στη μουσική. (Εγχειρ. 9, Mb 17, C.v.J. 252) αναφέρεται στον ορισμό του Φιλόλαου Φιλόλαος, (5ος αι. π.Χ.)· φιλόσοφος από τον Τάραντα, οπαδός του Πυθαγόρα, σύγχρονος του Σωκράτη. Στα Φυσικά του, από τα οποία έχει διασωθεί ένα απόσπασμα, αναλύει και εξηγεί τις πυθαγορικές αρχές για τη μουσική.: "το μέγεθος της αρμονίας (δηλ. της 8ης) είναι ίσο προς μια συλλαβή συλλαβή, το διάστημα της καθαρής τετάρτης, όπως ονομαζόταν από τους Πυθαγορικούς· γενικά γνωστό ως δια τεσσάρων. Προσδιορίζεται από τον μαθηματικό λόγο 4/3. (διάστ. 4ης) και μια δι' οξειών (5η)· γιατί από την υπάτη υπάτη, (=υψίστη)· η πιο χαμηλή νότα ή χορδή· ονομαζόταν έτσι (υπάτη σήμαινε υψίστη), γιατί τοποθετούνταν στο πιο μακρινό άκρο των χορδών. ως τη μέση μέση, η κεντρική νότα του επτάχορδου συστήματος ή η πρώτη νότα του δεύτερου (χαμηλότερου) τετράχορδου στο οχτάχορδο σύστημα (στις μεταγραφές: la) και η αντίστοιχη χορδή της λύρας ή της κιθάρας. είναι μια 4η και από τη μέση ως τη νήτη νήτη, 1. η χορδή που βρισκόταν πιo κοντά στον εκτελεστή (νήτη = κατώτατη).
2. η ψηλότερη νότα ή χορδή. Στην επτάχορδη κλίμακα η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου συνημμένων (re) και στην οκτάχορδη η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου διεζευγμένων (mi)· είναι μια 5η":
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 439

περιφορά, κυκλική κίνηση. Περιφορά διαστημάτων· περιοδική επανάληψη διαστημάτων. Κατά τον Αριστόξενο Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. (Αρμ. Ι, 6, 21-24), ο Ερατοκλής Ερατοκλής, (5ος αι. π.Χ.)· θεωρητικός της μουσικής, ένας από τους πρόδρομους του Αριστόξενου. "προσπάθησε, στην περίπτωση ενός συστήματος, σ' ένα γένος, να αριθμήσει τα σχήματα ή είδη της ογδόης και να τα καθορίσει μαθηματικά με την περιοδική επανάληψη των διαστημάτων" (τη περιφορά των διαστημάτων). Έτσι, ο Ερατοκλής, προχωρώντας με τις διάφορες διευθετήσεις που γίνονται αν αρχίσει κανείς κάθε οκτάχορδη αρμονία διαδοχικά από το mi, το fa, το sol κτλ., έφθασε εμπειρικά στην αρίθμηση των επτά διαφορετικών μορφών. Η μέθοδος αυτή επικρίνεται από τον Αριστόξενο (Ι, ό.π. 6, 25 κε.).
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 438

διαπασών, και δια πασών· (α) όρος που προήλθε από τη φράση "η διά πασών των χορδών συμφωνία"· η συμφωνία μεταξύ της πρώτης και τελευταίας νότας, επομένως το διάστημα 8ης.
Ο Βακχείος ο Γέρων Βακχείος ο Γέρων, (3ος/4ος αι. μ.Χ.;)· μουσικός θεωρητικός της εποχής του Κωνσταντίνου. Τίποτε δεν είναι γνωστό για τη ζωή του. Είναι γνωστός για το βιβλίο του Εισαγωγή Τέχνης Μουσικής. (Εισ. 11, C.v.J. 294, Mb 3) καθορίζει: "την δε διά πασών [δη λούσι] προσλαμβανόμενος και μέση" (την διά πασών [φανερώνουν, δείχνουν] ο προσλαμβανόμενος προσλαμβανόμενος, προστεθειμένος φθόγγος. Έτσι ονομαζόταν ο φθόγγος (νότα) που πρόσθεταν κάτω από το πιο χαμηλό τετράχορδο (τετράχορδο υπατών) και στα συστήματα Τέλειον Μείζον και Τέλειον Έλαττον. Το χαμηλό la στις μεταγραφές αρχαίας ελληνικής σημειογραφίας. και η μέση μέση, η κεντρική νότα του επτάχορδου συστήματος ή η πρώτη νότα του δεύτερου (χαμηλότερου) τετράχορδου στο οχτάχορδο σύστημα (στις μεταγραφές: la) και η αντίστοιχη χορδή της λύρας ή της κιθάρας. [δηλ. η 8η]):




H ογδόη ήταν η πιο τέλεια συμφωνία συμφωνία, 1. συμφωνία· το ταίριασμα δύο φθόγγων, συμφωνία (με την έννοια όχι της συνήχησης, αλλά της καλής αρμονικής σχέσης μεταξύ δύο φθόγγων). Οι συμφωνίες που αναγνώριζαν οι Έλληνες ήταν η καθαρή τετάρτη, η καθαρή πέμπτη, η ογδόη (δια πασών), και τα σύνθετα της ογδόης με κάποια από αυτές.
2. σύνολο οργάνων.
3. το όνομα ενός κρουστού οργάνου (είδος μικρού ταμπουρίνου).. Αριστοτ. Προβλ. XIX, 35α: "η διά πασών καλλίστη συμφωνία".
Ο Πτολεμαίος Πτολεμαίος, Κλαύδιος· (85 ή 108 μ.Χ. - περ. 163-168 μ.Χ.) μεγάλος γεωγράφος, αστρονόμος, μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής. Εκτός από τα πολυάριθμα και σημαντικά βιβλία του για την αστρονομία, τη γεωγραφία και τα μαθηματικά, έγραψε ένα σημαντικότατο επιστημονικό έργο για τη μουσική, τα Αρμονικά, σε τρία βιβλία (Αρμονικών βιβλία τρία). Το έργο αυτό αποτελεί μια πολύτιμη εκτίμηση, ερμηνεία και ανάπτυξη των πυθαγόρειων δογμάτων και αρχών για τη μουσική. θεωρεί το διάστημα της ογδόης το πιο ωραίο και πιο ενωτικό από τα ομόφωνα ομοφωνία, 1. ομοφωνία είναι η ταυτοφωνία και κατ' επέκταση η ογδόη, η διπλή ογδόη κτλ.
2. ομόφωνοι είναι εκείνοι οι ήχοι που όταν παιχτούν μαζί δίνουν ακουστικά την εντύπωση ενός ήχου, όπως είναι οι όγδοες και οι σύνθετες από αυτές. ("Των δε ομοφώνων ενωτικώτατον και κάλλιστον το διά πασών"). Η δις διαπασών ήταν η διπλή οκτάβα· όπως λέει ο Βακχείος, το διάστημα ανάμεσα στον προσλαμβανόμενο προσλαμβανόμενος, προστεθειμένος φθόγγος. Έτσι ονομαζόταν ο φθόγγος (νότα) που πρόσθεταν κάτω από το πιο χαμηλό τετράχορδο (τετράχορδο υπατών) και στα συστήματα Τέλειον Μείζον και Τέλειον Έλαττον. Το χαμηλό la στις μεταγραφές αρχαίας ελληνικής σημειογραφίας. και τη νήτη νήτη, 1. η χορδή που βρισκόταν πιo κοντά στον εκτελεστή (νήτη = κατώτατη).
2. η ψηλότερη νότα ή χορδή. Στην επτάχορδη κλίμακα η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου συνημμένων (re) και στην οκτάχορδη η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου διεζευγμένων (mi)· υπερβολαίων υπερβολαίων, τετράχορδον· το ψηλότερο τετράχορδο στο Σύστημα Τέλειον Μείζον και στο Σύστημα Τέλειον Αμετάβολον. (βλ. επίσης Αριστοτ. Προβλ. XIX, 14).



(β) Ο όρος δια πασών αντικατέστησε, μετά την εποχή του Αριστόξενου Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων., τον όρο αρμονία αρμονία, γενική σημασία της λέξης: σύνδεση, συναφή.
1. Σύμφωνα με τους παλιούς θεωρητικούς σήμαινε την ογδόη και τη διαφορετική διάταξη των φθόγγων μέσα στην ογδόη ή μέσα σ' ένα σύστημα με τα μέρη του συνδεμένα έτσι που να σχηματίζουν ένα τέλειο σύνολο. Συνήθως αναφέρονται επτά αρμονίες. Μετά την εποχή του Αριστόξενου, ο όρος δια πασών αντικατέστησε τον όρο αρμονία σε πολλά κείμενα
2. Στην εποχή του Αριστόξενου και κατόπιν ο όρος αρμονία χρησιμοποιούνταν πολύ συχνά με τη σημασία "εναρμόνιο γένος", μαζί με τον όρο εναρμόνιος. Ο Νικόμαχος Νικόμαχος, (2ος αι. μ.Χ.)· Πυθαγόρειος μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής· γεννήθηκε στην πόλη Γέρασα της Συρίας. Έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο Αρμονικής Εγχειρίδιον (ή Αρμονικόν Εγχειρίδιον), στο οποίο εκθέτει και διασαφηνίζει, τις πυθαγόρειες αρχές πάνω στη μουσική. γράφει: "αρμονίαν μεν καλούντες [οι παλαιότατοι] την διά πασών" (την δια πασών την ονόμαζαν [οι παλαιότατοι] αρμονία).


spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 437

γένος, όρος που σήμαινε τη διάφορη διάταξη των διαστημάτων διάστημα, διάστημα, η απόσταση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς στο ύψος φθόγγους. στη σύσταση ενός τετραχόρδου τετράχορδον, το σύνολο τεσσάρων συνεχών χορδών ή φθόγγων που σχηματίζουν μια καθαρή τετάρτη. Το τετράχορδο υπήρξε το πρώτο σύστημα της προϊστορικής Ελλάδας. Υπήρχαν τρία γένη του τετράχορδου: το διατονικό, το χρωματικό και το εναρμόνιο. ή ενός πιο μεγάλου συστήματος σύστημα, ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους θεωρητικούς. Το πρώτο καλά οργανωμένο σύστημα, που κατόπι χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τα Τέλεια Συστήματα, ήταν το τετράχορδο., του οποίου το τετράχορδο είναι συστατικό μέρος.
Όλοι οι αρχαίοι θεωρητικοί καθορίζουν το γένος με τα ίδια σχεδόν λόγια· ο Αριστείδης Αριστείδης, θεωρητικός και συγγραφέας μουσικής. Πιστεύεται ότι έζησε ανάμεσα στον 1ο και 3ο αι. μ.Χ. Έχει γράψει ένα σημαντικό σύγγραμμα για τη μουσική με τον τίτλο Περί μουσικής, διαιρεμένο σε τρία βιβλία. (1, 18 Mb, R.P.W.-Ι.15) καθορίζει: "Γένος δέ εστι ποιά τετραχόρδου διαίρεσις" (Γένος είναι κάποια διαίρεση του τετραχόρδου). Ο Κλεονείδης Κλεονείδης, θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου. (Εισ. C.v.J. 180, Mb 1): "Γένος είναι κάποια διαίρεση τεσσάρων φθόγγων"· πρβ. Βακχ. Εισ. (C.v.J. 298, Mb 8), Πτολεμ. (Ι, 12).

Τα γένη ήταν τρία: το διατονικόν ή διάτονον διάτονον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον. Ήταν μάλλον το αρχαιότερο από τα τρία γένη και, κατά γενική παραδοχή, το πιο απλό και πιο φυσικό, αλλά και "πιο ανδροπρεπές και αυστηρότερο", το χρωματικόν χρωματικόν, το γένος στο οποίο ένα διάστημα ενός τόνου και μισού χρησιμοποιούνταν ως χαρακτηριστικό συστατικό στοιχείο· έτσι, το χρωματικό τετράχορδο θα προχωρούσε με ημιτόνιο, ημιτόνιο και ενάμιση τόνο: mi - fa - fa δί. - la ή mi - fa - sol ύφ. - la. Υπήρχαν τρεις χρόες στο χρωματικό: (α) το χρωματικό μαλακό, (β) το ημιόλιο και (γ) το τονιαίο ή σύντονο. ή χρώμα και το εναρμόνιον εναρμόνιον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τετάρτων του τόνου. H επινόησή του αποδιδόταν στον Όλυμπο. Το τετράχορδο στο εναρμόνιο γένος προχωρεί με τον ακόλουθο τρόπο: mi mi1/4 fa la. Ο όρος αρμονία πολύ συχνά αντικαθιστούσε τον όρο εναρμόνιο γένος από την εποχή του Αριστόξενου και κατόπι. ή αρμονία. Το καθένα από αυτά συζητείται χωριστά (βλ. τα αντίστοιχα, λ.).
Το διατονικό διάτονον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον. Ήταν μάλλον το αρχαιότερο από τα τρία γένη και, κατά γενική παραδοχή, το πιο απλό και πιο φυσικό, αλλά και "πιο ανδροπρεπές και αυστηρότερο" ήταν το πρώτο που χρησιμοποιήθηκε· θεωρούνταν το πιο φυσικό και μπορούσε να τραγουδηθεί ακόμη κι από εκείνους που ήταν τελείως απαίδευτοι (Αριστείδης, 19 Mb, 16 R.P.W.-Ι). Το χρωματικό χρωματικόν, το γένος στο οποίο ένα διάστημα ενός τόνου και μισού χρησιμοποιούνταν ως χαρακτηριστικό συστατικό στοιχείο· έτσι, το χρωματικό τετράχορδο θα προχωρούσε με ημιτόνιο, ημιτόνιο και ενάμιση τόνο: mi - fa - fa δί. - la ή mi - fa - sol ύφ. - la. Υπήρχαν τρεις χρόες στο χρωματικό: (α) το χρωματικό μαλακό, (β) το ημιόλιο και (γ) το τονιαίο ή σύντονο. χρησιμοποιήθηκε αργότερα και θεωρούνταν το πιο τεχνικό ("τεχνικώτατον") και μπορούσε να εκτελεστεί μονάχα από μορφωμένους (καλλιεργημένους μουσικά) ανθρώπους. Δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ στην τραγωδία· αλλά ήταν σε πλατιά χρήση στη μουσική για κιθάρα κιθάρα, έγχορδο όργανο, πιο τελειοποιημένο και πιο επεξεργασμένο από τη λύρα. Διέφερε από αυτήν ως προς το ηχείο, το μέγεθος και την ηχητικότητα. Ήταν το όργανο των επαγγελματιών. Στους προκλασικούς χρόνους η κιθάρα είχε από τρεις ως επτά χορδές· η επτάχορδη κιθάρα ήταν μια καινοτομία του Τέρπανδρου (7ος αι. π.Χ.). Στον 6ο αι. προστέθηκε 8η χορδή και στον 5ο αι. χρησιμοποιήθηκαν κιθάρες με 9, 10, 11 και 12 χορδές.. Ο Πλούταρχος (Περί μουσ. 1137Ε, 20) γράφει σχετικά: "και η κιθάρα, αρχαιότερη κατά πολλές γενεές από την τραγωδία, χρησιμοποιούσε [το χρωματικό γένος] από την αρχή. Και ότι το χρώμα [χρωματικό] είναι προγενέστερο του εναρμόνιου είναι επίσης καλά γνωστό".
Το εναρμόνιον εναρμόνιον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τετάρτων του τόνου. H επινόησή του αποδιδόταν στον Όλυμπο. Το τετράχορδο στο εναρμόνιο γένος προχωρεί με τον ακόλουθο τρόπο: mi mi1/4 fa la. Ο όρος αρμονία πολύ συχνά αντικαθιστούσε τον όρο εναρμόνιο γένος από την εποχή του Αριστόξενου και κατόπι. γένος ήταν το τελευταίο που χρησιμοποιήθηκε και, κατά τον Αριστόξενο Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων., εφευρέτης του ήταν ο Όλυμπος Όλυμπος, όνομα πολλών μουσικών και ποιητών της αρχαίας Ελλάδας.
1. Μυθικός, περισσότερο, μουσικός από τη Φρυγία, μαθητής του Μαρσύα, που ανήκει στην τριάδα (Ύαγνις, Μαρσύας και Όλυμπος) της φρυγικής μουσικής. Κατά τον Αριστόξενο, πολλοί μουσικοί πίστευαν ότι ο Όλυμπος ήταν ο εφευρέτης του εναρμόνιου γένους και δημιουργός του αρμάτειου νόμου, του νόμου της Αθηνάς, του πολυκέφαλου νόμου και των θρηνητικών νόμων.
2. ο νεώτερος, από τη Μυσία της Μ. Ασίας (επονομαζόμενος Μυσός)· τοποθετείται στον 7ο αι. π.Χ. (Πλούτ. 1134F, 11). Θεωρούνταν εξαιρετικά δύσκολο, χρειαζόταν σημαντική πρακτική εξάσκηση ("δυσμελωδικώτατον, πολλής τριβής δεόμενον": Μ. Ψελλός, 27), και ήταν σχεδόν αδύνατο για τους πολλούς. Βλ. για το ήθος των γενών στο λ. ήθος ήθος, στη μουσική η λέξη σήμαινε τον ηθικό χαρακτήρα που τείνει να εμπνεύσει στην ψυχή η μουσική. Οι νότες, οι αρμονίες, τα γένη, το μέλος γενικά και οι ρυθμοί είχαν, κατά την άποψη πολλών αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, ηθικό σκοπό και δύναμη..

Τα γένη στη Ρυθμική ρυθμική, η επιστήμη του ρυθμού. Πρέπει να διακρίνεται από τη μετρική, της οποίας τα πλαίσια είναι πιο περιορισμένα. (την επιστήμη του ρυθμού) καθορίζονται, κατά τον Αριστόξενο, από τη σχέση της θέσης θέσις, με την ίδια περίπου σημασία που έχει ο όρος σήμερα. Κατά τον Αριστείδη, άρση είναι μια κίνηση προς τα πάνω ενός μέρους του σώματος και θέση μια κίνηση προς τα κάτω του ίδιου μέρους. προς την άρση άρσις-θέσις, Κατά τον Αριστείδη, άρση είναι μια κίνηση προς τα πάνω ενός μέρους του σώματος και θέση μια κίνηση προς τα κάτω του ίδιου μέρους.. Υπήρχαν τρία ρυθμικά γένη: το δακτυλικό (σχέση 1 προς 1, ή 2 προς 2· ίση θέση προς την άρση), το ιαμβικό (1 προς 2, άρση προς διπλάσια θέση) και το παιωνικό (3 προς 2). Σύμφωνα με τον Αριστείδη Αριστείδης, θεωρητικός και συγγραφέας μουσικής. Πιστεύεται ότι έζησε ανάμεσα στον 1ο και 3ο αι. μ.Χ. Έχει γράψει ένα σημαντικό σύγγραμμα για τη μουσική με τον τίτλο Περί μουσικής, διαιρεμένο σε τρία βιβλία. (Mb 35), μερικοί προσθέτουν και ένα τέταρτο ρυθμικό γένος, το επίτριτο (4 προς 3).
Σε μερικές περιπτώσεις η λέξη γένος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του στιλ, όπως η λέξη τρόπος τρόπος, όρος με διάφορες σημασίες ανάλογα με την περίσταση και την εποχή, αλλά συχνά συνώνυμο του όρου τόνος, ενώ στον είναι Πλούταρχο, συνώνυμος και με την αρμονία. Επίσης, στιλ (τεχνοτροπία στη σύνθεση).· π.χ. Πλούτ. (1142C, 31): "και διαπειρώμενον αμφοτέρων των τρόπων, του τε Πινδαρείου και Φιλοξενείου, μη δύνασθαι κατορθούν εν τω Φιλοξενείω γένει" (και προσπαθώντας [ο Τελεσίας Τελεσίας, (4ος αι. π.Χ.)· μουσικός από τη Θήβα, σύγχρονος του Αριστόξενου. Μνημονεύεται από τον Αριστόξενο ως τυπικό παράδειγμα της επίδρασης που ασκείται από την εκπαίδευση, καθώς, μελετώντας τις συνθέσεις του Πινδάρου, του Λάμπρου, του Πρατίνα και άλλων λυρικών ποιητών, έγινε ένας θαυμάσιος αυλητής και απέκτησε μια στέρεη μουσική κατάρτιση.] να συνθέσει και στα δύο στιλ, σ' αυτό του Πίνδαρου Πίνδαρος, (περ. 522-446 π.Χ.)· γεννήθηκε στις Κυνός Κεφαλές, κοντά στη Θήβα, και πέθανε στο ’ργος. Ο πιο μεγάλος λυρικός ποιητής της αρχαίας Ελλάδας· σπούδασε μουσική αρχικά με τον πατέρα του Δαΐφαντο και τον θείο του Σκοπελίνο, και αργότερα με τον Λάσο τον Ερμιονέα. Συνέθεσε ύμνους, παιάνες, διθυράμβους, προσόδια, παρθένεια, υπορχήματα, εγκώμια, θρήνους και πάνω απ' όλα επίνικους. Ως μουσικός παρέμεινε συντηρητικός, πιστός στην παράδοση, μένοντας αδιάφορος στις καινοτομίες της εποχής του. Το απλό και συγκρατημένο κλασικό ύφος (στιλ) του είχε γενική απήχηση στους Έλληνες. [που ήταν "παραδοσιακός" συνθέτης] και σ' αυτό του Φιλόξενου Φιλόξενος, (435-380/379 π.Χ.)· συνθέτης διθυράμβων από τα Κύθηρα. Αιχμαλωτίστηκε και πουλήθηκε δούλος, παιδί ακόμη, σε κάποιον Αγεσύλα, και αό αυτόν στον ποιτή Μελανιππίδη που τον απελευθέρωσε και του δίδαξε μουσική. Έγραψε 24 διθυράμβους, που εγκωμιάστηκαν από μερικούς για την πρωτοτυπία στην έκφραση, τη μελωδική δροσιά και ποικιλία, και επικρίθηκαν από άλλους για το πολύ διακοσμητικό στιλ τους και τις τολμηρές καινοτομίες τους. [που ήταν από τους "καινοτόμους" συνθέτες του 5ου/4ου αι. π.Χ.], απέτυχε στο φιλοξένειο στιλ). Ο Πλούταρχος στο παραπάνω απόσπασμα μεταχειρίζεται τις λέξεις τρόπος και γένος με την ίδια σημασία, δηλ. του στιλ, της τεχνοτροπίας.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 436

σχήμα, φόρμα, μορφή. Στο θέατρο, σχήμα λεγόταν ο χαρακτήρας που εκφραζόταν από έναν υποκριτή. Στην όρχηση, μια φιγούρα του χορού· στον πληθυντικό, σχήματα λέγονταν οι χειρονομίες χειρονομία, 1. παντομιμική κίνηση των χεριών εκτελούμενη με ρυθμό είτε χορεύοντας είτε κατά τη διάρκεια θεατρικής παράστασης· χρησιμοποιούνταν για να εκφράσει με τις κινήσεις των χεριών διάφορα νοήματα ή σκέψεις.
2. είδος πυρρίχης ή άλλη ονομασία της., οι παντομιμικές κινήσεις των χεριών κατά την εκτέλεση. Στη μουσική, είχε τη σημασία ενός μελωδικού σχήματος· ήταν η φόρμα ενός τετράχορδου τετράχορδον, το σύνολο τεσσάρων συνεχών χορδών ή φθόγγων που σχηματίζουν μια καθαρή τετάρτη. Το τετράχορδο υπήρξε το πρώτο σύστημα της προϊστορικής Ελλάδας. Υπήρχαν τρία γένη του τετράχορδου: το διατονικό, το χρωματικό και το εναρμόνιο. ή συστήματος σύστημα, ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους θεωρητικούς. Το πρώτο καλά οργανωμένο σύστημα, που κατόπι χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τα Τέλεια Συστήματα, ήταν το τετράχορδο. γενικά ως προς τη διαρρύθμιση των διαστημάτων ή μερών του. Έτσι, το σχήμα ένος δωρικού τετράχορδου διαφέρει από το σχήμα ένος φρυγικού τετράχορδου. Στη ρυθμοποιία ρυθμοποιία, η επιστήμη της εφαρμογής του ρυθμού. Κατά τον Αριστείδη υποδιαιρείται "στη λήψη, με την οποία μαθαίνουμε ποια είδη ρυθμού πρέπει να διαλέξουμε, στη χρήση (χρήσις· εφαρμογή), με την οποία προσαρμόζουμε τις άρσεις και τις θέσεις, και στη μείξη (μίξις μίξις, ένα από τα τρία μέρη της μελοποιίας, κατά τον Αριστείδη Κοϊντιλιανό.), που μας διδάσκει πώς να συνυφάνουμε κατάλληλα τους ρυθμούς"., ήταν η μορφή, ένος μέτρου (ιαμβικό, αναπαιστικό κτλ.). Για διάφορα μελωδικά σχήματα, βλ. στο λ. πρόκρουσις-πρόληψις πρόκρουσις-πρόληψις, 1. πρόκρουσις· η μετάβαση από μια χαμηλότερη νότα σε μια ψηλότερη, σε οργανική μελωδία. Μπορούσε να γίνει είτε άμεσα (με διάστημα δευτέρας) είτε έμμεσα (με πήδημα 3ης, 4ης ή 5ης).
2. πρόληψις· το αντίστοιχο σε φωνητική μελωδία..

Πρβ. Ανών . (Bell. 2 και 4) και Μαν. Βρυέν. Αρμον. III.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 435

δια τεσσάρων, "η δια τεσσάρων χορδών συμφωνία" το διάστημα καθαρής 4ης, που οι Πυθαγόρειοι Πυθαγόρας, (περ. 572-περ. 500 π.Χ.)· μεγάλος φιλόσοφος, μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής. Γεννήθηκε στη Σάμο. Ίδρυσε τη Σχολή του στον Κρότωνα της Κάτω Ιταλίας. Πέθανε στο Μεταπόντιο. Υπήρξε ο πρώτος που πρόβαλε και υποστήριξε την επιστημονική βάση της μουσικής· η φιλοσοφική του θεώρηση του κόσμου βασιζόταν πάνω στην πίστη ότι καθετί πρέπει να ερμηνευτεί με αριθμούς. Στη μουσική ανακάλυψε τους αριθμητικούς λόγους των συμφωνιών της 8ης, 5ης, 4ης, του μείζονος τόνου. Στον Πυθαγόρα αποδιδόταν και η ταξινόμηση των επτά αρμονιών, και στη Σχολή του η θεωρία της αρμονίας των σφαιρών. το ονόμαζαν συλλαβή συλλαβή, το διάστημα της καθαρής τετάρτης, όπως ονομαζόταν από τους Πυθαγορικούς· γενικά γνωστό ως δια τεσσάρων. Προσδιορίζεται από τον μαθηματικό λόγο 4/3. ή συλλαβά (λόγος 4:3). Ο Αριστείδης Αριστείδης, θεωρητικός και συγγραφέας μουσικής. Πιστεύεται ότι έζησε ανάμεσα στον 1ο και 3ο αι. μ.Χ. Έχει γράψει ένα σημαντικό σύγγραμμα για τη μουσική με τον τίτλο Περί μουσικής, διαιρεμένο σε τρία βιβλία. (Mb 17) γράφει: "παρά μεν τοις παλαιοίς το μεν διά τεσσάρων εκαλείτο συλλαβή". Επιδιατεσσάρων ονομαζόταν η ψηλότερη τετάρτη και υποδιατεσσάρων η χαμηλότερη τετάρτη.

Βλ. τα λ. δια πέντε δια πέντε, το διάστημα της 5ης καθαρής., συμφωνία συμφωνία, 1. συμφωνία· το ταίριασμα δύο φθόγγων, συμφωνία (με την έννοια όχι της συνήχησης, αλλά της καλής αρμονικής σχέσης μεταξύ δύο φθόγγων). Οι συμφωνίες που αναγνώριζαν οι Έλληνες ήταν η καθαρή τετάρτη, η καθαρή πέμπτη, η ογδόη (δια πασών), και τα σύνθετα της ογδόης με κάποια από αυτές.
2. σύνολο οργάνων.
3. το όνομα ενός κρουστού οργάνου (είδος μικρού ταμπουρίνου). και ομοφωνία ομοφωνία, 1. ομοφωνία είναι η ταυτοφωνία και κατ' επέκταση η ογδόη, η διπλή ογδόη κτλ.
2. ομόφωνοι είναι εκείνοι οι ήχοι που όταν παιχτούν μαζί δίνουν ακουστικά την εντύπωση ενός ήχου, όπως είναι οι όγδοες και οι σύνθετες από αυτές..
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 434

Ερατοκλής, (5ος αι. π.Χ.)· θεωρητικός της μουσικής, ένας από τους πρόδρομους του Αριστόξενου Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων.. Αυτός και η Σχολή του αναφέρονται από τον Αριστόξενο ανάμεσα στους "Αρμονικούς" που προηγήθηκαν από αυτόν· συζητεί και αποκρούει τις απόψεις τους (βλ. Αρμ. I, Mb 5, 9-10 και 6, 13 και 21-22).
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 433

σύνθετος, και σύνθετον διάστημα· διάστημα που περιέχεται ανάμεσα σε μη συνεχείς νότες· αντίθ. ασύνθετον. Κλεον. (Εισ. 5): "σύνθετα δε τα υπό των μη εξής [περιεχόμενα], οίον μέσης και παρυπάτης, μέσης και νήτης" (και σύνθετα [διαστήματα] είναι εκείνα που περιέχονται από μη συνεχείς φθόγγους, όπως το διάστημα μέσης και παρυπάτης [la - fa], μέσης και νήτης [la - re] κτλ.).
Πολλά διαστήματα ήταν δυνατό να είναι σύνθετα σ' ένα γένος γένος, 1. όρος που σήμαινε τη διάφορη διάταξη των διαστημάτων στη σύσταση ενός τετραχόρδου ή ενός πιο μεγάλου συστήματος, του οποίου το τετράχορδο είναι συστατικό μέρος. Τα γένη ήταν τρία: το διατονικόν ή διάτονον, το χρωματικόν ή χρώμα και το εναρμόνιον ή αρμονία.
2. Τα γένη στη Ρυθμική καθορίζονται, κατά τον Αριστόξενο, από τη σχέση της θέσης προς την άρση. Υπήρχαν τρία ρυθμικά γένη: το δακτυλικό, το ιαμβικό και το παιωνικό. Σύμφωνα με τον Αριστείδη, μερικοί προσθέτουν και το επίτριτο.
3. Σε μερικές περιπτώσεις η λέξη γένος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του στιλ, όπως η λέξη τρόπος. και απλά σε ένα άλλο, δηλ. ήταν κοινά και στα σύνθετα και στα ασύνθετα. Το ημιτόνιο (η δευτέρα) mi - fa είναι ασύνθετο στο διατονικό διάτονον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τόνων και ημιτονίων. Υπάρχουν δύο παραλλαγές ή υποδιαιρέσεις (χρόαι) του διατονικού γένους, το μαλακόν και το σύντονον. Ήταν μάλλον το αρχαιότερο από τα τρία γένη και, κατά γενική παραδοχή, το πιο απλό και πιο φυσικό, αλλά και "πιο ανδροπρεπές και αυστηρότερο" και το χρωματικό χρωματικόν, το γένος στο οποίο ένα διάστημα ενός τόνου και μισού χρησιμοποιούνταν ως χαρακτηριστικό συστατικό στοιχείο· έτσι, το χρωματικό τετράχορδο θα προχωρούσε με ημιτόνιο, ημιτόνιο και ενάμιση τόνο: mi - fa - fa δί. - la ή mi - fa - sol ύφ. - la. Υπήρχαν τρεις χρόες στο χρωματικό: (α) το χρωματικό μαλακό, (β) το ημιόλιο και (γ) το τονιαίο ή σύντονο., αλλά σύνθετο στο εναρμόνιο εναρμόνιον, το γένος στο οποίο γινόταν χρήση τετάρτων του τόνου. H επινόησή του αποδιδόταν στον Όλυμπο. Το τετράχορδο στο εναρμόνιο γένος προχωρεί με τον ακόλουθο τρόπο: mi mi1/4 fa la. Ο όρος αρμονία πολύ συχνά αντικαθιστούσε τον όρο εναρμόνιο γένος από την εποχή του Αριστόξενου και κατόπι. γένος· στην πρώτη περίπτωση είναι απλό, γιατί και οι δύο του νότες είναι συνεχείς στο κάθε γένος: (α) διατονικό: mi - fa - sol - la και (β) χρωματικό: mi - fa - fa δίεση - la. Στη δεύτερη περίπτωση είναι σύνθετο, γιατί ανάμεσα στις δύο νότες του υπάρχει άλλος φθόγγος, στο ίδιο γένος, σε απόσταση 1/4 του τόνου: (γ) εναρμόνιο: mi - mi1/4 - fa - la.

Αντίθετα, το δίτονο δίτονον, διάστημα που περιέχει δύο τόνους. fa - la είναι απλό στο εναρμόνιο γένος: mi - mi1/4 - fa - la και σύνθετο στο διατονικό: mi - fa - sol - la και στο χρωματικό: mi - fa - fa δίεση - la.
Η άποψη αυτή για τα σύνθετα και ασύνθετα διαστήματα εξετάζεται πλατιά από τον Αριστόξενο Αριστόξενος, (375 / 360 π.Χ.-;)· φιλόσοφος και θεωρητικός της μουσικής, γεννήθηκε στον Τάραντα και πέθανε στην Αθήνα. Μαθητής του Αριστοτέλη στο Λύκειο, υπήρξε πολυγραφότατος, με περί τα 453 μουσικά, ιστορικά και φιλοσοφικά βιβλία. Από τα μουσικά του βιβλία έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος των Αρμονικών Στοιχείων. στα Αρμονικά Στοιχεία (III, 60, 10 - 61, 5).

spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 432

ασύνθετος,

συνώνυμο του "απλός". Αφορά σε διαστήματα, πόδες και μέτρα.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.14 0 0 431

Aristoxenus Mus. : Elementa harmonica : Page 9, line 7

τούτων δ' οὐδεὶς περὶ οὐδενὸς πώποτ' ἔσχη-
κεν ἔννοιαν οὐδ' ἡντινοῦν, ἀλλὰ περὶ πάντων τῶν εἰρημέ-
νων αὐτοῖς ἡμῖν ἀναγκαῖον ἐξ ἀρχῆς πραγματεύεσθαι, παρει-
λήφαμεν γὰρ οὐδὲν περὶ αὐτῶν ἀξιόλογον. μετὰ δὲ τοῦτο
περὶ διαστημάτων ἀσυνθέτων πρῶτον λεκτέον, εἶτα περὶ
συνθέτων. ἀναγκαῖον δὲ ἁπτομένοις ἡμῖν συνθέτων διαστη-
μάτων οἷς ἅμα καὶ συστήμασιν εἶναί πως συμβαίνει περὶ
συνθέσεως ἔχειν τι λέγειν τῆς τῶν ἀσυνθέτων διαστημάτων.
περὶ ἧς οἱ πλεῖστοι τῶν ἁρμονικῶν οὐδ' ὅτι πραγματευτέον
ᾔσθοντο· δῆλον δ' ἡμῖν ἐν τοῖς ἔμπροσθεν γέγονεν. οἱ δὲ
περὶ Ἐρατοκλέα τοσοῦτον εἰρήκασι μόνον ὅτι ἀπὸ τοῦ
διὰ τεσσάρων ἐφ' ἑκάτερα δίχα σχίζεται τὸ μέλος, οὐδὲν
οὔτ' εἰ ἀπὸ παντὸς τοῦτο γίγνεται διορίσαντες οὔτε διὰ τίνα
αἰτίαν εἰπόντες οὔθ' ὑπὲρ τῶν ἄλλων διαστημάτων ἐπισκε-
ψάμενοι τίνα πρὸς ἄλληλα συντίθενται τρόπον, καὶ πότερον
παντὸς διαστήματος πρὸς πᾶν ὡρισμένος τίς ἐστι λόγος
τῆς συνθέσεως καὶ πῶς μὲν ἐξ αὐτῶν πῶς δ' οὐ γίγνεται
συστήματα ἢ <εἰ> τοῦτο ἀόριστόν ἐστιν· περὶ γὰρ τούτων
οὔτ' ἀποδεικτικὸς οὔτ' ἀναπόδεικτος ὑπ' οὐδενὸς πώποτ' εἴ-
ρηται λόγος. οὔσης δὲ θαυμαστῆς τῆς τάξεως περὶ τὴν τοῦ
μέλους σύστασιν ἀταξία πλείστη μουσικῆς ὑπ' ἐνίων κατέ-
γνωσται διὰ τοὺς μετακεχειρισμένους τὴν εἰρημένην πραγμα-
τείαν. οὐδὲν δὲ τῶν αἰσθητῶν τοσαύτην ἔχει τάξιν οὐδὲ
τοιαύτην. ἔσται δ' ἡμῖν δῆλον τοῦθ' οὕτως ἔχον, ὅταν ἐν
αὐτῇ γενώμεθα τῇ πραγματείᾳ. νῦν δὲ τὰ λοιπὰ τῶν μερῶν
λεκτέον. ἀποδειχθέντων γὰρ τῶν ἀσυνθέτων διαστημάτων
ὃν τρόπον πρὸς ἄλληλα συντίθεται περὶ τῶν συστάντων
ἐξ αὐτῶν συστημάτων λεκτέον περί τε τῶν ἄλλων καὶ τοῦ
τελείου, ἐξ ἐκείνων ἀποδεικνύντας πόσα τ' ἐστὶ καὶ ποῖ' ἄττα,
τάς τε κατὰ μέγεθος αὐτῶν ἀποδιδόντας διαφορὰς καὶ τῶν
μεγεθῶν ἑκάστου τάς τε <κατὰ σχῆμα καὶ> κατὰ σύνθεσιν
<καὶ κατὰ θέσιν> ὅπως μηδὲν τῶν μελῳδουμένων μήτε
μέγεθος μήτε σχῆμα μήτε σύνθεσις μήτε θέσις ἀναπόδεικτος
ᾖ. τούτου δὲ τοῦ μέρους τῆς πραγματείας ἄλλος μὲν οὐδεὶς
πώποθ' ἥψατο· Ἐρατοκλῆς δ' ἐπεχείρησεν ἀναποδείκτως ἐξα-
ριθμεῖν ἐπί τι μέρος· ὅτι δ' οὐδὲν εἴρηκεν ἀλλὰ πάντα ψευδῆ
καὶ τῶν φαινομένων τῇ αἰσθήσει διημάρτηκε, τεθεώρηται μὲν
ἔμπροσθεν ὅτ' αὐτὴν καθ' αὑτὴν ἐξητάζομεν τὴν πραγμα-
τείαν ταύτην. τῶν δ' ἄλλων καθόλου μὲν καθάπερ ἔμπρο-
σθεν εἴπομεν οὐδεὶς ἧπται, ἑνὸς δὲ συστήματος Ἐρατοκλῆς
ἐπεχείρησε καθ' ἓν γένος ἐξαριθμῆσαι τὰ σχήματα τοῦ
διὰ πασῶν ἀναποδείκτως τῇ περιφορᾷ τῶν διαστημάτων
δεικνύς, οὐ καταμαθὼν ὅτι μὴ προσαποδειχθέντων τῶν τε
τοῦ διὰ πέντε σχημάτων καὶ τῶν τοῦ διὰ τεσσάρων πρὸς
δὲ τούτοις καὶ τῆς συνθέσεως αὐτῶν τίς ποτ' ἐστὶ καθ' ἣν
ἐμμελῶς συντίθενται πολλαπλάσια τῶν ἑπτὰ συμβαίνειν
γίγνεσθαι δείκνυται· ἐτιθέμεθα δ' ἐν τοῖς ἔμπροσθεν ὅτι
οὕτως ἔχει, διόπερ ταῦτα μὲν ἀφείσθω, τὰ δὲ λοιπὰ λεγέσθω
τῶν τῆς πραγματείας μερῶν. ἐξηριθμημένων γὰρ τῶν
συστημάτων καθ' ἕκαστον τῶν γενῶν, κατὰ πᾶσαν διαφο-
ρὰν τὴν εἰρημένην, μιγνυμένων πάλιν τῶν γενῶν ταὐτὸ
τοῦτο ποιεῖται. <περὶ οὗ οἱ πλεῖστοι τῶν ἁρμονικῶν οὐ-
δ' ὅτι> πραγματευτέον <ᾔσθοντο>· οὐδὲ γὰρ αὐτὴν τὴν
μίξιν τί ποτ' ἐστὶ καταμεμαθήκεσαν. τούτων δ' ἐχόμενόν
ἐστι περὶ φθόγγων εἰπεῖν, ἐπειδήπερ οὐκ αὐτάρκη τὰ δια-
στήματα πρὸς τὴν τῶν φθόγγων διάγνωσιν. ἐπεὶ δὲ
τῶν συστημάτων ἕκαστον ἐν τόπῳ τινὶ τῆς φωνῆς τεθὲν
μελῳδεῖται καί, καθ' αὑτὸ διαφορὰν οὐδεμίαν λαμβάνοντος
αὐτοῦ, τὸ γιγνόμενον ἐν αὐτῷ μέλος οὐ τὴν τυχοῦσαν
λαμβάνει διαφορὰν ἀλλὰ σχεδὸν τὴν μεγίστην, ἀναγκαῖον
ἂν εἴη τῷ τὴν εἰρημένην μεταχειριζομένῳ πραγματείαν
περὶ τοῦ τῆς φωνῆς τόπου καθόλου καὶ κατὰ μέρος εἰ-
πεῖν ἐφ' ὅσον ἐστὶ δίκαιον· ἐστὶ δ' ἐπὶ τοσοῦτον ἐφ' ὅσον
ἡ τῶν συστημάτων αὐτῶν σημαίνει φύσις. περὶ δὲ συστημά-
των καὶ τόπων οἰκειότητος καὶ τῶν τόνων λεκτέον οὐ πρὸς
τὴν καταπύκνωσιν βλέποντας καθάπερ οἱ ἁρμονικοὶ ἀλλὰ
τὴν πρὸς ἄλληλα μελῳδίαν τῶν συστημάτων οἷς ἐπὶ τίνων
τόνων κειμένοις μελῳδεῖσθαι συμβαίνει πρὸς ἄλληλα. περὶ τού-
του δὲ τοῦ μέρους ἐπὶ βραχὺ τῶν ἁρμονικῶν ἐνίοις συμβέ-
βηκεν εἰρηκέναι κατὰ τύχην, οὐ περὶ τούτου λέγουσιν ἀλλὰ
καταπυκνῶσαι βουλομένοις τὸ διάγραμμα, καθόλου δὲ οὐ-
δενὶ σχεδὸν ἐν τοῖς ἔμπροσθεν φανερὸν γεγένηται τοῦθ' ἡμῖν.
ἔστι δ' ὡς εἰπεῖν καθόλου τὸ μέρος τοῦτο τῆς περὶ μεταβο-
λῆς πραγματείας τὸ συντεῖνον εἰς τὴν περὶ μέλους θεωρίαν.
Τὰ μὲν οὖν τῆς ἁρμονικῆς καλουμένης ἐπιστήμης
μέρη ταῦτά τε καὶ τοσαῦτά ἐστι, τὰς δ' ἀνωτέρω τούτων
πραγματείας ᾗπερ εἴπομεν ἀρχόμενοι τελειοτέρου τινὸς ὑπο-
ληπτέον εἶναι. περὶ μὲν οὖν ἐκείνων ἐν τοῖς καθήκουσι
καιροῖς λεκτέον τίνες τ' εἰσὶ καὶ πόσαι καὶ ποία τις ἑκάστη
αὐτῶν, περὶ δὲ τῆς πρώτης νῦν πειρατέον διελθεῖν.
Πρῶτον μὲν οὖν ἁπάντων αὐτῆς τῆς κατὰ τόπον κι-
νήσεως τὰς διαφορὰς θεωρῆσαι τίνες εἰσὶ πειρατέον. πάσης
δὲ φωνῆς δυναμένης κινεῖσθαι τὸν εἰρημένον αὐτὸν τρόπον
δύο τινές εἰσιν ἰδέαι κινήσεως, ἥ τε συνεχὴς καὶ ἡ διαστη-
ματική. κατὰ μὲν οὖν τὴν συνεχῆ τόπον τινὰ διεξιέναι
φαίνεται ἡ φωνὴ τῇ αἰσθήσει οὕτως ὡς ἂν μηδαμοῦ ἱστα-
μένη μηδ' ἐπ' αὐτῶν τῶν περάτων κατά γε τὴν τῆς αἰσθή-
σεως φαντασίαν, ἀλλὰ φερομένη συνεχῶς μέχρι σιωπῆς,
κατὰ δὲ τὴν ἑτέραν ἣν ὀνομάζομεν διαστηματικὴν ἐναντίως
φαίνεται κινεῖσθαι· διαβαίνουσα γὰρ ἵστησιν αὑτὴν ἐπὶ
μιᾶς τάσεως εἶτα πάλιν ἐφ' ἑτέρας καὶ τοῦτο ποιοῦσα
συνεχῶς—λέγω δὲ συνεχῶς κατὰ τὸν χρόνον—ὑπερ-
βαίνουσα μὲν τοὺς περιεχομένους ὑπὸ τῶν τάσεων τό-
πους, ἱσταμένη δ' ἐπ' αὐτῶν τῶν τάσεων καὶ φθεγγομένη
ταύτας μόνον αὐτὰς μελῳδεῖν λέγεται καὶ κινεῖσθαι δια-
στηματικὴν κίνησιν. ληπτέον δὲ ἑκάτερον τούτων κατὰ τὴν
τῆς αἰσθήσεως φαντασίαν· πότερον μὲν γὰρ δυνατὸν ἢ
ἀδύνατον φωνὴν κινεῖσθαι καὶ πάλιν ἵστασθαι αὐτὴν ἐπὶ
μιᾶς τάσεως ἑτέρας ἐστὶ σκέψεως καὶ πρὸς τὴν ἐνεστῶσαν
πραγματείαν οὐκ ἀναγκαῖον τὸ [δὲ] κινῆσαι τούτων ἑκάτε-
ρον· ὁποτέρως γὰρ ἔχῃ, τὸ αὐτὸ ποιεῖ πρός γε τὸ χωρί-
σαι τὴν ἐμμελῆ κίνησιν τῆς φωνῆς ἀπὸ τῶν ἄλλων κινή-
σεων. ἁπλῶς γὰρ ὅταν μὲν οὕτω κινῆται ἡ φωνὴ ὥστε
μηδαμοῦ δοκεῖν ἵστασθαι τῇ ἀκοῇ, συνεχῆ λέγομεν ταύτην
τὴν κίνησιν· ὅταν δὲ στῆναί που δόξασα εἶτα πάλιν δια-
βαίνειν τίνα τόπον φανῇ καὶ τοῦτο ποιήσασα πάλιν ἐφ' ἑ-
τέρας τάσεως στῆναι δόξῃ καὶ τοῦτο ἐναλλὰξ ποιεῖν φαι-
νομένη συνεχῶς διατελῇ, διαστηματικὴν τὴν τοιαύτην
κίνησιν λέγομεν. τὴν μὲν οὖν συνεχῆ λογικὴν εἶναί φαμεν,
διαλεγομένων γὰρ ἡμῶν οὕτως ἡ φωνὴ κινεῖται κατὰ τόπον
ὥστε μηδαμοῦ δοκεῖν ἵστασθαι. κατὰ δὲ τὴν ἑτέραν ἣν
ὀνομάζομεν διαστηματικὴν ἐναντίως πέφυκε γίγνεσθαι· ἀλλὰ
γὰρ ἵστασθαί τε δοκεῖ καὶ πάντες τὸν τοῦτο φαινόμενον
ποιεῖν οὐκέτι λέγειν φασὶν ἀλλ' ᾄδειν. διόπερ ἐν τῷ δια-
λέγεσθαι φεύγομεν τὸ ἱστάναι τὴν φωνήν, ἂν μὴ διὰ πάθος
ποτὲ εἰς τοιαύτην κίνησιν ἀναγκασθῶμεν ἐλθεῖν, ἐν δὲ τῷ
μελῳδεῖν τοὐναντίον ποιοῦμεν, τὸ μὲν γὰρ συνεχὲς φεύ-
γομεν, τὸ δ' ἑστάναι τὴν φωνὴν ὡς μάλιστα διώκομεν. ὅσῳ
γὰρ ἂν μᾶλλον ἑκάστην τῶν φωνῶν μίαν τε καὶ ἑστηκυῖαν
καὶ τὴν αὐτὴν ποιήσωμεν, τοσούτῳ φαίνεται τῇ αἰσθήσει
τὸ μέλος ἀκριβέστερον. ὅτι μὲν οὖν δύο κινήσεων οὐσῶν
κατὰ τόπον τῆς φωνῆς ἡ μὲν συνεχὴς λογική τίς ἐστιν ἡ
δὲ διαστηματικὴ μελῳδική, σχεδὸν δῆλον ἐκ τῶν εἰρημένων.
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.13 0 0 430

''κινούμενοι, φθόγγοι· οι φθόγγοι του τετραχόρδου τετράχορδον, το σύνολο τεσσάρων συνεχών χορδών ή φθόγγων που σχηματίζουν μια καθαρή τετάρτη. Το τετράχορδο υπήρξε το πρώτο σύστημα της προϊστορικής Ελλάδας. Υπήρχαν τρία γένη του τετράχορδου: το διατονικό, το χρωματικό και το εναρμόνιο., που βρίσκονται ανάμεσα στους δύο ακρινούς [εστώτες εστώτες, εστώτες: οι ακρινοί φθόγγοι του τετραχόρδου που έμεναν ακίνητοι, παρά τις οποιεσδήποτε αλλαγές στο γένος.
κινούμενοι: οι φθόγγοι που βρίσκονταν ανάμεσα στα δύο άκρα, στη μέση του τετραχόρδου και που άλλαζαν ανάλογα με το γένος.] και αλλάζουν ανάλογα με το γένος γένος, 1. όρος που σήμαινε τη διάφορη διάταξη των διαστημάτων στη σύσταση ενός τετραχόρδου ή ενός πιο μεγάλου συστήματος, του οποίου το τετράχορδο είναι συστατικό μέρος. Τα γένη ήταν τρία: το διατονικόν ή διάτονον, το χρωματικόν ή χρώμα και το εναρμόνιον ή αρμονία.
2. Τα γένη στη Ρυθμική καθορίζονται, κατά τον Αριστόξενο, από τη σχέση της θέσης προς την άρση. Υπήρχαν τρία ρυθμικά γένη: το δακτυλικό, το ιαμβικό και το παιωνικό. Σύμφωνα με τον Αριστείδη, μερικοί προσθέτουν και το επίτριτο.
3. Σε μερικές περιπτώσεις η λέξη γένος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του στιλ, όπως η λέξη τρόπος. και το είδος είδος, είδος τετραχόρδου· το σχήμα, η φόρμα που παίρνει ένα τετράχορδο με τη διάταξη των συστατικών του μερών. Ο Αριστόξενος επίσης θεωρεί τον όρο είδος συνώνυμο του όρου σχήμα. του τετραχόρδου.



Από τον Βακχείο (Εισ. 36) οι κινούμενοι λέγονταν φερόμενοι (που φέρονταν από τη μια θέση στην άλλη).

Πρβ. Αριστείδ. (Περί μουσ. Mb 12, R.P.W.-Ι. 9).

Σημείωση: οι ακρινοί φθόγγοι ενός τετραχόρδου τετράχορδον, το σύνολο τεσσάρων συνεχών χορδών ή φθόγγων που σχηματίζουν μια καθαρή τετάρτη. Το τετράχορδο υπήρξε το πρώτο σύστημα της προϊστορικής Ελλάδας. Υπήρχαν τρία γένη του τετράχορδου: το διατονικό, το χρωματικό και το εναρμόνιο. ή ενός συστήματος σύστημα, ένωση δύο ή περισσότερων διαστημάτων, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους θεωρητικούς. Το πρώτο καλά οργανωμένο σύστημα, που κατόπι χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τα Τέλεια Συστήματα, ήταν το τετράχορδο. ή ομάδας διαστημάτων ονομάζονταν άκροι, ενώ εκείνοι που βρίσκονταν ανάμεσά τους, μέσοι· Αριστόξ. (Αρμ. ΙΙ, 46, 20-22 και Ι, 29, 32 Mb).

Πρβ. για το λήμμα αυτό: Κλεον. Εισ. 4, Βακχ. Εισ. 35-36, Αλύπ. Εισ. 4, Νικόμ. Εγχειρ. 12.

Βλ. λ. εστώτες εστώτες, εστώτες: οι ακρινοί φθόγγοι του τετραχόρδου που έμεναν ακίνητοι, παρά τις οποιεσδήποτε αλλαγές στο γένος.
κινούμενοι: οι φθόγγοι που βρίσκονταν ανάμεσα στα δύο άκρα, στη μέση του τετραχόρδου και που άλλαζαν ανάλογα με το γένος.''
spiroslyra Creative Commons License 2008.07.13 0 0 429

διαφορές αρχαίων μουσικών συστημάτων,

Σύμφωνα με τον μεγαλύτερο των θεωρητικών της Μουσικής Αριστόξενο, τα μουσικά συστήματα διαφέρουν μεταξύ τους σε 7 σημεία:α) κατά το μέγεθος, β) κατά το γένος, γ) κατά τη συμφωνία ή διαφωνία (δηλαδή, το 7χορδον ή το 8χορδον), δ) κατά τη συμμετρία ή ασυμμετρία (ρητού και αλόγου), ε) κατά το συνεχές ή ασυνεχές («]εξῆς» και υπερβατού), στ) κατά την σύζευξιν ή την διάζευξιν, ζ) κατά το «εμμετάβολον» (μετάβολον) ή αμετάβολον (βλ. και στα υποδεικνυόμενα λήμματα).

Ha kedveled azért, ha nem azért nyomj egy lájkot a Fórumért!